ΑΡΙΣΤΕΡΟΙ ΔΙΑΝOΟΥΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΣΜΟΣ


Του Σήφη  Φανουράκη



Μεταξύ των «αριστερών διανοουμένων», συμπεριλαμβανομένων των οικονομολόγων, μπορούμε να αναγνωρίσουμε δύο κυρίαρχες θέσεις σχετικά με την κρίση της ζώνης του ευρώ.

Από τη μια, κάποιοι από αυτούς πιστεύουν ότι, μια έκρηξη της ζώνης του ευρώ θα οδηγήσει σε οικονομική καταστροφή και σύγκρουση των λαών της Ευρώπης. Και το επιχείρημά τους βέβαια είναι ότι : η οικονομική και νομισματική ένωση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη διασφάλιση της ειρήνης μεταξύ των λαών της Ευρώπης.

Από την άλλη το επιχείρημά τους, ότι η οικονομική και νομισματική ένωση - και γενικότερα το ελεύθερο εμπόριο - θα εξασφαλίσει την ειρήνη μεταξύ των εθνών, δεν είναι επαρκές και  ιστορικά στοιχειοθετημένο, δεδομένου ότι στις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου υπήρχε πλήρης ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων και υπήρχε ένα σύστημα σταθερών συναλλαγματικών σε ποσοστά, σχεδόν όσο και του ευρώ σήμερα.

Οι διανοούμενοι - ιδιαίτερα της Αριστεράς - που υπερασπίζονται  τη ζώνη του ευρώ, θα πρέπει να έχουν πειστικά επιχειρήματα για την υποστήριξη των θέσεών τους. Ειδικότερα, θα πρέπει να εξηγήσουν αν πιστεύουν ότι, για να παραμείνει ένα κράτος στην ευρωζώνη θα πρέπει να προσαρμοστεί σε κάθε πιθανή διαφορά μεταξύ των επιτοκίων και των ρυθμών ανάπτυξης του ονομαστικού ΑΕΠ.

Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός, ότι στη δεκαετία του τριάντα αποδείχτηκαν μάταιες οι προσπάθειες  για την αποπληρωμή του εξωτερικού χρέους, που δημιούργησε τις υλικές προϋποθέσεις για την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία.

Στο «αρχιπέλαγος» των διανοουμένων και οικονομολόγων  της αριστεράς, υπάρχει επίσης η θέση ότι: μία έξοδος από τη ζώνη του ευρώ θα μπορούσε να αντλήσει πολλά περισσότερα πλεονεκτήματα από μειονεκτήματα και το επιχείρημα αυτό συνήθως υποστηρίζεται σε μερικές περιφερειακές χώρες της Ένωσης.
























Υπάρχουν, ωστόσο διάφορες πτυχές σε αυτή τη θέση και θα πρέπει να αποσαφηνιστούν καλύτερα:
Πρώτον, η μετάβαση από ένα σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών σε ένα σύστημα ευέλικτων συναλλαγματικών ισοτιμιών είναι συνήθως αναμενόμενη και ακολουθείται από μαζική φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό. Έτσι μια ομαλή διαχείριση της μετάβασης στη συνέχεια απαιτεί την αποκατάσταση των αποτελεσματικών μηχανισμών για την παρακολούθηση της κυκλοφορίας των κεφαλαίων.  

Δεύτερον, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της το γεγονός ότι η έξοδος από το ευρώ θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των ιδίων των μισθών και της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, ακόμη και με την παρουσία μέτριου πληθωρισμού. Εξάλλου δεν πρέπει να αγνοούμε την σχέση του κόστους εργασίας και το σύστημα συναλλαγματικών ισοτιμιών.

Το πρόβλημα που τίθεται στη συνέχεια, τουλάχιστον από την άποψη της απασχόλησης, είναι ο προσδιορισμός των κριτηρίων που καθιστούν δυνατή την αποτροπή του βάρους της υποτίμησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας, στους μισθούς.

Όμως, η αναζήτηση συμμαχιών με στόχο την επαναφορά των περιορισμών στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, που επιτρέπει περισσότερο έλεγχο πάνω από τη δυναμική της συναλλαγματικής ισοτιμίας, είναι μία από τις πιθανές επιλογές.

Τρίτον, θα πρέπει να προσδιοριστεί καλύτερα η σχέση της «εξόδου», με την αξία των εθνικών περιουσιακών στοιχείων, τα οποία θα μπορούσαν να μειωθούν περαιτέρω, στο σημείο της δημιουργίας ευνοϊκών συνθηκών για τις ξένες αγορές.

Ωστόσο, ακόμη και οι υποστηρικτές της εξόδου από το ευρώ σε συνθήκες ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων και των εμπορευμάτων, φαίνεται να υποτιμά τις αρνητικές συνέπειες μιας τέτοιας επιλογής.

Επομένως, μια «άλλη» επιλογή, θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής : αν απορριφθεί το ενιαίο νόμισμα, είναι σαφές ότι οι περιφερειακές χώρες της Ένωσης μπορούν να συμφωνήσουν να διαλυθεί και η ενιαία ευρωπαϊκή αγορά.

Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, το εργατικό κίνημα και τα κινήματα πολιτών θεωρούν ότι, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προσφέρει περισσότερο χώρο για τους λαϊκούς αγώνες, και κατά συνέπεια, για μια προοδευτική πολιτική.

Υπάρχει βέβαια, η επιλογή του «νεο-προστατευτισμού» η οποία είναι ίσως το τελευταίο χαρτί που οι περιφερειακές χώρες θα μπορούσαν αξιόπιστα να παίξουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για να πείσουν τη Γερμανία ότι η κρίση είναι πιθανό  να κοστίσει ακριβά στις ισχυρότερες χώρες.

Πάντως, η μόνη προοπτική που αποτελεί πραγματικό φόβο είναι ότι : η κρίση του ευρώ θέτει υπό αμφισβήτηση ακόμη και την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, όπου επικρατεί η διαδικασία συγκεντροποίησης των κεφαλαίων και της «περιθωριοποίησης» των ευρωπαϊκών περιφερειών.
Η λογική πίσω από αυτές τις επιλογές είναι αποικιακή, η οποία αποσκοπεί στην οικοδόμηση  ενός συστήματος, μιας διπλής αγοράς εργασίας, και της συγκέντρωσης  του πλούτου του Νότου, στα χέρια του Βορρά.

Ο Ευρωπαϊσμός δεν ενώνει πλέον και επικρατεί σταδιακά ένας ιδιόρρυθμος αντιευρωπαϊσμός με μια «θεωρία εξόδου», για την ώρα, από την Ευρωζώνη.

Το τελευταίο διάστημα εδραιώνεται μια γενικευμένη «αντίθεση» στην Ε.Ε., η οποία ονομάζεται ευρωσκεπτικισμός . Είναι μια οριζόντια αντίθεση και αφορά όλους τους χώρους (δεξιά-αριστερά), χωρίς να «αποπροσανατολίζει» και μάλιστα, συμπυκνώνεται στην βασική ιδέα ότι :  οι υφιστάμενοι ευρωπαϊκοί  θεσμοί και οι διαδικασίες δεν επιδέχονται βελτιώσεων ή νέων ρυθμίσεων, επομένως η διέξοδος ευρίσκεται σε μια διαδικασία «ρήξης και ανατροπής» από τον επικρατούντα «γερμανισμό» που αποτελεί πλέον το «όρυγμα» στο οποίο θα ενταφιαστεί το ενιαίο νόμισμα.

Το πιο πιθανό είναι, οι μισθοί να μείνουν εντελώς απροστάτευτοι, σε μια πιθανή αύξηση των τιμών και αναδιανομή ή υπερ-συγκέντρωση του πλούτου και οι   «αστικές τάξεις» θα επισπεύσουν την «εκταφή» του Friedman και τις ευέλικτες συναλλαγματικές ισοτιμίες.

Από την άλλη, η υποτίμηση θα χρησιμοποιηθεί, προκειμένου να υπάρξει «ελκυστικότητα» για τα ξένα κεφάλαια στο κυνήγι εξαγορών.

Όμως, το οικονομικό σύστημα παραμένει το ίδιο, είτε με ευρώ είτε με δραχμή, και  ας μη μας διαφεύγει ότι το ευρώ αποτελεί, εργαλείο καπιταλιστικής  κυριαρχίας και ταξικής σύγκρουσης.
Το να λέμε δε ότι, η Ευρώπη  μπορεί  να « χτιστεί»  μέσα από τους αγώνες, αυτό αποτελεί τη μισή αλήθεια.

Όλοι όσοι αγωνίζονται για μια «άλλη» Ευρώπη, ή κατά της Ευρώπης, χωρίς να θέτουν σε αμφισβήτηση την σημερινή δομή της, είναι πιθανό να επιδίδονται  σε μάταιες ρητορείες και η κριτική τους κινδυνεύει να γίνει  «ηρεμιστικό».

Σε κάθε περίπτωση, η Ε.Ε. μπορεί να  «επανιδρυθεί» από την «ένωση» των κρατών μεταξύ τους, με μηχανισμούς που θα διασφαλίζουν μια σταδιακή οικονομική σύγκλιση, και πάνω απόλα από ένα κοινό κοινωνικό «όραμα» ενός κοινωνικού προγράμματος, που δεν θα μεταμορφώνεται σε ενεργό ιδεολογικό μηχανισμό.



Ο  Σήφης  Φανουράκης  είναι αρχιτέκτονας

Δεν υπάρχουν σχόλια: