Του Σήφη Φανουράκη*
Fuller-1962. Ο γεωδετικός θόλος πάνω από το κέντρο του Μανχάτταν
Ιστορικά, η μοντέρνα πόλη λειτούργησε πάντα ως αντίδοτο στην εξάπλωση των επιδημιών. Το περιβάλλον της ήταν δομημένο για να εμποδίσει στην εξάπλωση των επιδημιών, δεδομένου ότι, ένα από τα χαραχτηριστικά στοιχεία της είναι, οι ανοικτοί υπαίθριοι χώροι. Για παράδειγμα, στο Παρίσι ο Οσμάν την περίοδο 1850-1870 για την προώθηση του πολεοδομικού του «οράματος», προέβαλλε ως αιτιολογία, την «εξυγίανση». Μάλιστα από το 1845 ο Γάλλος κοινωνικός μεταρρυθμιστής Βικτόρ Κονσιντεράν έγραφε: «Το Παρίσι είναι ένα τεράστιο εργαστήριο σήψης, όπου η δυστυχία, η επιδημία και η ασθένεια δρουν συνδυαστικά, όπου σπάνια διεισδύει το φως του ήλιου και ο αέρας». Στις περισσότερε ιστορικές πόλεις της Ευρώπης ίσχυσε σχεδόν η ίδια μεθοδολογία. Ιδιαίτερα την περίοδο του ΄30, οι πόλεις σταδιακά υιοθέτησαν την μοντέρνα πολεοδομία.
Είναι αλήθεια ότι, οι ιστορικές πόλεις με τους δαιδαλώδεις και στενούς δρόμους, τα στενά πεζοδρόμια εγκλωβίζουν το μολυσμένο αέρα, ενώ οι μοντέρνες πόλεις με τις πλατείες, τα πάρκα και τις ακτές, τον διαχέουν, ενώ τα δέντρα εμπλουτίζουν την ατμόσφαιρα με οξυγόνο. Οι ανοιχτοί υπαίθριοι χώροι, από τη μια βοηθούν το ανοσοποιητικό ανθρώπινο σύστημα, ενώ από την άλλη συμβάλλουν στην ανακοπή της εξάπλωσης του ιού.
Μάλλον δεν βοηθάει ο αποκλεισμός των πολιτών από τους ανοιχτούς χώρους και ο «εγκλωβισμός» τους στα σπίτια, στα σοκάκια και τα στενά πεζοδρόμια.
Ο «αναγκαστικός εγκλεισμός», όσο και αν ελέγχει τη διασπορά του ιού, δημιουργεί άλλες παρενέργειες, ίσως χειρότερες από εκείνες της επιδημίας, μολύνοντας και τις ανθρώπινες σχέσεις και προκαλεί πανικό και φόβο.
Η απειλή του Κορωνοϊού επιβάλλει το «μένουμε στο σπίτι» με τραγικό τρόπο· «προωθεί» ως μοναδική στρατηγική, μόνο την ανακοπή της εξάπλωσης του ιού.
Η κατοικία ως κύτταρο (το διαμέρισμα της πολυκατοικίας), θεωρείται η μοναδική δομή προστασίας και ανακοπής της εξάπλωσης του ιού, ενώ η ίδια η πόλη ως αστική δομή με τις πλατείες, τους δρόμους και γενικά τους ελεύθερους χώρους θεωρείται ότι «ευνοεί» την συνεύρεση και άρα την εξάπλωσή του.
Η σημερινή πανδημία μας επιβάλλει ιστορικούς αναστοχασμούς σχετικά με το αστικό περιβάλλον το οποίο εμείς οι ίδιοι δομήσαμε και βιώνουμε.
Η αρχιτεκτονική ως επιστήμη οφείλει να αντιμετωπίσει την «κατ΄εξαίρεση» κρίση που βιώνουμε· να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για κοινωνική ευαισθητοποίηση και οραματικές επιλογές, προς την κατεύθυνση επανασχεδιασμού του αστικού περιβάλλοντος.
Ο αρχιτεκτονικός και αστικός σχεδιασμός οφείλει να αναθεωρήσει τις μέχρι τώρα αρχές της «ευδαιμονίας και ομορφιάς»· να οραματιστεί και να ανασχεδιάσει νέου τύπου κτιριακές δομές, κατοικίας, νοσοκομείων, γηροκομείων, καταστημάτων, πολυκαταστημάτων, δρόμων, αλλά και του συνολικού αστικού περιβάλλοντος και ιδιαίτερα του πολεοδομικού· να αναθεωρήσει πλήρως την επικρατούσα λογική της κατασκευής της σημερινής πόλης της αντιπαροχής και του κέρδους· να αλλάξει την ισχύουσα οπτική για το συλλογικό και το κατοικείν.
Είναι αναγκαίος ο σχεδιασμός χώρων, αισθητικών μεν αλλά ενταγμένων στις σημερινές περιβαλλοντικές συνθήκες, χωρίς φορμαλισμούς, για ένα καλύτερο αστικό περιβάλλον.
Το δόγμα των πρωτοπόρων της μοντέρνας αρχιτεκτονικής : Αήρ, ήχος, φώς, είναι πάντα επίκαιρο.
Άλλωστε αυτό που ζητούσε ο Le Corbusier στα 1933, στο συνέδριο της Μοντέρνας Πόλης, στην Αθήνα ήταν, «αήρ, ήχος, φώς», λέγοντας ότι : «ο πνεύμονας, η ακοή, η όραση ικανοποιημένες. Ο οργανισμός μας θα αποκατασταθεί πάλι και δια μιας, στις πρωτόγονες συνθήκες ανάπτυξης της βιολογικής ζωής[…].Ικανοποίηση των όρων που επιτάσσει από καταβολής κόσμου, η βιολογία του ανθρώπου, δια της δημιουργίας, ενός νέου πολεοδομικού κέντρου, όπου θα ληφθούν υπ΄οψιν, ο αήρ, ο ήχος, το φώς».
Εκείνη την εποχή βέβαια οι «πρωτοπόροι» της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, αντί να ικανοποιούν τις προτιμήσεις των ολίγων προνομιούχων, θέλησαν να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις της κοινότητας. Ωστόσο δεν είχαν υπολογίσει τα «εμπορικά ένστικτα» της αστικής τάξης, η οποία δεν έχασε χρόνο· σφετερίστηκε τις θεωρίες τους για λογαριασμό της, πείθοντάς τους μάλιστα να εργαστούν στην υπηρεσία της κερδοσκοπίας. Το χρήσιμο έγινε πολύ γρήγορα προσοδοφόρο, η ορθολογιστική κατοικία μετασχηματίστηκε στην «ελάχιστη» κατοικία, η ακτινωτή πόλη μεγιστοποίησε τον πληθυσμό, και η αυστηρότητα της γραμμής κατέληξε στη φτώχεια της μορφής.
Η μοντέρνα αρχιτεκτονική που επιθυμούσε να συμβάλλει στην απελευθέρωση του ανθρώπου, δημιουργώντας ένα νέο περιβάλλον ζωής, μετασχηματίστηκε σε μια γιγάντια επιχείρηση, η οποία υποβάθμισε την ανθρώπινη διαβίωση.
Η μεγαλοπρέπεια με την οποία επαινείτο κάποτε η απεριόριστη ικανότητα τεχνολογίας, έχει αρχίσει να χάνεται, όχι μόνο γιατί έχουν αλλάξει οι κοινωνικές συνθήκες, αλλά γιατί έχει κυριαρχήσει η λογική του υπερκέρδους.
Το επάγγελμα του αρχιτέκτονα ήταν και είναι μια «πολιτισμική δέσμευση» και ένα πνευματικό εργαλείο, στην υπηρεσία του κοινωνικού συνόλου, είτε πρόκειται για σχεδιασμό μιας απλής κατοικίας, είτε για ένα μουσείο, είτε για μια τράπεζα, είτε για ένα νοσοκομείο, είτε για ολόκληρη την πόλη. Τώρα και πολλά χρόνια όμως, ο ρόλος της αρχιτεκτονικής υποβαθμίστηκε σταδιακά και συμπιέστηκε από την συνεχή οικονομική πίεση. Το επάγγελμα του αρχιτέκτονα δοκιμάζεται από μια συνεχή μείωση της δράσης του, από τον απλό σχεδιασμό ενός χώρου μέχρι τον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό.
Οι Αρχιτέκτονες που επαγγελματικά ασχολούνται με τον σχεδιασμό, αυτή την περίοδο, καλούνται να επανακτήσουν τον ρόλο τους και να αναστοχαστούν στη νέα κατάσταση που μας υποβάλλει η κατάσταση της πανδημίας. Οι αναστοχασμοί θα πρέπει να περιλαμβάνουν την σχέση μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου χώρου και τις αναγκαίες προσαρμογές τους σε έκτακτες καταστάσεις.
Οι χώροι εργασίας, τα δημόσια κτίρια, τα σχολικά κτίρια θα πρέπει να εξοπλιστούν πλήρως από καθολικά συστήματα ψηφιοποίησης, τα οποία θα αντικαταστήσουν την παραδοσιακή λειτουργία τους, λειτουργώντας αποτελεσματικά και με δίκτυα τηλεκπαίδευσης. Πολλές μονολειτουργικές δομές θα πρέπει να μετατραπούν σε πολυλειτουργικές. Τα καταστήματα σίτισης, τα καφέ, τα εστιατόρια, για να μην είναι «νεκρές» οικονομικές δομές, θα πρέπει να επανασχεδιαστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφεύγονται «συνωστισμοί», που ευνοούν την διάδοση των ιών. Απαιτούνται χώροι αυστηρά ιεραρχημένοι για πελάτες και εργαζόμενους, με αυστηρούς υγειονομικούς κανονισμούς.
Η πόλη, που αποτέλεσε τον πρωταρχικό χώρο της εξέλιξής μας, φαίνεται να μην αποτελεί πλέον τον κατάλληλο κοινωνικό «συμπυκνωτή» για την στρατηγική διαχείριση των σύνθετων χωρικών συγκροτημάτων· ούτε θα πρέπει να εξετάζεται μόνο στη βάση της διαδραστικότητας που αποκαλύπτει τις ανθρώπινες συμπεριφορές στο αστικό μητροπολιτικό περιβάλλον. Εναλλακτικά θα πρέπει να μελετάται, ως «έξυπνη πόλη», με ποιοτικές περιβαλλοντικές αξίες, με ανανεωμένες υποδομές και νέες τεχνολογίες.
Η πανδημία αποκάλυψε την τρωτότητα της ζωής μας. Η αρχιτεκτονική και η πολεοδομία θα πρέπει να «στρατευτούν» για την εξεύρεση εργαλείων επανασχεδιασμού της πόλης που θα προσφέρει προστασία από τις διάφορες «μολύνσεις».
Είναι αλήθεια ότι αυτή η πανδημία μας ωθεί να αποδεχτούμε ότι, σχεδόν «όλα πρέπει να αλλάξουν»· να επιστρέψουμε σε παλαιούς τύπους διαβίωσης και άλλους τρόπους του κατοικείν. Άλλωστε μια σχετική πρόταση έχει γίνει ήδη, αυτή την περίοδο, από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Stefano Boeri, καθηγητή πολεοδομίας στην αρχιτεκτονική σχολή Μιλάνου ο οποίος μας προτείνει : «εγκαταλείψετε τις πόλεις. Το μέλλον μας είναι στους βούργους (προάστια)». Σαφώς είναι μια πρόταση αναστοχασμού για την αναδιοργάνωση της διαβίωσης στις πόλεις.
Ας μη ξεχνούμε βέβαια τον αρχιτέκτονα Τ. Ζενέτο τί έγραφε το 1969 για την ηλεκτρονική πολεοδομία και τις τηλε-ενέργειες : «Οι πόλεις μας ξόφλησαν. Έτσι όπως τις έχτισε η τρισδιάστατη πολεοδομία καταστράφηκαν. Έγιναν αποκλειστικοί χώροι της υπερτροφικής τριτογενούς παραγωγής. Σωτηρία υπάρχει μόνο στην Ηλεκτρονική. Αυτή μπορεί να φέρει την Ειρήνη στις πόλεις με τα εκατομμύρια κατοίκους. Έχουμε διαθέσιμες τις τεχνικές. Είναι οι κάθε λογής τηλενέργειες: Τηλεδιεκπεραίωση, τηλε-εργασία, τηλε-εξυπηρέτηση και τηλε-επαφές. Με τις ίδιες τηλε-ενέργειες μπορούμε κάλλιστα να μπούμε και στις πόλεις για να τις σώσουμε».
Για την ακρίβεια νωρίτερα υποστήριζε, «την απόσπαση των προαστίων των Αθηνών από την κυρίως πόλη, δια της συνένωσής τους σε αυτόνομες μονάδες με παράλληλη δημιουργία στο ενδιάμεσο χώρο μίας πράσινης ζώνης – κλοιού, καθοριστικής των ορίων της πόλεως, που θα πλησιάσει πάλι, την φύση στην αστική περιοχή».
Απαιτείται η επαναφορά της κουλτούρας ενός σχεδιασμού, που καθόριζε τόσο τη χρησιμότητα, όσο και την αναγκαιότητα· για να είναι ένας σχεδιασμός απόλυτου εξανθρωπισμού του αστικού περιβάλλοντος. Η θεωρητική αντανάκλαση της ουτοπίας της μοντέρνας πόλης θα πρέπει να επιδράσει σε όλη την πολεοδομική σκέψη· να εμβαθύνει στην ταυτότητα της τοπικής πραγματικότητας, παρόλο που θα είναι αναπόφευκτη η σύγκρουση με την παγκοσμιοποίηση.
Οι ουτοπίες όπως, ο γνωστός «θόλος πάνω από το Manhatan» του 1960 δεν προστατεύουν πλέον από πυρηνικές ή άλλες μολύνσεις· αντίθετα αποτελούν ένα χώρο εγκεφαλικού εθελοντικού «εγκλεισμού» των μητροπολιτικών πρωτοποριών του ΄60, που είχε ως στόχο να ισχυροποιήσει τη θέση της μέσα στα μαζικά μέσα ενημέρωσης και να απαλλαγεί από τις ενοχές της.
Η θεωρητική αντανάκλαση της σημερινής μοντέρνας αρχιτεκτονικής σκέψης και πράξης, οφείλει να προκαλέσει «αναταραχή μέσα στο σύστημα και με ανατρεπτική τακτική να αψηφήσει τα «εμπορικά ένστικτα» της αστικής τάξης και ιδιαίτερα της μικρομεσαίας· οφείλει πλέον να σχεδιάζει μόνο για την κοινότητα, απαλλαγμένη από τις ενοχές της και χωρίς «έντεχνη» μετάθεση των ευθυνών της.