ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΑΙΑ ΤΙΜΗ ΒΙΒΛΙΟΥ (Ε.Τ.Β.)


Του Μανόλη Παπουτσάκη


Πώς έγινε και χάθηκε η μάχη για την ΕΤΒ; Πώς έγινε και η απόλυτη σύμπνοια του κλάδου του βιβλίου υπέρ της ΕΤΒ να μην μπορέσει να συγκρατήσει τη νεοφιλελεύθερη μανία που οδήγησε στην κατάργηση του προστατευτικού εκείνου μέτρου που βοήθησε καθοριστικά στην άνθιση του κλάδου;

Συνέβη γιατί ο κλάδος βρέθηκε σε κατάσταση υστέρησης συσπείρωσης και μαχητικότητας; Μήπως επειδή βρέθηκε σε κατάσταση απουσίας αλληλεγγύης; Σε κατάσταση έλλειψης πολιτικού στοχασμού και στόχου; Οι μεγάλοι εκδότες θεώρησαν πως ο αγώνας έπρεπε να κερδηθεί χωρίς παραχωρήσεις στους –ευκαιριακά σύμμαχους- μικρούς εκδότες. Οι μικροί εκδότες δεν ήλπιζαν ότι θα κερδίσουν κάτι από μια νίκη και οι βιβλιοπώλες –πραγματικά αδύναμοι- ακολούθησαν ασθμαίνοντας χωρίς συνοχή και μαχητικότητα. Συνέβη γιατί  η απορρύθμιση του κλάδου τα προηγούμενα χρόνια δημιούργησε τις προϋποθέσεις να μην μπορεί να κερδηθεί καμιά σοβαρή μάχη.                                                  
Ο κλάδος του βιβλίου από την δεκαετία του ’90 και μετά επέδειξε ιδιαίτερη αντοχή στις τάσεις συγκέντρωσης που στις μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές βιβλίου έτρεχαν ταχύτατα. Βέβαια, ο λόγος δεν ήταν τόσο μια πολιτική αντίληψη που ήταν αντίθετη στη συγκέντρωση και την ομογενοποίηση, όσο η τοπική ιδιομορφία του να επιμένει κάποιος στην ιδιαίτερη, επαγγελματική προσωπική έκφραση την οποία δεν θυσίαζε με κανένα αντίτιμο. Απόδειξη περί αυτού αποτελούν η έλλειψη συνεργασιών και συνεργατικών σχημάτων, αλλά και η συνδικαλιστική αφασία του κλάδου. Ανεξάρτητα, όμως, από τις προθέσεις η πραγματικότητα αυτή λειτούργησε θετικά για το πλήθος και την ποικιλία των εκδόσεων, άρα και για την κυκλοφορία των ιδεών και την κάλυψη των αναγκών των αναγνωστών.

Ο κλάδος του βιβλίου παραδοσιακά στάθηκε φιλικός προς την Αριστερά και τις ιδέες της. Άλλωστε, πολλοί φωτισμένοι πολίτες, με ανήσυχο πνεύμα, μαχητές της δημοκρατίας, με θητεία στα νησιά και τις φυλακές, μπήκαν στον κόσμο του βιβλίου σε μια προσπάθεια πρόσβασης στην οικονομική ζωή και εξασφάλισης ενός εισοδήματος. Ο χώρος υπήρξε προοδευτικός, όχι με την στενή πολιτική έννοια της συγκεκριμένης ιδεολογικής αναφοράς, αλλά και με την έννοια της συνεχούς αναζήτησης νέων τρόπων ανάπτυξης της ποιότητας, του εύρους του αντικειμένου, της καταιγιστικής προσφοράς σε μια αγορά που η ζήτηση, πιθανόν, δεν μπορούσε να ακολουθήσει. Φαίνεται πως στο χώρο του βιβλίου η καταστολή υπήρξε αναποτελεσματική. Το μετεμφυλιακό κράτος δεν καθόρισε εμφατικά την πορεία του κλάδου. Μια πιθανή ερμηνεία αποτελεί η παραδοσιακά χαμηλή αναγνωσιμότητα στο γενικό πληθυσμό. Πράγμα που σημαίνει πως το βιβλίο δεν θεωρούνταν πολύ επικίνδυνο, όσο π.χ. οι εφημερίδες και αργότερα η τηλεόραση.

Η εκδοτική άνοιξη μετά τη μεταπολίτευση του ’74 -που μετατράπηκε σε έκρηξη μετά το ’80- ήρθε σαν αποτέλεσμα της ασυγκράτητης ανάγκης για ελεύθερη πολιτική έκφραση, της βελτίωσης των εισοδημάτων, της γενίκευσης της δημόσιας εκπαίδευσης, της αύξησης της κοινωνικής κινητικότητας, της διαδικασίας εκδημοκρατισμού των σχέσεων των φύλων και άλλων πολλών λόγων που μπορούν να σημειωθούν. Η γρήγορη ανάπτυξη του κλάδου δημιούργησε προσδοκίες, αλλά γέννησε και τις παρενέργειες της. Το μικρό μέγεθος του κλάδου επέτρεψε σε όλους να εντοπίσουν εύκολα ποιοι και πώς επιθυμούν τη συγκέντρωση της αγοράς. Η διεθνής (ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία κλπ.) εμπειρία μας ήταν ήδη γνωστή. Στη δεκαετία του ’90 ο φιλελευθερισμός έχει ενσκήψει, οι συνέπειες της οικονομικής παγκοσμιοποίησης είναι γεγονός, έτσι ώστε ο χώρος του βιβλίου να αναζητά τρόπους προστασίας από την επέλαση μιας ασύδοτης αγοράς.
       
Η ελληνική πολιτεία σε μια σπάνια επίδειξη πολιτικής οξυδέρκειας άκουσε το καθολικό σχεδόν αίτημα του κλάδου μας -εκδοτών και βιβλιοπωλών- και θεσμοθέτησε το 1997 την ΕΤΒ, όπως είχε γίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες παλιότερα. Στόχος αυτού του μέτρου ήταν να προστατέψει το ποιοτικό βιβλίο στην Ελλάδα, καθώς και τους δημιουργούς, εκδότες και βιβλιοπώλες που το υπηρετούν. Αποτέλεσε ένα εργαλείο που υποστηρίζει τον πλουραλισμό και την πολυφωνία των ιδεών, αφού δίνει στήριγμα στα βιβλία, που από τη φύση τους είναι αντιεμπορικά και απευθύνονται σε μη ευρύ κοινό. Τα βιβλία, δηλαδή, που κατά γενική παραδοχή προάγουν τη μόρφωση, την παιδεία και τελικά την δημοκρατία. Παράλληλα δόθηκε χώρος και στην ελεύθερη εμπορική δράση, καθώς η δέσμευση για  ΕΤΒ δεν απέκλειε την έκπτωση στους αναγνώστες, αλλά και αφορούσε μόνο τα βιβλία που είχαν εκδοθεί ή ανατυπωθεί μέσα στην τελευταία διετία.   
          
Η ΕΤΒ αποτελεί τη σημαντικότερη μεταπολιτευτικά παρέμβαση για το βιβλίο. Οι προβλέψεις του κλάδου δικαιώνονται εκ του αποτελέσματος. Η διαδικασία συγκέντρωσης δεν διεκόπη, ωστόσο παρατηρήθηκε ανάσχεση του ρυθμού της. Ο ανταγωνισμός δεν καταργήθηκε, αλλά επικεντρώθηκε περισσότερο στην ποιότητα. Κανένας εκδότης δεν μπόρεσε να κατακτήσει ηγεμονική θέση στην αγορά. Οι τιμές συγκρατήθηκαν καθώς υπολείπονταν της αύξησης του γενικού δείκτη, όπως αυτός διαμορφώθηκε από τις αυξήσεις σε άλλα προϊόντα. Ο αριθμός των εκδοτών αυξήθηκε κατακόρυφα, καθώς και τα επιστημονικά πεδία που κάλυψε η παραγωγή.  

Η ΕΤΒ πέτυχε το βασικό στόχο της. Την προάσπιση της ποικιλίας της βιβλιοπαραγωγής, την εξασφάλιση στοιχειώδους ασφάλειας για τους εκδότες που επενδύουν σε επιστημονικά, δοκιμιακά, αντιεμπορικά βιβλία, την προστασία των βιβλιοπωλών από τον άνευ αρχών ανταγωνισμό των μεγάλων μονάδων και αλυσίδων, τη στήριξη στους βιβλιοπώλες που επιθυμούν να κινηθούν έξω από τον αστερισμό των best sellers, τη βελτίωση της ποιότητας των εκδόσεων, την πρόσβαση των αναγνωστών σε όλο και μεγαλύτερη γκάμα αντικειμένων, την κάλυψη των ιδιαίτερων ενδιαφερόντων τους.

ΚΑΙ ΤΩΡΑ;

Πολλοί πιστεύουν πως η κατάργηση της ΕΤΒ βοηθά την πρόσβαση των βιβλιόφιλων σε φτηνό βιβλίο. Η εμπειρία από την εξέλιξη των τιμών σε συνθήκες απουσίας της αποδεικνύει το αντίθετο. Αν οι συντελεστές διαμόρφωσης του κόστους του βιβλίου αυξάνονται (πχ. ΦΠΑ εκτύπωσης, βιβλιοδεσίας κλπ.), αν οι εκδότες εκβιάζονται για αύξηση της χονδρικής τιμής από τις μεγάλες αλυσίδες και τις εκπτωτικές μονάδες, τότε η τιμή δεν μειώνεται. Αν η ΕΤΒ είχε σαν στόχο απλώς να υπερασπιστεί τα μικρά βιβλιοπωλεία και τους μικρούς εκδότες, εύκολα θα λέγαμε πως μπορούμε και χωρίς αυτούς. 


Αλλά αυτό που προέχει είναι να εξασφαλίσουμε πως πληθώρα βιβλίων που σήμερα κρίνονται αντιεμπορικά και χαμηλής ζήτησης θα συνεχίσουν να εκδίδονται. Αυτό που προέχει είναι να εξασφαλίσουμε πως όλοι οι βιβλιόφιλοι θα βρίσκουν στα ράφια των βιβλιοπωλείων τα βιβλία που τους ενδιαφέρουν και τους ολοκληρώνουν ως πολίτες και ως ανθρώπους. 

Σε όλες τις χώρες που ισχύει η ΕΤΒ αυτό τονίζεται στα προοίμια των νόμων, καθώς και η ιδιαιτερότητα του βιβλίου ως πολιτιστικού αγαθού και όχι απλού εμπορικού προϊόντος. Τονίζεται, επίσης, η αποφασιστική παρουσία και συνεισφορά των μικρών ή ανεξάρτητων βιβλιοπωλείων στη διάδοση του βιβλίου, ιδιαίτερα του μη εμπορικού.  Εδώ αξίζει να τονιστεί πως η σχέση του βιβλιοπώλη με το κοινό του είναι ουσιώδης και αμφίδρομη. 

Η λειτουργία των ανεξάρτητων βιβλιοπωλείων είναι δημιουργικά παρεμβατική, αφού αποτελούν τα σημεία εκείνα στα οποία οι νέες ιδέες συναντούν τους πολίτες που τις αναζητούν. Οι ανεξάρτητοι βιβλιοπώλες και το περιβάλλον τους έχουν σαν κέντρο το βιβλίο και τους ανθρώπους του, αντιστεκόμενοι στα νέα ήθη μιας αγοράς μαζικής και αποκλειστικά επικοινωνιακής. Είναι οι χώροι που οι πολίτες –ιδίως οι νέοι- δεν θα καταναλώσουν απλώς, αλλά θα συζητήσουν, θα ενημερωθούν, θα προτείνουν.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύτηκε προεκλογικά με τον πιο επίσημο τρόπο για την επαναφορά της ΕΤΒ. Οι προσδοκίες του κλάδου υπήρξαν λογικές και εκδηλώθηκαν αμέσως από την αρχή της νέας κυβέρνησης. Ωστόσο, υπήρξε μια περίεργη ολιγωρία η οποία αποδίδεται στην άρνηση των θεσμών να ανατραπούν τα νομοθετήματα του μεσοπρόθεσμου (Φεβρουάριος 2014). Παρά τις επίσημες τοποθετήσεις υπέρ της ΕΤΒ από τους υπουργούς Πολιτισμού, την σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Επιτρόπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τις παραινέσεις των γερμανών και γάλλων εκδοτών (κάτι αντιλαμβάνονται αυτοί) προς την ελληνική κυβέρνηση και τους εταίρους μας περί ανάγκης ταχύτατης επαναφοράς της ΕΤΒ τίποτα δεν έχει αλλάξει. 

Από την άλλη ο κλάδος αποδεικνύεται απρόθυμος ή ανήμπορος να υποστηρίξει μια εμπορική πολιτική που θα δημιουργεί αποτελέσματα ανάλογα με την ΕΤΒ χωρίς να περιμένει την επανανομοθέτησή της. (Ας σημειωθεί εδώ πως στη Γερμανία υπήρξε ΕΤΒ με  αυτορύθμιση, κατόπιν άτυπης συμφωνίας εκδοτών και βιβλιοπωλών για περισσότερο από έναν αιώνα πριν την νομοθέτησή της, η οποία κατέστη αναγκαία με την εμφάνιση των πρώτων αλυσίδων και της επιθετικής τους πολιτικής).                   

Επιπλέον, αμφισβητείται έντονα το δημοσιονομικό όφελος από την κατάργηση της ΕΤΒ. Οι θέσεις εργασίας που έχουν χαθεί τα τελευταία τρία χρόνια από τα βιβλιοπωλεία της Αθήνας, αλλά και της περιφέρειας δεν αναπληρώνονται από τις αλυσίδες και τα εκπτωτικά κέντρα. Άλλωστε, η πολιτική τους στα θέματα εργασίας στηρίζεται στην ένταση της εργασίας, την αλλοίωση των εργασιακών όρων, άρα και των αμοιβών και ασφαλιστικών εισφορών. Οι απώλειες σε φόρους και ασφαλιστικά έσοδα από τη συρρίκνωση του κλάδου δεν έχει αποτιμηθεί.

Η απλή επαναφορά της ΕΤΒ όπως προβλεπόταν στο νόμο που καταργήθηκε ασφαλώς θα ήταν σημαντική πρόοδος, αλλά -δεδομένων των εξελίξεων στον κλάδο και στην τεχνολογική εξέλιξη- δεν αρκεί πια. Πιστεύουμε πως στο νέο νόμο πρέπει να υπάρχει οπωσδήποτε πρόβλεψη για τα ξενόγλωσσα και τα ελληνικά φροντιστηριακά βιβλία, καθώς και για τις πωλήσεις μέσω ηλεκτρονικών καταστημάτων. Επίσης, πρέπει να προβλέπεται η παρακολούθηση της τήρησης του νόμου με βασική ευθύνη της πολιτείας και οι παραβάσεις του να διώκονται αυτεπάγγελτα.. 

Η εμπειρία έχει δείξει πως η ΕΤΒ αντιμετώπισε δυσκολίες από την αρχή της θεσμοθέτησης της, μιας και η επινοητικότητα και το θράσος όσων ήθελαν να την προσπεράσουν ήταν ανεξάντλητα. Πολλοί από αυτούς διέθεταν την οικονομική δυνατότητα να αντιμετωπίσουν νομικές συνέπειες, αλλά βασίζονταν και στην έλλειψη συνοχής και συνέπειας του κλάδου στην εφαρμογή του νόμου. Αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη για το μέλλον.                                                                                                                            
Η αλήθεια είναι πως, στις χώρες που υπάρχει ΕΤΒ τηρείται με φανατισμό και επικαιροποιείται για να λειτουργεί αποτελεσματικά. Αυτό, όμως που σίγουρα υπάρχει στις χώρες αυτές είναι επίσημη πολιτική για το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες και τα βιβλιοπωλεία. Μια πολιτική που θα ιδρύει και θα στηρίζει τις Δημόσιες Βιβλιοθήκες και θα συνδέει την εκπαιδευτική διαδικασία με την ανάγνωση ως απαραίτητο μέσο πρόσβασης στη γνώση. Μια πολιτική που θα στόχευε στην αύξηση της αναγνωσιμότητας στη χώρα μας, που καταμετράται ως η χαμηλότερη στην Ευρώπη. 

Η ΕΤΒ απλώς συμπληρώνει μια ολόκληρη δέσμη μέτρων που στηρίζουν τη γνώση, τη μόρφωση, την εκπαίδευση σαν μέσα προάσπισης της δημοκρατίας και της προόδου. Ακριβώς, αυτά λείπουν διαχρονικά από τις προτεραιότητες της ελληνικής πολιτείας.

Ποιο πρέπει να είναι το σταθερό στοίχημα όλου του κλάδου; Πώς θα αυξηθεί η αναγνωσιμότητα στη χώρα μας και ταυτόχρονα πώς θα συγκρατηθεί η τιμή των βιβλίων. Πιστεύουμε ότι αυτά τα δυο πρέπει να αναζητηθούν μαζί. Δύσκολα πια μπορεί να διεκδικήσουμε το ένα χωρίς να υπερασπιστούμε το άλλο. Όλοι μαζί θα «επινοήσουμε» τις λύσεις, χωρίς να περιμένουμε πότε θα εκδηλωθεί επίσημη πολιτική πρωτοβουλία. Δεν μπορούμε να περιμένουμε τις όποιες δημιουργικές πρωτοβουλίες από την πολιτεία. Ο κόσμος του βιβλίου μπορεί να δημιουργήσει μια πολιτική βιβλίου, που δεν υπήρξε ποτέ. Οι εξαγγελίες του Υπουργείου Πολιτισμού αποτελούν μια εκ νέου δέσμευση, που εναπόκειται να επιβεβαιωθεί. Και το σημαντικότερο: ο κλάδος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις όποιες εξαγγελίες ως δώρο ή οφειλή της Πολιτείας απεμπολώντας τις όποιες δυνατότητες έχει να συμμετέχει στη διαμόρφωση της νέας πολιτικής. Η κατάσταση είναι επείγουσα. Άλλωστε οι εξελίξεις μετά την κατάργηση της Ενιαίας Τιμής Βιβλίου είναι ενδεικτικές. 

Η συγκέντρωση γιγαντώθηκε, οι εκδότες έχουν τρομάξει, οι βιβλιοπώλες αδυνατούν να αντέξουν άλλο.                                                                                                                                                 
Ο κλάδος του βιβλίου πρέπει να υπερασπιστεί το δικαίωμα των πολιτών στη γνώση και στη μόρφωση. Αυτό αποτελεί καθήκον απέναντι στη χώρα και την κοινωνία. Όλα τα άλλα έρχονται μετά. Σήμερα είναι πιο ορατό από ποτέ πόσο η απουσία γνώσης έχει οδηγήσει σε ένα έλλειμμα πολιτικής συμμετοχής και αποστασιοποίησης από κάθε κοινωνική συνεκτική δράση. Ο πολίτης, ιδιαίτερα ο νέος άνθρωπος, χωρίς στοιχειώδη κοινωνική μόρφωση και με κολοβή ενημέρωση απομένει μόνος και ανυπεράσπιστος, αδυνατώντας να κατανοήσει τον κόσμο γύρω του, να οργανώσει τις σκέψεις του και να ενεργήσει. Ενδίδει σε συνθηματολογίες, υποκύπτει στον κοινωνικό αυτοματισμό, ακολουθεί σταθερή πορεία προς ένα χειρότερο μέλλον από το παρόν που ζει.



Ρούσου Χούρδου 8
71201 Ηράκλειο Κρήτης
               Τηλ.: 2810 282303


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Δε θα πρέπει κάποια στιγμή στην εξίσωση εκδότης-βιβλιοπώλης να μπει και ο αναγνώστης ο οποίος τελικά αγοράζει τα βιβλία; Ξέρουμε όλοι ότι στα επιστημονικά - για τα οποία προφανώς αναφέρεστε διότι στα λογοτεχνικά εξακολουθεί να ισχύει η ενιαία τιμή - πολλοί εκδότες είτε προέβαιναν σε υπερκοστολογήσεις για να τα μοιράσουν στα πανεπιστήμια είτε τα δίναν σε κυριακάτικες εφημερίδες και σε εξευτελιστικές τιμές, αφού πρώτα την αρχική έκδοση τη διέθεταν σε υψηλή τιμή. Για τους νέους επιστήμονες, ιδίως στις ανθρωπιστικές σπουδές, η αγορά πολλών βιβλίων είναι επιβεβλημένη λόγω των περικοπών στις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες. Δε θα πρέπει κάποια στιγμή και οι εκδότες να εξορθολογίσουν τις τιμές των βιβλίων που βγάζουν; Και μιλάω από τη σκοπιά κάποιου που αγοράζει 2-3 βιβλία τη βδομάδα.

Κώστας Ελευθερίου