Ο ΨΕΥΤΗΣ ΗΛΙΟΣ: ΠΡΟ(Σ)ΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΑΝΑΣΤΟΧΑΣΜΟ


Πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στις 28.09.2018 από τον ιστότοπο ιδεών διαλόγου και δράσης "ΡΩΓΜΕΣ" η προβολή της ταινίας του Νικήτα Μιχάλκοφ "Ο ψεύτης ήλιος" στο χώρο προβολών των κοινωνικών ιδρυμάτων Καλοκαιρινού. 

Ο ήλιος της επανάστασης λαμπερός και θερμός στις καρδιές των ανθρώπων 20 χρόνια μετά την επανάσταση του 1917 φαίνεται να ζεσταίνει τις καρδιές του κόσμου.

Παρόλες τις δυσκολίες, τα ανυπέρβλητα εμπόδια, τις αντιφάσεις, τις ήττες και τις καθημερινές αντιξοότητες, ο κόσμος φαίνεται να στηρίζει αυτή την έφοδο στα ουράνια. Τη χρειάζεται αυτή την πίστη για να συνεχίσει να μάχεται, δεν αντέχει άλλες διαψεύσεις και απογοητεύσεις. Δίνει μια ακόμα ευκαιρία.

Ο Συνταγματάρχης του Κόκκινου Στρατού Κοτώφ αποτελεί την επιτομή του νέου ανθρώπου. Ανθρώπινος αλλά ταυτόχρονα αυστηρός κέρδισε τη φήμη του μέσα στους αγώνες και τα πεδία μάχης της προηγούμενης περιόδου. Σ’ αυτόν καταφεύγουν οι χωρικοί της υπαίθρου για βοήθεια και διαμεσολάβηση. Στο πρόσωπο του είναι που το Κόμμα βρίσκει τον πιο πιστό αλλά και αγνό εκπρόσωπο του.

Μέσα στη θερινή ραστώνη της ρωσικής υπαίθρου περνά μέρες ξεκούρασης με την οικογένειά του μέσα  σ’ ένα περιβάλλον ξεπεσμένης και παρελθούσης αριστοκρατίας. Όλα φαντάζουν ειδυλλιακά, τα παιδιά, η γυναίκα, οι συγγενείς, το υπηρετικό προσωπικό. Τίποτα δε φαίνεται να ταράζει αυτή τη γλυκιά ευτυχία της καθημερινότητας. Όλα φαντάζουν ακίνητα αλλά οι τεκτονικές πλάκες βρίσκονται ήδη σε κίνηση. Με φόντο τις εορταστικές εκδηλώσεις των πιονιέρων και σκαπανέων του κόμματος, το κακό κάνει την εμφάνιση του με τον πιο έξυπνο και ευρηματικό τρόπο. Εισβάλλει κυριολεκτικά στη ζωή της οικογένειας, φέρνοντας τα πάνω κάτω. Κερδίζει την εμπιστοσύνη τους ταυτόχρονα όμως οι μνήμες από το παρελθόν είναι εκεί, στοιχειώνουν τον καθένα μαζί με ερωτήματα αναπάντητα. Ο ερχομός του Μίτια (παλιού γνώριμου της οικογένειας) ένας άνθρωπος χωρίς ιδιότητες από το παρελθόν αλλά ταυτόχρονα του μέλλοντος, αποτελεί τον καταλύτη εξελίξεων. Όλοι γνωρίζουν έστω και αν δεν το ομολογούν ανοιχτά ότι κάτι απρόσμενο και αναπάντεχο συμβαίνει. Η οικειότητα που αυξάνει κλιμακωτά δεν μπορεί να καλύψει την αμηχανία και τον άρρητο φόβο.

Το προσωπικό τελικά αποτελεί τον καμβά και γύρω του ξεδιπλώνεται το πολιτικό, το δικαιολογεί και το επισφραγίζει. 

Όσο επανακάμπτει η οικειότητα τόσο αυξάνει η υφέρπουσα πολιτική σύγκρουση. Σ’ αντίθεση μ’ αυτό που λέει ο Κοτώφ δεν υπάρχουν επιλογές. Είναι ο ίδιος εξάλλου που το παραδέχεται. Ο ρόλος του θύτη και του θύματος μοιάζουν εν τέλει τόσο ίδιοι. Αντανάκλαση ο ένας του άλλου χωρίς οδό διαφυγής. Το καθήκον και ο φόβος συναιρούνται. Δύσκολα αναγνωρίζονται αλλά και αιτιολογούνται επαρκώς.

Η αντιπαράθεση έστω και αργά προσπαθεί να αιτιολογήσει προσωπικές στάσεις και επιλογές ζωής. Τα θύματα αρχίζουν να εμφανίζονται με ονόματα και διευθύνσεις.  Η αποτυχία και η διαστρέβλωση της επανάστασης αναδεικνύεται με τον πιο φανερό τρόπο. Η στελέχωση ενός καθεστώτος, η συστράτευση μαζί του αλλά και η ίδια η επιβίωση του είναι δυνατή μόνο μέσω εξαναγκασμού και εκβιασμού. Προϊόν εξαγοράς συνειδήσεων και ιδιοτελών στοχεύσεων. Μια εξαγορά όμως που το τίμημα της δεν εξαντλείται στην προδοσία αλλά στη φυσική εξόντωση του αντιπάλου. Η τραγικότητα όμως των 2 ηρώων είναι ήδη από την αρχή προαποφασισμένη και προδιαγεγραμμένη. Το κατευόδιο παίρνει τη μορφή γιορτής για να διατηρηθούν μέχρι και την τελευταία στιγμή τα προσχήματα. Το μόνο που μένει είναι η αποθέωση της εξουσίας σε όλη τη μεγαλοπρέπεια της.

Ο ήλιος τελικά αποδεικνύεται ψεύτης, μια οπτική απάτη που ξεγελά αντί να πείθει. Χάνει τη δύναμη του και εξαφανίζεται. Το τέλος της μέρας, μας βρίσκει βαθιά μέσα στη μακριά σταλινική νύχτα. Οι μέρες του τρόμου είναι μπροστά μας.

Μια ταινία πρό(σ)κληση για στοχασμό στο δράμα και την τραγικότητα της ιστορικής αριστεράς.

Σκηνοθεσία Ν. Μιχάλοκοφ. Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1994.

Νίκος Πρινιωτάκης
Πολιτικός Επιστήμονας - Ιστορικός



Ο ΨΕΥΤΗΣ ΗΛΙΟΣ

Ο ήλιος του Μιχάλκοφ είναι εκτυφλωτικός.

Βαθιά πολιτική, ευαίσθητη, νοσταλγική, η ταινία γοητεύει τον θεατή με τις θαυμάσιες εικόνες της που ανασύρονται από μνήμες μακρινές.

Εικόνες ήσυχων, φαινομενικά, ημερών κοντά στη φύση, στις αρχές της σταλινικής τρομοκρατίας - εικόνες ήρεμων κι ευτυχισμένων, φαινομενικά, προσώπων, ουσιαστικά προδομένων από τον ήλιο της επανάστασης του 1917.

Οσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, Μέγα βραβείο κριτών Φεστιβάλ Καννών στο Νικήτα Μιχάλκοφ και πολλές υποψηφιότητες.

ΥΠΟΘΕΣΗ:

Βρισκόμαστε στη Σοβιετική Ένωση του 1936. Ο ήρωας της επανάστασης, συνταγματάρχης Κοτόφ, περνά ειδυλλιακές καλοκαιρινές διακοπές στο εξοχικό του, παρέα με τη νεαρή γυναίκα του, την εξάχρονη κόρη του και τους συγγενείς της γυναίκας του, παλαιούς ξεπεσμένους αριστοκράτες μιας άλλης εποχής. Η ηρεμία τους θα διαταραχτεί με την εμφάνιση του πρώην αρραβωνιαστικού της γυναίκας του και προστατευόμενου της οικογένειας, ύστερα από δεκάχρονη απουσία. Ο Ντμίτρι είναι ένας όμορφος νεαρός, που γοητεύει αμέσως τους ανθρώπους του σπιτιού, με την πνευματικότητα και τον παιχνιδιάρικο χαρακτήρα του, αν και κανείς δεν γνωρίζει που βρισκότανε κατά την απουσία του. Ακόμη και η εξάχρονη Νάντια πέφτει θύμα της γοητείας του. Ο γερο-Κοτόφ, όμως, δε ξεγελιέται εύκολα. Βρισκόμαστε σε εποχή σκληρού σταλινισμού και η επίσκεψη του Ντμίτρι, κρύβει σκοτεινά κίνητρα...


Trailer
Μπορείτε να δείτε το τρέιλερ της ταινίας στο youtube στη διεύθυνση:


και μια "ορθόδοξη" κριτική από το ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ:


Μια ταινία αριστούργημα που οφείλουμε να παρακολουθήσουμε!

ΑΠΟ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ; Μερικές πρώτες σκέψεις με αφορμή την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ


Του Μανόλη Μανιούδη


Η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ (OECD Tax Policy Reforms 2018) επιχειρεί να ανιχνεύσει τη δομή αλλά και τις μεταβολές της φορολογικής πολιτικής κατά την περίοδο 2015-2016 σε 38 χώρες. Η έκθεση αυτή αποτυπώνει το «ζουρλομανδύα» των τριών προγραμμάτων στήριξης της ελληνικής οικονομίας.

Οι δυο βασικοί πυλώνες των τριών Μνημονίων (2010, 2012, 2015) ήταν: α) η δημοσιονομική ισορροπία-σταθερότητα και β) η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Οι δυο αυτοί στόχοι, παρότι φαινομενικά συμπληρωματικοί, συγκρούστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου της βίαιης οικονομικής προσαρμογής και εν πολλοίς παρήγαγαν τις υστερήσεις της ελληνικής οικονομίας. Η σύγκρουση αυτή διαφαίνεται στις μεταλλαγές του φορολογικού συστήματος, το οποίο εν πολλοίς μοιάζει με μια εφιαλτική εκδοχή «κινούμενης άμμου».

Πιο συγκεκριμένα, για το 2016, για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα συγκριτικά δεδομένα μεταξύ των 38 χωρών του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 10η θέση στο σύνολο των φορολογικών εσόδων ως ποσοστό του ΑΕΠ. Όμως, το στοιχείο αυτό αντανακλά μια παραδοξότητα καθώς οι χώρες που βρίσκονται πάνω από την Ελλάδα είναι αυτές που (ιστορικά) καταγράφουν το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (δηλαδή Σκανδιναβικές χώρες, Αυστρία, Βέλγιο και Γαλλία). Η Ελλάδα, λόγω της σκληρής αντικυκλικής δημοσιονομικής πολιτικής που εφαρμόζει μετά το 2008 ανήκει σε εκείνες τις χώρες με (σχετικά) χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ αλλά (αρκετά) υψηλό ποσοστό συμμετοχής των φορολογικών εσόδων στο ΑΕΠ της χώρας.

Το στοιχείο αυτό αναδεικνύει μια από τις βασικές παραμέτρους της υφεσιακής πορείας της ελληνικής οικονομίας καθώς τεκμηριώνει τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και την παρεπόμενη μείωση της ενεργούς ζήτησης.

Παράλληλα, ο λόγος δεικτών φόρου προς ΑΕΠ παρουσίασε την υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση στην Ελλάδα μεταξύ 2015-2016 ως συνέπεια των υψηλότερων φορολογικών συντελεστών στο εισόδημα και στα αγαθά-υπηρεσίες. Στην Ελλάδα ο λόγος αυξήθηκε πάνω από 2% όταν στις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ είτε αυξήθηκε λιγότερο από 2%, είτε μειώθηκε (14 χώρες από τις 38). Η αύξηση του λόγου φόροι προς ΑΕΠ αντανακλά την ταυτόχρονη αύξηση των φορολογικών συντελεστών-εσόδων αλλά και τη σχεδόν μηδενική οικονομική μεγέθυνση μεταξύ 2015-2016.

Είναι χαρακτηριστικό πως κατά τη διάρκεια των Μνημονίων οι φόροι ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκαν. Μια από τις βασικές συνέπειες της κρίσης -και του παρεπόμενου νεοφιλελεύθερου μετασχηματισμού της παγκόσμιας οικονομίας- είναι πως οι χώρες με πολύ υψηλό χρέος αντιμετωπίζουν την κρίση με ένα εξαιρετικά υψηλό και αντιαναπτυξιακό υψηλό ποσοστό φόρων σε σχέση με ΑΕΠ. Ειδικότερα στην ελληνική περίπτωση η αύξηση των φόρων συνδέθηκε με μια παράλληλη μείωση των δημοσίων δαπανών.

Ανάμεσα σε 38 χώρες η Ελλάδα συνδύασε την ισχυρότερη αύξηση των φορολογικών εσόδων με την δραστικότερη μείωση των δημοσίων δαπανών. Πιο συγκεκριμένα, τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν περίπου 2% ενώ οι δαπάνες μειώθηκαν κατά 4%.

Η διαλεκτική αλληλεπίδραση αύξησης των εσόδων-μείωσης των δαπανών, στην οποία αποκρυσταλλώθηκε η ουσία των προγραμμάτων στήριξης, αποτέλεσε μια από τις δομικές αιτίες των υστερήσεων της ελληνικής οικονομίας.

Η πορεία της ελληνικής οικονομίας μετά την έξοδο από τα αυστηρά προγράμματα επιτήρησης, όπως αυτή επισημοποιήθηκε τυπικά την 21η Αυγούστου, δεν είναι «στρωμένη με ροδοπέταλα» καθώς οι απαιτήσεις για τα εξαιρετικά μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα (3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο μεταξύ 2023-2060) δεν έχουν καταγραφεί ποτέ στη νεότερη και σύγχρονη οικονομική ιστορία. Υπό την έννοια αυτή, ο δημοσιονομικός χώρος είναι περιορισμένος για την άσκηση μιας (επεκτατικής) κοινωνικής πολιτικής.     

Αναμφίβολα, η βελτιωμένη πορεία της ελληνικής οικονομίας (και η διατήρηση θετικών ρυθμών μεγέθυνσης) για το 2018 είναι μια εξαιρετικά αισιόδοξη ένδειξη. Όμως η ανάπτυξη αυτή μοιάζει να είναι σε μεγάλο βαθμό εισαγόμενη λόγω και της ευνοϊκής συγκυρίας του διεθνούς και ευρωπαϊκού περιβάλλοντος. Παρόλα ταύτα, η ανάπτυξη δεν μπορεί να βασίζεται στη συγκυρία.

Αυτό που απαιτείται είναι ο μετασχηματισμός της παραγωγικής βάσης, η ισόρροπη ανάπτυξη και η δίκαιη ανακατανομή του πλούτου.

Ειδικότερα, η αναδιανομή του εισοδήματος μπορεί να αποτελέσει ένα κεντρικής σημασίας αναπτυξιακό εργαλείο καθώς οι πολιτικές της εσωτερικής υποτίμησης δεν μπορούν να οδηγήσουν σε μια μακροπρόθεσμη μακροοικονομική σταθερότητα σε αντίθεση με τις νεοφιλελεύθερες θεάσεις.  


Ο Μανόλης Μανιούδης είναι διδάκτορας οικονομικών επιστημών







ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΚΑΙ Η ΗΓΕΜΟΝΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ


Της Κατέ Καζάντη


Μια, σε ώρα αμεριμνησίας, ανάρτηση στο facebook, από εκείνες που νομίζεις πως δεν θα τύχουν δεύτερης ματιάς, εξελίχθηκε σε κοινωνικό πείραμα: επικριτικό σχόλιο για νεαρό Έλληνα επιστήμονα, που διαπρέπει στην Εσπερία, αναφορικά με τις απολιτίκ τοποθετήσεις του και την περιώνυμη αριστεία, σήκωσε πλήθος αντιδράσεων. Η ανάρτηση έγινε viral.  

Η άποψη πως «η άρνηση του πολιτικού προσήμου στην επιστήμη του, την καθιστά βαθιά αντιδραστική υπόθεση» καθώς και ο προβληματισμός πως το παραπάνω «σε κάνει να στοχάζεσαι για τη χρησιμότητα του είδους του στο κοινωνικό σύνολο», σήκωσαν θύελλα. Ο σεξισμός στον καταιγισμό των σχολίων, αφού γυναίκα αποτόλμησε την κριτική, ήταν το ένα σημαντικό, μιας και το «πλύνε πιάτα» υπήρξε μάλλον από τα επιεικέστερα. Το άλλο, λιγότερο συνηθισμένο, ήταν πως η… τολμητίας επικρίθηκε και για τις σπουδές της: θεολόγος γαρ, πώς της πέρασε από το νου να αναμετρηθεί με τον μαθηματικό; Ζήλεια, κόμπλεξ κ.ο.κ., μοναχά τέτοια ταπεινά τα κίνητρά της, σίγουρα.

Η «φωνή του λαού» υπήρξε σαφής. Άξιος και άριστος δεν είναι εκείνος που ρίχνει τα μάτια του  στην κοινωνία και στο συμφέρον της με ό,τι κι αν καταπιάνεται, αλλά εκείνος που «στέκει ψηλά» και δεν ανακατώνεται, ούτε ακούει, δουλεύει μοναχά και αριστεύει. Και ασχολείται, φυσικά, με κείνα που παραδέχεται η τρέχουσα κουλτούρα. Ομνύοντας σε ένα μοντέλο εκπαίδευσης όπως ορίζεται από την κυρίαρχη, αμερικανική ως επί το πλείστον, κατεστημένη ιδεολογία, που θέλει τις ανθρωπιστικές σπουδές στον πάτο της επιστημών. Εκεί όπου ξεπέφτουν όσοι αδυνατούν να κάνουν ό,τι και οι «ξύπνιοι δουλευταράδες», ενώ η πιθανότητα κάποιοι να τις επιλέγουν, στην κοινωνική εμπειρία παραμένει ανύπαρκτη. 

Ο ύστερος καπιταλισμός επέβαλε, και διαρκώς επιβάλλει, την εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση της παιδείας στο σύνολό της. Από την ώρα που ο κοινωνικός χαρακτήρας του κράτους καταρρέει, άρα η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων παραδίδεται στη χείρα της αγοράς, ό,τι δεν φέρνει χρήμα, κόβεται. 

Οι πολυεθνικές εταιρείες, που, βάσει νεοφιλελεύθερων προταγμάτων, εισχωρούν στα πανεπιστήμια –συνδιοικώντας ενίοτε- λειτουργούν, εννοείται, στη λογική του κέρδους. Μας χρειάζονται οι μαθηματικοί, οι επαΐοντες των υπολογιστών, οι διάφοροι του μάρκετινγκ κ.ο.κ. αλλά, στους μικρόψυχους καιρούς μας, ποιος νοιάζεται για τους θεολόγους; Τους φιλολόγους, τους φιλόσοφους, τους κοινωνικούς επιστήμονες; 

Ποιος ενδιαφέρεται να ερευνήσει τη θρησκευτικότητα και την εκμετάλλευσή της, όταν μπορεί να παίζει στα ζάρια τις τύχες των λαών με τις πολεμικές βιομηχανίες; Και, φυσικά, γιατί οι από πάνω να επενδύσουν στους κλασικούς αμφισβητίες, που τους χαλάνε τη δουλειά, όταν υπάρχουν υπερπρόθυμοι στις τάξεις των τεχνοκρατών, απολιτίκ αρίστων; 

Η δε έννοια «τεχνοκράτης» εμφανίζεται ως μόνη ορθολογική, με την αντιδραστικότητα να υποκρύπτεται: γνωρίζει κανείς άραγε «τεχνοκράτες», και πόσους, που να γνωμοδότησαν υπέρ των από κάτω;

Αλλά οι ζημιογόνες και υποχρηματοδοτούμενες κοινωνικές επιστήμες, οι οποίες σήμερα ορίζονται ως τριτο-τέταρτη επιλογή των φοιτητών, δεν είχαν πάντα τον ίδιο χαρακτήρα. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, ο βαθμός πρόσβασης σε φιλοσοφική, θεολογική, παιδαγωγικές ακαδημίες ήταν μεγαλύτερος από πολλές άλλες σχολές, συμπεριλαμβανομένων οικονομικών και πολυτεχνικών. Η σταδιακή υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου, με τους διορισμούς των εκπαιδευτικών να περικόπτονται διαρκώς, και την επικράτηση του μοντέλου της αγοράς και στην παιδεία, επέφερε την κατιούσα. 

Ό,τι πουλάει, ό,τι μετατρέπεται σε εμπόρευμα, τούτο γίνεται και αντικείμενο των σπουδών των αρίστων. Ποιος εξάλλου θα προσλάβει οπουδήποτε έναν –επί τούτου η αντίφαση- αριστερίζοντα χαϊντεγκεριανο;

Προηγουμένως, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι μαρξιστές επιστήμονες καθηγητές ΑΕΙ ελαχιστοποιούνται. Και στις οικονομικές σχολές. Η αποσύνδεση της οικονομίας από την κοινωνική έρευνα, και την κοινωνία γενικώς, είναι γεγονός, μαζί με την απαξίωση κάθε ιδεολογικού προσανατολισμού, πλην του αγοραίου νεοφιλελευθερισμού.

«Επιστήμονες», άριστοι και σπουδαίοι, λογαριάζονται μόνο εκείνοι που συμβάλλουν στην απρόσκοπτη αύξηση του κεφαλαίου, δίχως να αμφισβητούν τους εργοδότες τους, ούτε να αναρωτιούνται για την τύχη των «μη αρίστων». 

Η ποίηση, όμως; Η ιστορία ως επιστήμη; Η φιλοσοφία; Η κοινωνική μελέτη; Όλα στον κάλαθο των αχρήστων, όταν μάλιστα «ούκ έπ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος» (Ματθ. δ’ 4); Και, κυρίως, η ανάγκη της αλλαγής του κόσμου τούτου σε έναν άλλο πιο δίκαιο, ανάγκη που καλλιεργείται πρωτίστως μέσα από τις επιστήμες τις λεγόμενες ανθρωπιστικές, κι αυτή στον κάλαθο;

Αλλά ο εσμός των αρίστων, των τεχνοκρατών και των πολιτικών τους εκπροσώπων αν για κάτι νοιάζεται, δεν είναι παρά η αναπαραγωγή της εξουσίας του. Διαφθείρει και αλλοτριώνει συνειδήσεις, ώστε στην κοινωνία να πρυτανεύει η λογική της ανάθεσης σ’ εκείνους που οι ίδιοι, κατέχοντας όλα τα μέσα –παραγωγής, ενημέρωσης κ.λπ.- έπεισαν τον λαό να αναθέσει. Έτσι, αν σήμερα βολεύει το σύστημα ο άριστος μαθηματικός, αυτός και αναγορεύεται σε σταρ. Αν την επαύριον ο άριστος κομπιουτεράς, ομοίως. Φτάνει να ομιλεί «πολιτικώς ορθά».

Ο επιστήμων όμως που δεν ενδιαφέρεται για τις κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις των λόγων και των έργων του είναι, μάλλον, άνθρωπος λειψός.

«Κανένας θαυμασμός στο είδος που εκπροσωπεί. Κανένας σεβασμός επίσης», κατέληγε το σχόλιο για έναν τέτοιον επιστήμονα, επισύροντας τη γενική κατακραυγή.


Η Κατέ Καζάντη είναι δημοσιογράφος