Του Αντώνη Σπ. Βασιλάκη
μέρος Πρώτο
Αντικείμενο
της παρούσας ανάρτησης είναι το αρχαιολογικό έγκλημα και οι τρόποι
αντιμετώπισής του. Το αρχαιολογικό έγκλημα - οργανωμένο κατά τις τελευταίες
δεκαετίες -περιλαμβάνει την καταστροφή των πολιτιστικών αγαθών που προέρχεται
με άμεσες ή έμμεσες ενέργειες, όπως ο βανδαλισμός, αλλά και την καταστροφή που
προκαλείται με τη διατάραξη του αρχαιολογικού πλαισίου στην προσπάθεια των
αρχαιοκαπήλων να ανιχνεύσουν θέσεις και να βρούμε τέχνεργα (αρχαία).
1. Θαλαμωτός μυκηναϊκός τάφος στα Αηδόνια Νεμέας στην Κορινθία. Το μισό νεκροταφείο συλήθηκε στη δεκαετία 1970-1980 (περισσότερο το 1978-80) και τα αρχαία φυγαδεύτηκαν στην Αμερική. Το 1995 γύρισαν πισω στο Μουσείο της Νεμέας.
1. Θαλαμωτός μυκηναϊκός τάφος στα Αηδόνια Νεμέας στην Κορινθία. Το μισό νεκροταφείο συλήθηκε στη δεκαετία 1970-1980 (περισσότερο το 1978-80) και τα αρχαία φυγαδεύτηκαν στην Αμερική. Το 1995 γύρισαν πισω στο Μουσείο της Νεμέας.
2. Χρυσά κοίλα δισκία με ρόδακες. Ήταν επιρράμματα σε ένδυμα.
3. Σφραγίδα από αχάτη από τα Αηδόνια Νεμέας
4. Χρυσόδετη σφραγίδα από σάρδιο από τα Αηδόνια Νεμέας.
5. Δυο μυκηναϊκά χρυσά σφραγιστικά δακτυλίδια (1500-1400 π.Χ.) από τα Αηδόνια Νεμέας. Σύμφωνα με μαρτυρία της εποχής: «Η λεηλασία έγινε από … ανθρώπους του χωριού, αλλά επίσης και από οργανωμένες ομάδες ή συμμορίες τυμβωρύχων που δρουν επί χρόνια».
Στο
αρχαιολογικό έγκλημα περιλαμβάνονται η κλοπή, η παράνομη διακίνηση και η πώληση
των αρχαιοτήτων. Δεν είναι όμως τυχαίο και το γεγονός ότι η αρχαιοκαπηλία
συμβαδίζει πολλές φορές με καλά οργανωμένα εγκλήματα όπως είναι η διακίνηση
όπλων και ναρκωτικών.
Τα αρχαία αποτελούσαν ξεχωριστά κομμάτια της ιστορίας και της λατρείας των αρχαίων κοινωνιών. Η ιστορική τους αξία είναι ανυπολόγιστη για τις κοινωνίες που τα κληρονόμησαν, αφού ως εθνικά αγαθά ταυτίζονται με τα «ιερά και όσιά» τους.
Τα αρχαία αποτελούσαν ξεχωριστά κομμάτια της ιστορίας και της λατρείας των αρχαίων κοινωνιών. Η ιστορική τους αξία είναι ανυπολόγιστη για τις κοινωνίες που τα κληρονόμησαν, αφού ως εθνικά αγαθά ταυτίζονται με τα «ιερά και όσιά» τους.
Η
παράνομη διακίνηση, η εμπορία και γενικά η οικειοποίηση εθνικών πολιτιστικών
αγαθών (=αρχαιοκαπηλία) είναι ένα παραβατικό φαινόμενο με ιστορία σε βάθος
χρόνου. Κύριο
γνώρισμα της λαθρανασκαφικής και αρχαιοκαπηλικής δραστηριότητας είναι η
βιαιότητα και η βαρβαρότητα με την οποία αφαιρούνται τα αρχαία από τον
περιβάλλον τους, τον «ορίζοντα» ή το «αρχαιολογικό στρώμα» τους, του όπως λέμε
στην αρχαιολογία.
Ήδη
στην ελληνική εποχή του χαλκού, 5000 μεχρι 3000 χρόνια πριν από τις μέρες μας, άκμαζαν
οι πρώτοι λαμπροί πολιτισμοί (κυκλαδικός, ελλαδικός, μινωικός και μυκηναϊκός).
Έχει τεκμηριωθεί από την αρχαιολογική έρευνα η συχνή παραβίαση παλιών τάφων ήδη
στην αρχαιότητα, με σκοπό την αφαίρεση των πολύτιμων αρχαίων αντικειμένων που
συνόδευαν τις ταφές (κτερίσματα). Οι θολωτοί τάφοι της Μεσαράς της 3ης
και του α΄ μισού της 2ης χιλιετίας π.Χ. αλλά και πολλοί άλλοι
αρχαίοι τάφοι στον ελληνικό εθνικό χώρο όλοι ανακαλύφθηκαν και συλήθηκαν από
τυμβωρύχους λαθρανασκαφείς.
6. Το 1979-1980 έγινε μεγάλη αρχαιοκαπηλία στο προανακτορικό νεκροταφείο (3000-1800 π.Χ.) της Μονής Οδηγήτριας στα Αστερούσια. Η υπηρεσία ξεκίνησε ανασκαφή μετά την αρχική σύληση, αλλά τη διέκοψε λόγω χειμώνα. Η λαθρανασκαφή επαναλήφθηκε το χειμώνα και την άνοιξη του 1980. Τον Ιούλιο επαναλήφθηκε η ανασκαφή. Τα αρχαία της αρχαιοκαπηλίας κατέληξαν στη Συλλογή του Μητσοτάκη στα Χανιά. Αργότερα «δωρίστηκαν» στο Μουσείο Χανίων. Στην εικόνα ο τάφος μετά τη λαθρανασκαφή.
6. Το 1979-1980 έγινε μεγάλη αρχαιοκαπηλία στο προανακτορικό νεκροταφείο (3000-1800 π.Χ.) της Μονής Οδηγήτριας στα Αστερούσια. Η υπηρεσία ξεκίνησε ανασκαφή μετά την αρχική σύληση, αλλά τη διέκοψε λόγω χειμώνα. Η λαθρανασκαφή επαναλήφθηκε το χειμώνα και την άνοιξη του 1980. Τον Ιούλιο επαναλήφθηκε η ανασκαφή. Τα αρχαία της αρχαιοκαπηλίας κατέληξαν στη Συλλογή του Μητσοτάκη στα Χανιά. Αργότερα «δωρίστηκαν» στο Μουσείο Χανίων. Στην εικόνα ο τάφος μετά τη λαθρανασκαφή.
7. Την προέλευση των αρχαίων επιβεβαίωσαν επίσημα οι αρχαιοκάπηλοι-συλλέκτες το 1993. Ο φάκελος της υπόθεσης αρχειοθετήθηκε στο Εφετείο Χανίων το 1993. Στην εικόνα ο κυκλικός τάφος μετά τον καθαρισμό του το 1980.
8. Πήλινο κύπελλο, 2500 π.Χ..
9. Πολύχρωμο κύπελλο με λαβή, 2000 π.Χ.
10. Κύπελλο με πόδι, 2400 π.Χ.
Μια άλλη χαρακτηριστική περίπτωση είναι τα μαρμάρινα κυκλαδικά ειδώλια της τρίτης χιλιετίας π.Χ., που σχεδόν όλα (σε ποσοστό 90%) όσα γνωρίζουμε είναι προϊόντα αρχαιοκαπηλίας (πολλά στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Γουλανδρή) της Αθήνας). Η τιμή τους στην παράνομη αγορά αρχαίων είναι πολλαπλάσια των κλασικών αγαλμάτων.
Αντικείμενα
κλοπής ήταν επίσης τα αναθήματα σε ιερά (στη Μινωική Κρήτη τα ιερά κορυφής
(Κόφινας, περιοχή Σητείας κ.α., όπου στις λαθρανασκαφές μετείχαν ολόκληρα χωριά)
και τα λατρευτικά σπήλαια (Δικταίο και Ιδαίο Αντρο κ.α.), αλλά και ιερά των
ιστορικών χρόνων π.χ. το ιερό της Αθηνάς στους Αρκάδες – Αφρατί) όλα
ανακαλύφθηκαν και συλήθηκαν από τους λαθρανασκαφείς).
Η
αρχαιολογία και μαζί της η ιστορία Τέχνης ως επιστήμη γεννήθηκαν κυριολεκτικά
μέσα από τη διαδικασία παράνομης συλλογής αρχαιοτήτων και έργων τέχνης από τους οικονομικά και πολιτικά ισχυρούς, εκπρόσωπους
της άρχουσας ολιγαρχίας του πλούτου, που τα χρησιμοποιούσαν ως επίδειξη του γοήτρου
τους. Οι Μέδικοι, ισχυροί τραπεζίτες στη Φλωρεντία της αναγεννησιακής Ιταλίας,
δημιούργησαν τα πρώτα μουσεία με τη μορφή που τα γνωρίζουμε σήμερα.
Πρώτοι βέβαια οι ελληνιστικοί ηγεμόνες έδωσαν το παράδειγμα, αλλά οι Ρωμαίοι ήταν που ανέδειξαν τη βίαιη απόσπαση των αρχαίων από το φυσικό τους τόπο σε «επάγγελμα». Η Ρώμη γέμισε με αρχαία με προέλευση τη Μεγάλη Ελλάδα και τη Σικελία, αρχικά, και αργότερα από όλη την κλασική Ελλάδα και την ελληνιστική Ανατολή.
11. Πρόχους, 2200 π.Χ. 12. Αμφορέας, 2400 π.Χ. 13. Πυξίδα με πώμα και τέσσερα πόδια. Οι οπές ήταν για τη στερέωση του πώματος 2500 π.Χ. 14. Πολύχρωμος αμφορέας διακοσμημένος με ρόδακα, 1800 π.Χ. 15. Πέτρινο αγγείο με εγχάρακτη διακόσμηση, 2400 π.Χ. 16. Πέτρινο κύπελλο από πολύχρωμη πέτρα, 2200 π.Χ.
Πρώτοι βέβαια οι ελληνιστικοί ηγεμόνες έδωσαν το παράδειγμα, αλλά οι Ρωμαίοι ήταν που ανέδειξαν τη βίαιη απόσπαση των αρχαίων από το φυσικό τους τόπο σε «επάγγελμα». Η Ρώμη γέμισε με αρχαία με προέλευση τη Μεγάλη Ελλάδα και τη Σικελία, αρχικά, και αργότερα από όλη την κλασική Ελλάδα και την ελληνιστική Ανατολή.
Άξιοι
διάδοχοί τους ήταν οι ανατολικοί αυτοκράτορες (βυζαντινοί) που με τη σειρά τους
γέμισαν την Κωνσταντινούπολη με αρχαία από όλη την αυτοκρατορία. Οι σταυροφόροι
(με πρώτους τους Βενετούς) λεηλάτησαν με τη σειρά τους την Κωνσταντινούπολη
μεταφέροντας στη Γαληνότατη πλήθος πολιτιστικών θησαυρών.
Οι
μεγάλες - και όχι μόνο αυτές - αυτοκρατορίες της Ευρώπης στον 17 και 18 αι.
θεωρούσαν ότι τους πρόσθετε πολιτικό κύρος και επιρροή η απόκτηση, πάντοτε με
βίαιο και παράνομο τρόπο πολλών αρχαιοτήτων, που ήταν τρόπαια κατακτητικών
πολέμων τις περισσότερες φορές. Με αυτές κόσμησαν τα αυτοκρατορικά και βασιλικά
Μουσεία των χωρών τους. Στο 19ο αιώνα μπήκαν στο ευγενές «άθλημα»
και οι Αμερικανοί. Όλα τα μεγάλα μουσεία
της Ευρώπης και της Αμερικής έχουν πλήθος ελληνικών και άλλων αρχαιοτήτων, που
όλα έχουν προέλθει από λαθρανασκαφές και αρχαιοκαπηλίες.
Θα
΄λεγε κανείς ότι μετα το 2ο Μεγάλο Πόλεμο και τις βαρβαρότητες που
τον συνόδεψαν σε βάρος της ανθρωπότητας, με τη νέα διεθνή συνεργασία και συναντίληψη
και με τους διεθνείς οργανισμούς (Ουνέσκο), θα άλλαζε η κατάσταση, αλλά δυστυχώς
για τους ξενιτεμένους εθνικούς πολιτιστικούς θησαυρούς αυτό δεν συνέβη. Η
παράνομη αιμορραγία αρχαίων έξω από τις
πατρίδες τους συνεχίστηκε, ακόμη και με μεγαλύτερη ένταση. Τον ρόλο που είχαν
οι αυτοκράτορες και οι βασιλιάδες κατά τα προηγούμενα χρόνια ανέλαβαν οι εκπρόσωποι
του νέου διεθνούς μεταπρατικού κεφαλαίου: έμποροι, βιομήχανοι, εφοπλιστές, αλλά
και πολιτικοί. Κάποιοι μάλιστα έχουν επιβραβευθεί με την αναγόρευσή τους σε
εθνικούς πολιτιστικούς ευεργέτες. Όλοι αυτοί είχαν την ανοχή ενός αδυνάτου
κρατικού μηχανισμού και βρήκαν πρόθυμους συνεργούς και συμπαραστάτες, δυστυχώς και
αρχαιολόγους, μερικοί από τους οποίους σταδιοδρόμησαν ως «αρχαιολόγοι των αρχαιοκάπηλων».
17. Πολύχρωμα κύπελλα με λαβή, 1700 π.Χ.. Μινωικά, αλλά άγνωστης προέλευσης. Πιθανόν από τους σπηλαιώδεις τάφους στον Πόρο Ηρακλείου, όπου έχουν βρεθεί παρόμοια αγγεία. Στη συλλογή Μπορόφσκυ στην Ιερουσαλήμ. Η συλλογή συγκροτήθηκε από το 1965 κι ύστερα, αλλά είχε ξεχαστεί. Έγινε ευρύτερα γνωστή το 2001 όταν εκτέθηκε στην Καρλσρούη μαζί με μινωικά ευρήματα από όλα τα μουσεία της Κρήτης. Έτσι επισφραγίστηκε από το ελληνικό κράτος η ευρύτατη λεηλασία των αρχαιοτήτων.
17. Πολύχρωμα κύπελλα με λαβή, 1700 π.Χ.. Μινωικά, αλλά άγνωστης προέλευσης. Πιθανόν από τους σπηλαιώδεις τάφους στον Πόρο Ηρακλείου, όπου έχουν βρεθεί παρόμοια αγγεία. Στη συλλογή Μπορόφσκυ στην Ιερουσαλήμ. Η συλλογή συγκροτήθηκε από το 1965 κι ύστερα, αλλά είχε ξεχαστεί. Έγινε ευρύτερα γνωστή το 2001 όταν εκτέθηκε στην Καρλσρούη μαζί με μινωικά ευρήματα από όλα τα μουσεία της Κρήτης. Έτσι επισφραγίστηκε από το ελληνικό κράτος η ευρύτατη λεηλασία των αρχαιοτήτων.
18. Πολύχρωμος σκύφος με διακόσμηση ροδάκων. Από τη συλλογή Μπορόφσκυ, 2000-1900 π.Χ. 19. Μινωική λουτηροειδής λάρνακα άγνωστης προέλευσης από τη συλλογή Μπορόφσκυ. 1200 π.Χ. 20. Μινωικά χρυσά περιδέραια από τη συλλογή Μπορόφσκυ, 1500-1400 π.Χ.
Για την αρχαιοκαπηλία ως φαινόμενο έχουν διατυπωθεί διάφορες ερμηνείες από ειδικούς ανθρωπολόγους, κοινωνιολόγους και ψυχολόγους. Έχει ενδιαφέρον η άποψη ότι εύπορα οικονομικά άτομα που έχουν οντολογικό και συναισθηματικό κενό και μαζί λαιμαργία για όσα δεν έχουν, αλλά και φθόνο και ζήλια γι’ αυτούς που ήδη κατέχουν, επιδιώκουν να γεμίσουν το κενό τους με ξένα πράγματα, ανάμεσα στα οποία είναι και τα αρχαία που έχουν δημιουργηθεί από παλιότερους πολιτισμούς.
Όμως
η αρχαιοκαπηλία έχει πάρει τις τελευταίες δεκαετίες πρωτόγνωρες διαστάσεις και αυξάνεται
με αμείωτους ρυθμούς. Οι οργανωμένες κοινωνίες κατά τα σύγχρονα θεωρούμενα
«πολιτισμένα» κράτη οφείλουν να πάρουν σοβαρά μέτρα ανακοπής του φαινομένου. Η καταστροφή
που προξενείται στην κατανόηση της ζωής των ανθρώπινων κοινωνιών στα παλιότερα στάδια
της ιστοριας τους είναι δυστυχώς μη αντιστρέψιμες.
Την
ίδια στιγμή διατυπώνονται απόψεις ότι οι αρχαιοκαπηλικές δράσεις σε χώρες με
πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, αλλά φτωχές και οικονομικά καταπιεσμένες από το
σύγχρονο διεθνή καπιταλισμό, μπορούν να σώσουν πολλές αρχαιότητες τους
χαρίζοντας στους εύπορους κάτοικους των δυτικών χωρών τη δυνατότητα να απολαύσουν
από κοντά πολλά εξαιρετικά αντικείμενα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Άλλοι επίσημοι κύκλοι από πολλά μουσεία της Δύσης και οι αρχαιοπώλες (δηλ. οι
αρχαιοκάπηλοι) δεν δέχονται τις νόμιμες νομικές διεκδικήσεις χωρών όπως η
Τουρκία, η Ελλάδα και η Ιταλία που απαιτούν τον επαναπατρισμό των κλεμμένων
αρχαιοτήτων, που έχουν παράνομα εξαχθεί από τα εδάφη τους. Και βέβαια δεν δέχονται
να στερηθούν οι δυτικές χώρες τα αρχαία που προέρχονται παράνομα από τις τρεις χώρες
που αναφέραμε και ότι το αίτημα της επιστροφής δεν είναι λογικό.
Η
πιο απάνθρωπη πτυχή του προβλήματος είναι η σύνδεσή της αρχαιοκαπηλίας με το
οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία, όπως έχει καταδειχθεί από τη δράση του
«Ισλαμικού κράτους» στη Συρία (Παλμύρα) και το Ιράκ, με τη σιωπηλή ανοχή, αν
όχι τη συνενοχή των ισχυρών της Δύσης. Από τις κοιτίδες του πολιτισμού η
περισσότερο λεηλατημένη από την αρχαιοκαπηλία είναι το Ιράκ (αρχαία
Μεσοποταμία). Στον «πόλεμο του Κόλπου» το 1991 λεηλατήθηκε βάρβαρα αυτή η άτυχη
χώρα και περίπου 5000 αρχαία πήραν το δρόμο για τα μουσεία της Δύσης, όπου
συνάντησαν τα χιλιάδες αδέλφια τους που είχαν την ίδια τύχη το 19ο
και στις αρχές του 20ου αιώνα. Η ιστορία επαναλήφθηκε στον πόλεμο του 2003
(Σαντάμ Χουσεΐν) με τα ίδια δραματικά αποτελέσματα: οι πολεμικές επιχειρήσεις
«ξύρισαν» κυριολεκτικά τα αρχιτεκτονικά μνημεία παμπάλαιων πολιτισμών, που ήταν
διάσπαρτα στη χώρα και έγιναν στόχοι βομβαρδισμών.
21. Πρόχους ρυθμού μπαρμποτίν, 2000 π.Χ. στη συλλογή Μεταξά. Η συλλογή Μεταξά συγκροτήθηκε στο Ηράκλειο στη δεκαετία 1950-1960 από προϊόντα αρχαιοκαπηλίας. Δωρίσθηκε στη δεκαετία του 1990 στο ελληνικό δημόσιο και εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο Μαλεβιζίου στο Γάζι και στο Μουσείο Ηρακλειου.
Για την αντιμετώπιση του φαινομένου της αρχαιοκαπηλίας από τη διεθνή κοινότητα συνήφθησαν από το 1954 κε. διεθνείς συμβάσεις για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας, με πρώτη τη Σύμβαση της Χάγης «για την Προστασία Πολιτιστικών Αγαθών σε ένοπλες συρράξεις». Ακολούθησε η διεθνής σύμβαση του 1970 «για τα μέτρα απαγόρευσης και παρεμπόδισης της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταβίβασης της κυριότητας των πολιτιστικών αγαθών», που ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο το 1980. Η εφαρμογή των δυο συνθηκών δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και το κακό δεν ανακόπηκε. Η συμπληρωματική Συνθήκη της Ρώμης το 1995 με ανάλογο περιεχόμενο υιοθετήθηκε από την Ελλάδα το 1998.
21. Πρόχους ρυθμού μπαρμποτίν, 2000 π.Χ. στη συλλογή Μεταξά. Η συλλογή Μεταξά συγκροτήθηκε στο Ηράκλειο στη δεκαετία 1950-1960 από προϊόντα αρχαιοκαπηλίας. Δωρίσθηκε στη δεκαετία του 1990 στο ελληνικό δημόσιο και εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο Μαλεβιζίου στο Γάζι και στο Μουσείο Ηρακλειου.
22. «Τηγανόσχημο» σκεύος με εγχάρακτη διακόσμηση, 2600 π.Χ. στη συλλογή Γιαμαλάκη, που συγκροτήθηκε μετα τον 2ο Πόλεμο στο Ηράκλειο από προϊόντα αρχαιοκαπηλίας. Το 1962 αποκτήθηκε από το ελληνικό δημόσιο. Τμήμα της εκτίθεται στο Μουσείο Ηρακλείου.
23. Χάλκινο μικρό εγχειρίδιο με επίχρυση λαβή. 1800 π.Χ. Στη συλλογή Μητσοτάκη από τη λαθρανασκαφή της Μονής Οδηγήτριας, σήμερα στο Μουσείο Χανίων.
Για την αντιμετώπιση του φαινομένου της αρχαιοκαπηλίας από τη διεθνή κοινότητα συνήφθησαν από το 1954 κε. διεθνείς συμβάσεις για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας, με πρώτη τη Σύμβαση της Χάγης «για την Προστασία Πολιτιστικών Αγαθών σε ένοπλες συρράξεις». Ακολούθησε η διεθνής σύμβαση του 1970 «για τα μέτρα απαγόρευσης και παρεμπόδισης της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταβίβασης της κυριότητας των πολιτιστικών αγαθών», που ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο το 1980. Η εφαρμογή των δυο συνθηκών δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και το κακό δεν ανακόπηκε. Η συμπληρωματική Συνθήκη της Ρώμης το 1995 με ανάλογο περιεχόμενο υιοθετήθηκε από την Ελλάδα το 1998.
(Συνεχίζεται)
Ο Αντώνης Σπ. Βασιλάκης είναι αρχαιολόγος
Ο Αντώνης Σπ. Βασιλάκης είναι αρχαιολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου