Η ΑΓΚΥΛΩΣΗ: Ο ΣΥΡΙΖΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ


Του Κώστα Καμπιτάκη

ΣΥΡΙΖΑ: Κόμμα της Ανανεωτικής και Ριζοσπαστικής Αριστεράς, που εμπνέεται από τις ιδέες της ανανέωσης του αριστερού εργατικού κινήματος στην Ελλάδα και την Ευρώπη με στρατηγικό του στόχο τον «σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία» μέσω του «δημοκρατικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό», ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και με ταυτόχρονη προσπάθεια εισαγωγής στη φιλοσοφία του των ζητημάτων της οικολογίας.

Οργανωτικά αποτέλεσε ένα «άθροισμα» συνιστωσών ή «τάσεων».  Κατάφερε παρά ταύτα να διατηρήσει την πολιτική του ενότητα, πράγμα που του επέτρεψε να γίνει το μεγαλύτερο της  Ευρώπης και αναδειχτεί σε κυβέρνηση στην Ελλάδα της κρίσης το 2015. Από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησης ήρθε αντιμέτωπο τόσο με το Ευρωπαϊκό συντηρητικό κατεστημένο, όσο και με το σύνολο των συντηρητικών δυνάμεων στο εσωτερικό της χώρας. Οι δυνάμεις αυτές δεν κατάφεραν μόνο να εμποδίσουν την εφαρμογή του δικού του προγράμματος, αλλά το ανάγκασαν στην εφαρμογή της δικής τους σκληρής αντιλαϊκής πολιτικής λιτότητας. Κάποιες από τις συνιστώσες το εγκατέλειψαν. Παρά ταύτα σήμερα και μετά την  τετράχρονη κυβερνητική εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, οι Ευρωπαίοι αριστεροί νομίζω πως μπορούν να πουν με σιγουριά ΝΑΙ, η αριστερά μπορεί,  πρέπει ή και επιβάλλεται να κυβερνά, ακόμα και όταν ο συσχετισμός δυνάμεων δεν της επιτρέπει να πράξει όλα όσα επαγγέλλεται.  Μπορεί να πράξει πολλά προς όφελος των εργαζομένων.  Αυτό αποδείχτηκε σίγουρα.

Η επιβεβαίωση αυτής της αλήθειας ήρθε από το ελληνικό εκλογικό σώμα. Το 31,5% των Ελλήνων δήλωσαν την υποστήριξή τους στο σχήμα ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. Αυτό το ισχυρό ποσοστό επιτρέπει στην αριστερά να ελπίζει αλλά και να οργανώνει την αντεπίθεσή της ώστε να επανέλθει στην κυβέρνηση. Μόνο που αυτό το ποσοστό δεν αντανακλάται οργανωτικά. 

Η ελπίδα μπορεί να υπάρχει, αλλά τα δεδομένα δεν φαίνεται προς το παρόν να την ευνοούν. Μπορεί η οργάνωση να μην έχει πλέον συνιστώσες, -δεν υπάρχουν «άλλα κόμματα μέσα στο κόμμα»-, αλλά αυτό δυστυχώς συμβαδίζει με την πραγματικότητα ενός είδους παντελούς  απουσίας του κόμματος. Έχει αρχίσει ήδη μια σχετική συζήτηση γ' αυτό το ζήτημα. Σε πραχτικό επίπεδο ωστόσο η μέθοδος κάλυψης της αδυναμίας αυτής περιορίζεται (προς το παρόν) στην προσπάθεια εγγραφής νέων μελών, τα οποία θα πλαισιώσουν την ήδη υφιστάμενη οργανωτική και λειτουργική δομή. 

- Είναι όμως η οργάνωση ικανή να ενσωματώσει και να αξιοποιήσει θετικά τις νέες ιδέες που θα την εμπλουτίσουν, ή θα τις "καταπιεί"  και θα τις ακυρώσει, όπως συνέβη στο παρελθόν;  

- Το πρόβλημα στο κόμμα είναι μόνο ποσοτικό, εντοπίζεται στο μικρό αριθμό μελών ώστε να λυθεί με την εγγραφή νέων,  ή είναι ταυτόχρονα και ποιοτικό; 

- Μπορεί η συγκεκριμένη πυραμιδοειδής οργάνωση που λειτουργεί εν πολλοίς με κανόνες δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και γραφειοκρατικά, να ανταποκριθεί στις ανάγκες μιας κυβερνώσας αριστεράς σε μια χώρα μέλος της ΕΕ; 

- Δικαιούται άραγε κανείς στο όνομα της διατήρησης ανέπαφης αυτής της οργάνωσης, να φαλκιδεύσει την προοπτική; - Μπορεί απ’ την άλλη η Προοδευτική Συμμαχία ως παράλληλος μηχανισμός να λειτουργήσει ως καταλύτης; 

Η απάντηση νομίζω πως είναι αρνητική.

Η οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ έχει αγκύλωση. Περπατά όσο σπρώχνει το καροτσάκι ο Τσίπρας, προσπαθεί να "φάει" αλλά το πιρούνι δεν φτάνει στο στόμα (δημοτικές). Το χειρότερο είναι πως δεν το βλέπει, δεν το αντιλαμβάνεται, δεν φαίνεται να αντιδρά και να αναζητά τη θεραπεία.  Ίσα – ίσα φαίνεται να αντιδρά σε κάθε πρόταση που επιδιώκει το σπάσιμο του κελύφους που την προστατεύει. 

Θυμίζω για του λόγου το αληθές την εισηγητική πρόταση της ΚΕ προς το 2ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, που μιλούσε για την κατάργηση της σημερινής κάθετης οργάνωσης και την αντικατάστασή της με την οριζόντια, η οποία παραπέμφθηκε για συζήτηση σ’ ένα καταστατικό συνέδριο που δεν έγινε ποτέ. 

Φοβούμαι σήμερα, πως η συζήτηση που αγνοεί την αγκύλωση και που περιορίζεται στον τρόπο εκλογής του προέδρου μόνο, μπορεί να είναι χρήσιμη, αλλά δεν φτάνει. Όσοι πραγματικά ενδιαφέρονται για το κόμμα, νομίζω πως οφείλουν πριν απ’ όλα να ψάξουν για τη θεραπεία της αγκύλωσης.



Ο Κώστας Καμπιτάκης είναι Γεωπόνος, πρώην πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ 


ΤΙ ΚΟΜΜΑ ΘΕΛΟΥΜΕ;


«Μπορεί να υπάρχει λύση καισαρική  χωρίς Καίσαρα. Χωρίς μια μεγάλη
                                 προσωπικότητα ηρωική και  αντιπροσωπευτική»          
               A.Gramsci
  
Του Σήφη Φανουράκη


Στην αριστερά ο «αρχηγισμός» - μετά τη σταλινική περίοδο - δεν έχει μεγάλη παράδοση. Το αρχηγικό κόμμα δεν είναι συσπείρωση ανθρώπων υπό μία χαρισματική προσωπικότητα, όπως νομίζουν πολλοί, που η ύπαρξή του εξαρτάται από αυτήν την προσωπικότητα. Είναι το κόμμα στο οποίο ο αρχηγός, με τις «ικανότητές του», διευθετεί  τις αντιθέσεις και γι’ αυτό η ισχύς του είναι απεριόριστη. Έτσι όμως αναπαράγεται  η δομή του αυταρχικού αστικού κράτους με τον πανίσχυρο πρωθυπουργό ή πρόεδρο.

Μια τέτοια  δομή συνεπάγεται φυσικά και την επικράτηση των προσωπικών επιλογών του εκάστοτε «αρχηγού», αλλά και την απόλυτη ευθύνη του.
Στα αστικά κόμματα η νίκη είναι το «προσωπικό στοίχημα» του αρχηγού, ο οποίος μετά από μια ήττα παραιτείται.

Στα  αριστερά κόμματα όμως δεν υπάρχουν προσωπικά στοιχήματα, γιατί δεν εκχωρούν  τη συλλογική ευθύνη τους σε κανέναν, ούτε το δικαίωμα να παραιτείται όποτε αισθάνεται θιγμένος.

Ο τρόπο εκλογής του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, δεν πρέπει να  θεωρείται αυτονόητος, δηλαδή απ’ ευθείας από τους ψηφοφόρους του. Ένας τέτοιος τρόπος εκλογής επηρεάζει αποφασιστικά ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του κόμματος.

Είναι σαφές ότι, ο  πρόεδρος ενός αριστερού κόμματος, με συλλογική ηγεσία, αποτελεί το πρόσωπο που συντονίζει  τα συλλογικά όργανα σε ηγετικό επίπεδο, συμμετέχει στην  επεξεργασία της πολιτικής του, και έχει την ευθύνη της δημόσιας έκφρασης των αποφάσεων και της δράσης του κόμματος.

Αν είναι έτσι τότε δεν θα πρέπει να αποτελεί « μονοπρόσωπο» όργανο, αλλά να είναι μέρος ενός ευρύτερου συλλογικού οργάνου, που θα εκλέγεται από αντιπροσωπευτικό σώμα που εκλέγεται απευθείας από τη βάση του κόμματος.
Η προώθηση εκλογής  του προέδρου απ΄ευθείας από τους ψηφοφόρους θα λειτουργεί πλέον, ως θεσμοθέτηση μιας μονοπρόσωπης θέσης που θα αντλεί τη νομιμοποίηση των πράξεών  της από ένα όργανο «αόριστο» και θα αποτελεί έναν παράλληλο θεσμό μονοπρόσωπο, τον θεσμό του Προέδρου.

Με λίγα λόγια, ο πρόεδρος θα λειτουργεί ως προσωποπαγές όργανο «δίκην συλλογικού οργάνου», δίπλα σε άλλα συλλογικά όργανα, το σώμα των συνέδρων και την Κ.Ε. εκλεγμένα και αυτά από την ίδια «βάση». Αυτά τα όργανα νομιμοποιημένα από το ίδιο «σώμα» μπορεί να αλληλοαναιρούνται ή και να συγκρούονται.

Άλλωστε αυτό έγινε κανόνας μετά το 1Ο συνέδριο. Μήπως θα πρέπει λοιπόν να αναρωτηθούμε: τι κόμμα θέλουμε, σε συνδυασμό με το τι πολίτευμα θέλουμε;

Αν το κόμμα έχει ως στόχο, τον μετασχηματισμό της κοινωνίας και την «καταστροφή» του διαχωρισμού της κυρίαρχης εξουσίας από την κοινωνία, τότε είναι αναγκαία  η χειραφέτηση που αποτελεί το  πρώτο βήμα για την κατάργηση του κράτους, ή της εξουσίας μηχανισμών.

Ο σύγχρονος μύθος  του «αρχηγού»  δε  μπορεί να είναι ένα πραγματικό πρόσωπο, ένα άτομο συγκεκριμένο. Μπορεί να είναι μονάχα ένας οργανισμός ένα σύνθετο στοιχείο της κοινωνίας, πού σε αυτό έχει ήδη αρχίσει να συγκεκριμενοποιείται μια συλλογική θέληση, αναγνωρισμένη και συγκεκριμενοποιημένη μέσα στη δράση.

Τον οργανισμό αυτό τον υποδεικνύει ή ιστορική εξέλιξη και είναι το πολιτικό κόμμα, όπου, στον πρώτο του πυρήνα συνοψίζονται τα σπέρματα της συλλογικής θέλησης, που προωθεί μια πλήρη και βαθιά ρήξη με το παλιό σύστημα κοινωνικών σχέσεων και μια οικοδόμηση ενός νέου συστήματος σχέσεων, που αγκαλιάζει το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων.

Άλλωστε, ο Γκράμσι μας υπογραμμίζει ότι η μέθοδος της πολιτικής που διδάσκει ο Μακιαβέλι στηρίζεται στην ιδέα, ότι η πολιτική έχει τη δική της αυτονομία· υπακούει στους δικούς της νόμους μακριά από την παραδοσιακή ηθική και θεωρεί ότι: η πολιτική τοποθετεί τα θεμέλια μιας νέας ηθικής, της οποίας ο στόχος είναι η διάσωση της κοινότητας του κράτους.

Για τον Γκράμσι, ο Ηγεμόνας, είναι ένας διανοούμενος και ηθικός μεταρρυθμιστής· αυτός ο διανοούμενος και ηθικός μεταρρυθμιστής είναι, το κόμμα που αποτελεί έκφραση μιας συλλογικής διαδικασίας προς έναν προσδιορισμένο πολιτικό στόχο.

                                                     
Ο Σήφης  Φανουράκης είναι αρχιτέκτονας