Του Αντώνη Βασιλείου
- Οι αντιθέσεις στον σύγχρονο κόσμο
Η βασική αντίθεση του σύγχρονου καπιταλισμού,
εξακολουθεί να είναι η αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας
και στην ατομική ιδιοποίηση του προϊόντος της εργασίας. Στο κοινωνικό επίπεδο
εκφράζεται ως η αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία, η αντίθεση
δηλαδή ανάμεσα στις δύο βασικές τάξεις της σύγχρονης κοινωνίας.
Ωστόσο η περίοδος που διανύουμε χαρακτηρίζεται
από την πλήρη κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, έναντι των άλλων
μορφών του κεφαλαίου. Αυτό δίνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στο σύγχρονο
καπιταλισμό και εκφράζεται διεθνώς με την κυριαρχία των αγορών, μιας φερόμενης
ως «εξωκοινωνικής» έννοιας η οποία είναι στην πραγματικότητα, το συλλογικό πρόσωπο
του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα.
Οι «αγορές» έχουν οργανώσει το σύστημα
αναπαραγωγής της κυριαρχίας τους, δημιουργώντας ιδιωτικούς θεσμούς όπως τα
επενδυτικά funds, ή αξιοποιώντας διεθνείς θεσμούς όπως το ΔΝΤ
και την παγκόσμια τράπεζα που είχαν ιδρυθεί σε άλλες εποχές. Οι θεσμοί αυτοί,
σε συνδιασμό με ένα εκτεταμένο σύστημα φορολογικών παραδείσων, ελέγχουν τις
χρηματικές ροές, και καθορίζουν την μεταφορά υπεραξίας που παράγεται σε όλη την
υδρόγειο, στις τσέπες των «επενδυτών» ή των αγορών κλπ. Η έκθεση του
αναπτυσσόμενου αλλά και του αναπτυγμένου κόσμου στο χρέος, σταδιακά
μετατρέπεται σε κρατικό χρέος, και έτσι η ρύθμισή του επιβάλλεται με τους
κανόνες του πιο επιθετικού καπιταλισμού, του νεοφιλελεύθερου δηλαδή
υποδείγματος, το οποίο εκπορεύεται από αυτούς τους υπερεθνικούς θεσμούς.
Οι εγγυήσεις που απαιτούν για λογαριασμό των
αγορών οι θεσμοί, από τις κυβερνήσεις των χωρών, μετατρέπονται σε διεθνές
πολιτικό σύστημα που ονομάστηκε «παγκοσμιοποίηση» και στην ουσία αποτελούν,
τους πολιτικούς όρους αναπαραγωγής του συστήματος. Επομένως στον σύγχρονο
κόσμο, η βασική αντίθεση του καπιταλισμού, σε οικουμενική κλίμακα, εκφράζεται ως
αντίθεση ανάμεσα στους λαούς όλων των χωρών, και τους διεθνείς πιστωτές.
Η υπερβολική αύξηση του χρέους μιας χώρας δεν
είναι επιθυμητή, διότι από την μία δημιουργεί σημεία αστάθειας του συστήματος
και επισφάλεια των κερδών, και από την άλλη θα οδηγήσει στο προφανές συμπέρασμα,
ότι το σύστημα είναι άκρως εκμεταλλευτικό και μονομερές υπέρ των «επενδυτών»
πράγμα που αναπόφευκτα θα έχει πολιτικές συνέπειες. Όταν λοιπόν το σύστημα εκμετάλλευσης λειτουργεί κανονικά,
οι χώρες ανατροφοδοτούν το χρέος τους από τις αγορές, και αυτό θα πρέπει να
παραμένει είτε στάσιμο είτε να μειώνεται. Η υπεραξία μετατρέπεται σε τόκους, οι
οποίοι πρέπει να παραμένουν σε σταθερά επίπεδα ή έστω σε ελέγξιμα επίπεδα, ώστε
να μην διαταραχθεί η ισορροπία. Έτσι, για να λειτουργεί το σύστημα, η χώρα
θα πρέπει να είναι μια «κανονική υπερχρεωμένη χώρα», η οποία πληρώνει
κανονικά τις υποχρεώσεις της σε τόκους και ανατροφοδοτεί το χρέος της από τις
αγορές. Μη κανονικότητα σημαίνει, ότι η αστάθεια της οικονομίας της χώρας
εκφράζεται με υψηλότερα επιτόκια δανεισμού, και το χρέος αρχίζει να αυξάνεται
επειδή οι τόκοι αυξάνονται υπέρμετρα και είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν. Σε μια
τέτοια περίπτωση, το «πιστωτικό γεγονός» (δηλαδή η χρεωκοπία) είναι προ των
πυλών, και συνήθως καλείται το ΔΝΤ να ρυθμίσει το χρέος. Επιβάλλει πάντα
πολιτικές που από την μία διασφαλίζουν την αποπληρωμή των τόκων, παρεμβαίνοντας
το ίδιο με δικά του δάνεια χαμηλότερου επιτοκίου (δηλαδή βάζει τους λαούς άλλων
χωρών να συνδράμουν ώστε οι «επενδυτές» να μην χάσουν το κέρδος τους) και
ταυτόχρονα επιβάλλει σκληρά νεοφιλελεύθερα μέτρα, ώστε την κρίση αυτή να την
πληρώσει η εργασία ή ακόμη και οι πιο αδύναμες μορφές του κεφαλαίου. Τα μέτρα
εστιάζονται στο τρίπτυχο, ιδιωτικοποιήσεις, καταστροφή του κοινωνικού κράτους
και, συμπίεση των εργασιακών δικαιωμάτων με ταυτόχρονη υψηλότερη φορολογία της
εργασίας. Η δικαιολογία είναι πάντα η δημοσιονομική εξυγίανση, ώστε να
επιτευχθούν πρωτογενή πλεονάσματα για την εξυπηρέτηση του χρέους. Έτσι, αντί
να καταστραφεί το πλεονάζον και αδρανές κεφάλαιο, καταστρέφεται η εργασία και
το σύστημα επανέρχεται σε μια ομαλή διανομή του παραγόμενου πλούτου προς όφελος
του κεφαλαίου. Έτσι εξασφαλίζεται η αναπαραγωγή εκ νέου του συστήματος, με
απόλυτη κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου, χωρίς να θιχτούν τα κέρδη του.
- Οι αντιθέσεις στην νεοφιλελεύθερη πλέον Ευρώπη
Ο καπιταλισμός όμως εκτός από αυτό το
παγκόσμιο σύστημα αναπαραγωγής, έχει δημιουργήσει και άλλα περιφερειακά
συστήματα εκμετάλλευσης και αναδιανομής της παγκόσμιας παραγόμενης υπεραξίας.
Ένα από αυτά, είναι και η μετεξέλιξη της πρώην Ευρώπης της ανοχής και του
κοινωνικού κράτους (άσχετα με το ποιοι μηχανισμοί το χρηματοδότησαν), σε
νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα με ηγεμονική δύναμη την Γερμανία. Παρόμοιοι
θεσμοί όπως ο ESM και η EKT
λειτουργούν ήδη στην Ευρώπη, σχεδιάζεται ήδη η δημιουργία ευρωπαϊκού
επενδυτικού fund, και η επιτυχημένη συνταγή του διδύμου ΔΝΤ
παγκόσμια τράπεζα, αντιγράφεται για να εξυπηρετήσει αυτήν την πρόθεση της
Γερμανίας, και να χρηματοδοτήσει το φιλόδοξο πρόγραμμα της βιομηχανικής
κυριαρχίας στην παραγωγή μέσων παραγωγής Industrie 4. Ο ESM μάλιστα έχει ήδη στο καταστατικό του δύο πιστοληπτικές γραμμές:
- Η προληπτική γραμμή πίστωσης (PCCL) σύμφωνα με την οποία μπαίνει στην άκρη ένα
χρηματοδοτικό μαξιλάρι με ταυτόχρονη υπογραφή μνημονίου. Αν η χώρα χρειαστεί να
εκταμιεύσει τα χρήματα ενεργοποιρείται η διαδικασία
μνημόνιο-αξιολόγηση-εκταμίευση.
- Η δεύτερη λύση είναι η ενισχυμένη γραμμή πίστωσης
(ECCL) η οποία συνίσταται σε ένα
χρηματοδοτικό μαξιλάρι που προϋποθέτει υπογραφή μνημονίου συνεννόησης. Στη συνέχεια, κάθε 3 μήνες ακολουθεί
αξιολόγηση με μοναδικό ερώτημα αν θα ανανεωθεί η πιστοληπτική γραμμή. Και
εφόσον υλοποιούνται οι μεταρρυθμίσεις τότε προβλέπεται ανανέωση της γραμμής. Επί της ουσίας πρόκειται για μια
ευρωπαϊκή μορφή μνημονιακής επιτροπείας. Το αν θα είναι ηπιότερη ή όχι αυτό
προφανώς είναι συναρτώμενο από το επίπεδο των συσχετισμών των δυνάμεων της
εργασίας και του κεφαλαίου στην Ευρώπη και διεθνώς.
Πάντως
οι μορφές αυτές στήριξης απο τον επίσημο τομέα (ESM) προβλέπονται ως εργαλεία
για χώρες που κινδυνεύουν να χάσουν την πρόσβαση τους στις αγορές και όχι για
εκείνες που επιστρέφουν. Βλέπουμε λοιπόν ότι η ίδια συνταγή με την συνταγή των
μνημονίων υπάρχει ήδη στην Ευρώπη.
Η ιδιαιτερότητα της Ευρώπης έγκειται στο
γεγονός ότι ο βαθμός αυτονόμησης του συστήματος της ΕΕ σε σχέση με τις
παρεμβάσεις κυβερνήσεων και τους ευρωπαϊκούς λαούς είναι υψηλότερος, αφού έχει
ήδη δημιουργήσει άτυπα όργανα όπως το Ecofin και το Eurogroup, όπου παίρνονται οι ουσιαστικές αποφάσεις. Η αυτονομία αυτή
προωθείται φυσικά από την γερμανική ηγεμονία και εκφράστηκε στο παρελθόν με
πολιτικές όπως μεταβλητή γεωμετρία, στην συνέχεια γαλλογερμανικός
άξονας, και τώρα με την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων. Φυσικά θα είναι
πολλές οι ταχύτητες αλλά στην πρώτη ταχύτητα θα είναι μόνο η Γερμανία.
Το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης χρέους, έδωσε
την ευκαιρία στο διεθνές και στο ευρωπαϊκό σύστημα εξουσίας να δοκιμάσουν
τις δυνατότητες βίαιης επιβολής τέτοιου τύπου μέτρων. Συνεργάστηκαν για
να επιβάλλουν τον άγριο και επιθετικό νεοφιλελευθερισμό που εξυπηρετούσε τα
συμφέρονται και των δύο. Το μεν ΔΝΤ το ενδιέφερε να επιβάλλει τα μέτρα
αυτά και σε ανεπτυγμένη χώρα, το δε γαλλογερμανικό δίδυμο τότε, να επιβάλλει
την κυριαρχία του στους άλλους λαούς της Ευρώπης. Οι γαλλικές και οι γερμανικές
τράπεζες ήταν υπερβολικά εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος, επομένως έπρεπε να
βρεθεί λύση αλλιώς θα κατέρρεαν οι ίδιες. Εμπνεύστηκαν λοιπόν να εμπλέξουν στα
χωράφια τους το ΔΝΤ, για να φέρει την «τεχνογνωσία» διαχείρισης κρίσεων, να
κερδίσουν χρόνο και να δημιουργήσουν θεσμούς εντός της ΕΕ που θα βοηθήσει να
διαχειρίζονται παρόμοιες κρίσεις στο μέλλον. Μέχρι τότε πίστευαν ανοήτως
ότι, η Ευρώπη δεν κινδυνεύει από κρίσεις, και ότι οι κρίσεις είναι
φαινόμενο που αφορά τον τρίτο κόσμο.
Η αγριότητα των μέτρων ήταν πρωτοφανής,
ακριβώς γιατί δεν έφτανε να ικανοποιηθεί το ΔΝΤ αλλά και οι ευρωπαίοι που
φιλοδοξούσαν να επικυριαρχήσουν. Το πρόγραμμα που επιβλήθηκε ήταν υπερβολικά
υφεσιακό και θα αποτύγχανε έτσι και αλλιώς. Θα αποτύγχανε όμως επιπρόσθετα και
από το γεγονός ότι, υπήρχαν για πολιτικούς λόγους, οι απαιτήσεις των ευρωπαίων
να ελέγχουν την πορεία του προγράμματος, ώστε να παρεμβαίνουν συνεχώς
διασφαλίζοντας τα συμφέροντά τους. Ενώ το ΔΝΤ δεν αποκλείει γενικά την
δυνατότητα καταστροφής κεφαλαίου για το ξεπέρασμα της κρίσης, δηλαδή δεν
αποκλείει την διαγραφή χρέους, η Γερμανία δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να γίνει
κάτι τέτοιο, γιατί θα έπληττε το σύστημα επικυριαρχίας που ήθελε να επιβάλλει
αφού το μεγαλύτερο κόστος για την διαγραφή, θα το πλήρωνε η ίδια και η
ηγεμονική της φυσιογνωμία θα δεχόταν σοβαρό πλήγμα. Ταυτόχρονα η εξωστρέφεια
της γερμανικής οικονομίας, ο μεγάλος τομέας των εξαγωγών, προϋποθέτει για την
αναπαραγωγή του οι υπόλοιπες χώρες να πληρώνουν έστω και με δανεικά και όχι να
τους χαρίζονται. Αλλιώς πολύ απλά θα καταρρεύσει η γερμανική βιομηχανία και
μαζί της και η γερμανική ηγεμονία. Ήταν λοιπόν αδύνατο να λυθεί η εξίσωση με
τόσες πολλές μεταβλητές. Η ολοκληρωτική αποτυχία του προγράμματος αποδόθηκε στο
ότι η Ελλάδα είναι μια μη κανονική χώρα, στο ότι τάχα δεν εφαρμόζει την συνταγή
σωστά κλπ.
Ανακαλύφθηκε λοιπόν μια νέα ορολογία, ότι η
Ελλάδα είναι μια μη κανονική υπερχρεωμένη χώρα, και δεν μπορεί να
εξυπηρετήσει το χρέος της. Η πραγματικότητα βέβαια ήταν διαφορετική: Το μη
κανονικό ήταν ότι η Ελλάδα δεν άντεχε να πληρώνει τα σπασμένα και του ΔΝΤ, που
όλος ο σχεδιασμός που πουλούσε ως τεχνογνωσία ήταν έωλος1, στηριζόταν σε αυθαίρετους πολλαπλασιαστές που δεν
αντέχουν σε καμία επιστημονική ανάλυση, ούτε ανταποκρίνονται σε κανένα σοβαρό
μαθηματικό μοντέλο, αλλά ούτε και τα σπασμένα που επέβαλλε η Γερμανία για
να προλάβει να αξιοποιήσει όσο γίνεται την ελληνική κρίση και να επιβάλλει την
λιτότητα και μέσω αυτής την Γερμανική επικυριαρχία.
- Η τελική πορεία των αξιολογήσεων
Η παρατεταμένη λιτότητα αμφισβητείται ολοένα
και περισσότερο από τους ευρωπαϊκούς λαούς, δεν είναι πλέον ελκυστική η Ευρώπη
και αυτό καταγράφεται είτε ως πτώση της επιρροής των νεοφιλελεύθερων κομμάτων
και συνασπισμών, είτε ως ενίσχυση των ακροδεξιών κομμάτων, είτε ως αποσχιστικές
από την ευρωπαίκή ένωση ή την νομισματική ένωση τάσεις. Σε ένα βαθμό ενισχύεται
και η Αριστερά (όπως στην Γαλλία και στην Αγγλία) και αυτό αποτυπώθηκε αργότερα
και στις γερμανικές εκλογές με την εκλογική συρρίκνωση του κυβερνητικού συνασπισμού. Αρχής γενομένης από της
γαλλικές εκλογές και καταλήγοντας στις γερμανικές και αυστριακές εκλογές,
έχουμε μια νέα καταγραφή των δυνάμεων της ταξικής πάλης στην Ευρώπη. Το
συμπαγές νεοφιλελεύθερο μέτωπο της προηγούμενης δεκαετίας κλονίζεται είναι σε
αμηχανία και δεν είναι πλέον σε θέση να διαχειριστεί την κατάσταση. Η
ενίσχυση των ακροδεξιών μορφωμάτων είναι αποτέλεσμα μια στρεβλής
συνειδητοποίησης της απέχθειας των λαών προς την λιτότητα. Οι επιφανειακές
αναγνώσεις αποδίδουν σε εξωγενείς αιτίες (μεταναστευτικές ροές, υποδεέστερος
δήθεν μουσουλμανικός κόσμος) την φτώχεια και την υποβάθμιση του επιπέδου ζωής.
Αυτή η σύγχυση που στο θέμα της Ελλάδας εκφράζεται και ως αντίθεση ανάμεσα στο
ΔΝΤ και στο γερμανικό υπουργείο οικονομικών, αναγκάζει την ευρωπαϊκή ολιγαρχία
να μετριάσει, έστω προσωρινά, την επιθετικότητά της εναντίον της ελληνικής
κυβέρνησης. Αυτό που άλλαξε είναι ότι μάλλον δεν μπορεί να αφήσουν την Ελλάδα
να καταρρεύσει διότι κάθε σχεδιασμός για γερμανική Ευρώπη και διατήρηση της λιτότητας
δεν θα είναι πλέον εφικτός, εάν οδηγεί ολόκληρες χώρες σε κατάρρευση. Το 2015 το πολιτικό σύστημα της Ευρώπης θα
ήταν δυνατό να απορροφήσει ανώδυνα την κατάρευση και την αποπομπή της ΕΛΛΆΔΑΣ.
Σημερα δεν είναι. Γι’ αυτό και πολλοί στο εσωτερικό της Γερμανίας,
επιτίθενται στον Σόιμπλε, αναγνωρίζοντας ότι το παρατραβά και δεν υπηρετεί με
την στάση του τον στόχο. Η μετακίνησή του στην θέση του προέδρου του γερμανικού
κοινοβουλίου έχει και μια τέτοια ανάγνωση.
Η σχετικά πρόσφατη συμφωνία της 15ης
Ιούνη, είναι μια νέα καταγραφή του συσχετισμού των δυνάμεων της ταξικής πάλης
στην Ευρώπη. Αυτή την φορά ελαφρώς υπέρ της εργασίας. Η συμφωνία εμφανίζεται να
έχει ένα θετικό σημείο. Μετατρέπει την Ελλάδα από μια μη κανονική
υπερχρεωμένη χώρα, σε μια κανονική υπερχρεωμένη χώρα. Αυτό που έγινε είναι
ότι δόθηκε μια υπόσχεση να ρυθμίζονται
τα χρεολύσια με τέτοιο τρόπο που δεν αυξάνονται οι τόκοι και το κρατικό
χρέος. Επιπλέον η υπόσχεση να μας βοηθήσουν να βγούμε στις αγορές,
σημαίνει ότι είναι πιθανή η ανατροφοδότηση του χρέους από τις αγορές με τέτοιο
τρόπο που μπορεί να αποβαίνει μειούμενο. Και αυτό είναι θετικό, παρά το ότι
ξαναδένεσαι χειροπόδαρα στο σύστημα κυριαρχία τους νεοφιλελευθερισμού. Σαν πολιτικό συμέρασμα μπορούμε να πούμε
ότι το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης, άφησε μια ελαφριά νότα
αισιοδοξίας, διότι καταγράφηκε η αδυναμία των θεσμών να λειτουργήσουν με ενιαία
άποψη, και να μετριάσουν ως ένα βαθμό τον ακραίο επιθετικό τρόπο που μέχρι τώρα
αντιμετωπίζαν την ελληνική κυβέρνηση. Αυτή πάντως η μεταστροφή αλλάζει και
τις πολιτικές τάσεις στο εσωτερικό της χώρας, και φαίνεται να κλείνει η ψαλίδα
ανάμεσα στην εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ.
Αυτό συμβαίνει
και στην τρίτη αξιολόγηση, όπου μάλλον συνεχίζεται η ίδια αμηχανία από
τους θεσμούς. Η παραδοχή από τον Ντάισεμπλουμ ότι τα μνημόνια εφαρμόστηκαν για
να διασωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, αλλά και η δήλωση του διαδόχου του Μάριο
Σεντένο, ότι μετά το πέρας του τρίτου μνημονίου θα συζητηθεί η ελάφρυνση του
ελληνικού χρέους είναι ενδεικτικές της σύγχυσης: Μια θετική δήλωση την
διαδέχεται μια αρνητική ακολουθούν έπαινοι για τις προσπάθειες της χώρας κλπ.
Ωστόσο τίποτα ξεκάθαρο. Η γραμμή της
δημιουργικής ασάφειας υιοθετείται τώρα από τους θεσμούς περιμένοντας τις
εξελίξεις στην Γερμανία. Το κύριο θέμα της 3ης αξιολόγησης,
η διευθέτηση του ιδιωτικού χρέους (κόκκινα δάνεια) φαίνεται να μην κλείνει κατά
τον καλύτερο για τη εργασία τρόπο, λόγω ατολμίας από την κυβέρνηση και
υπερβολικής υποχωρητικότητας. Η τροπολογία Κοντονή δεν είχε κανένα λόγο να
εμφανιστεί, και δίχασε και τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν μέτρησε σωστά, ότι δεν ήταν
δυνατή η επιβολή της ποινικοποίησης με την αυτόφωρη διαδικασία της παρεμπόδισης
της ηλεκτρονικής διαδικασίας πλειστηριασμού, διότι από την μία θα εύρισκε
ισχυρές αντιστάσεις στον ελληνικό λαό, και απο την άλλη οι θεσμοί δεν μπορούν
να επιβληθούν διότι είναι αδύνατο να συμφωνήσουν στην παρούσα φάση, και τους
απομένει και η 4η αξιολόγηση, όπου θα κριθούν όλα τα σημαντικά
θέματα, θα κριθεί δηλαδή συνολικά προς ποια πλευρά θα γείρει η πλάστιγγα.
Επειδή η 4η
αξιολόγηση θα κρίνει τα κρίσιμα πολιτικά θέματα, η έκβασή της εξαρτάται ισχυρά
από τον συσχετισμό των δυνάμεων. Η παντοδυναμία του νεοφιλελεύθερου μπλοκ δεν
είναι αυτή την στιγμή δεδομένη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μέχρι τον Αύγουστο
του 2018 δεν μπορεί να ανασυσταθεί, με δεδομένη και την αδυναμία της Αριστεράς
και των κινημάτων να κεφαλαιοποιήσουν αυτή την κρίσιμη κατάσταση. Η συζήτηση
για το μέλλον της Ευρώπης (προτάσεις Μακρόν), ο πιθανός σχηματισμός κυβέρνησης στην Γερμανία, η αμφισβήτηση Ραχόι στην Ισπανία μέσω των Καταλανικών
εκλογών, η παράταση της ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ δείχνουν την ρευστότητα
της κατάστασης. Σημαντικό επίσης είναι ότι επειδή η επιτροπεία στην Ευρώπη
είναι πια δεδομένη, δεν το χρειάζονται άμεσα πλέον και έτσι καταγράφεται μια
σχετική απαξίωση του ΔΝΤ, και μερική απομάκρυνσή του από το προσκήνιο. Ωστόσο
αυτό μπορεί να αναστραφεί αμέσως. Έχει επίσης τεράστια σημασία ότι πολλές
πολιτικές δυνάμεις συνειδητοποιούν ότι τα γερμανικά πλεονάσματα είναι
αποτέλεσμα της λιτότητας, και έχει αρχίσει η αμφισβήτησή της που σημαίνει και
έμμεση αμφισβήτηση της γερμανικής ηγεμονίας.
Από αυτήν την άποψη ήταν άστοχη και βιαστική η
σπουδή του πρωθυπουργού να προτρέψει τον Σουλτς να
συναινέσει "άνευ όρων" σε έναν νέο κυβερνητικό συνασπισμό υπό την Μέρκελ. Ακόμη
και αν τελικά αυτό γίνει, η όποια αντίσταση προβάλλει το SPD στα
νεοφιλελεύθερα κελεύσματα, φοβούμενο ίσως τον εκλογικό του αφανισμό
(πασοκοποίηση), πρέπει να αποτυπωθεί στον νέο κυβερνητικό συνασπισμό της
Γερμανίας. Η μάχη που δίνουμε εμείς με
τους θεσμούς, απαιτεί τέτοιου είδους διαφοροποιήσεις να καταγράφονται.
- Τι περιλαμβάνει η τέταρτη αξιολόγηση;
Α). την υλοποίηση
περίπου 84 προαπαιτούμενων ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν, αναπηρικά επιδόματα, Ελληνικό,
συλλογικές διαπραγματεύσεις, αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, νέο σύστημα
αντικειμενικών αξιών κλπ. Φυσικά ο αριθμός, η ποιότητα και η ένταση των προαπαιτούμενων είναι μεταβλητά μεγέθη, αφού η ντόπια ολιγαρχία, προσπαθεί να εισάγει αιτήματά
της ως προαπαιτούμενα, πέραν δηλαδή της τρίτης δανειακής σύμβασης.
Βλέπουμε πόσο ευάλωτο είναι το σύστημα από το συσχετισμό των δυνάμεων της
ταξικής πάλης, και μάλιστα με ηττημένο τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό κάνει απαραίτητη την
ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα.
Β). Συμφωνία για
τον χρόνο μείωσης του αφορολογήτου. Το ΔΝΤ φέρεται να εκτιμά ότι το πρωτογενές
πλεόνασμα δεν θα κλείσει το 2019 στο 3,5% αν δεν εφαρμοστεί νωρίτερα η μείωση
του αφορολογήτου. Με δεδομένη την πρόθεση για ελάφρυνση του χρέους πρέπει να
τεθεί το ζήτημα της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, που τέτοια μόνο στο
μυαλό ανόητων «επιστημόνων» μπορούν να υπάρξουν, ή θεσμών που ενδιαφέρονται για
πολιτικές παρεμβάσεις. Αν και η ελληνική πλευρά συναίνεσε σε αυτό, ήταν
αποτέλεσμα εκβιασμού που η ρευστότητα της κατάστασης τώρα επιτρέπει -και πρέπει-
να καταγγελθεί. Οπωσδήποτε όμως το ύψος των πλεονασμάτων 3,5% μέχρι το 2022 και 2% μέχρι το 2036
πρέπει να επαναδιεκδικηθεί, διότι αυτό αποτύπωνε απλώς την υπογραφή της
ελληνικής πλευράς σε μια στιγμή που η χώρα είχε οδηγηθεί από τους θεσμούς σε
συνθήκες χρεωκοπίας. Τώρα που το ευρωπαϊκό οικοδόμημα κινδυνεύει το ίδιο με
χρεωκοπία το ζήτημα πρέπει να ξαναμπεί.
Γ). Αν θα ενεργοποιηθεί το «καλό πακέτο» μέτρων
του 2019.
(Σχολικά γεύματα, βρεφονηπιακοί σταθμοί, ενεργητική απασχόληση μέσω ΟΑΕΔ,
επενδύσεις στην ενέργεια και στον αγροτοδιατροφικό τομέα) Και πάλι η ελληνική
πλευρά θα έρθει αντιμέτωπη με το ΔΝΤ το οποίο δεν πρόκειται να πει το ναι εκτός
αν απομονωθεί πολιτικά και το πακέτο ενεργοποιηθεί χωρίς την έγκρισή του.
Δ). Η συμμετοχή
των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Mετά την παράταση που δόθηκε από την ΕΚΤ στο πρόγραμμα, το ενδεχόμενο συμμετοχής των
ελληνικών ομολόγων παραμένει ανοικτό. Με το κλείσιμο της τέταρτης αξιολόγησης και
την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, ουσιαστικά θα πληρούνται τα κριτήρια,
κάτι που θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να αγοράσει και ελληνικά ομόλογα ρίχνοντας ακόμη
περισσότερο το επιτόκιο. Όπως η εξαίρεση των ελληνικών ομολόγων ήταν μέσο
πολιτικής πίεσης προς την πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, έτσι και τώρα οι
δήθεν προϋποθέσεις είναι γελοιότητες. Αν τα λεγόμενά τους ότι πράγματι η
ελληνική οικονομία ανακάμπτει το εννοούν
στα σοβαρά, η ένταξη στο QE θα επιβεβαιώσει
ότι πράγματι το πιστεύουν. Η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από φιλοφρονήσεις αλλά από
ουσιαστική στήριξη για την άρση αδιεξόδων που βεβαίως πρώτα οι ελληνικές
κυβερνήσεις αλλά και οι ίδιοι δημιούργησαν, προκειμένου να σωθούν οι δικές τους
τράπεζες.
Ε). Η συζήτηση των
μεσοπρόθεσμων μέτρων απομείωσης του χρέους.
Σύμφωνα
με την απόφαση του Eurogroup της 15ης / Ιουνίου 2017 η
συζήτηση θα ξεκινήσει τον Φεβρουάριο και θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι τον
Ιούλιο, καθώς εντάσσεται σε ένα συνολικό πακέτο συμφωνίας για την «επόμενη
μέρα». Είναι πιθανό ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος θα συνδέονται με την
ανάληψη συγκεκριμένων δεσμεύσεων από την πλευρά της Ελλάδας όσον αφορά την
επίτευξη των συμφωνημένων δημοσιονομικών στόχων, αλλά και την ολοκλήρωση των
μεταρρυθμίσεων που θα παραμείνουν στη μέση μέχρι τον Αύγουστο του 2018. Όταν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί λένε ότι δεν
χρειάζεται να συζητήσουμε τώρα για το χρέος, έχουν μια οικονομοτεχνική ανάλυση,
(που δεν κάνει το λάθος του ΔΝΤ να αφορά μια χρονική διάρκεια 45 ετών οπότε ως
ανάλυση είναι για γέλια), έχουν υπόψη ότι για το 2018 θα χρειαστούμε μόνο 4 δις
και το 2019 περί τα 10 δις. Ενώ στο παρελθόν μας έλεγαν «αν χρειαστεί» θα συζητήσουμε για το χρέος,τον Ιούνιο υποχώρησαν στο «όσο χρειστεί». Προφανώς
αυτή η υποχώρηση αποτύπωνε την μειωμένη επιρροή των θεσμών εκείνη την στιγμή.
Τώρα η επιρροή αυτή έχει υποχωρήσει
επιπλέον και πρέπει να αποτυπωθεί εκ νέου στο κυριότερο για μας σημείο τριβής
με του θεσμούς.
ΣΤ). Συμφωνία για
το ύψος του τελικού ποσού εκταμίευσης, από τα 45 δις του τρίτου μνημονίου που είναι αδιάθετα αυτή την στιγμή.
Η
συμφωνία του Ιουνίου έκανε λόγο για 18,5 δις ευρώ αλλά αυτό είναι πιθανό να
αλλάξει, μιας και πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν οι ανάγκες για την αποπληρωμή των
ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας αλλά και το
περιεχόμενο «μαξιλαριού ασφαλείας» που πρέπει να δημιουργηθεί προκειμένου να
μπορεί η Ελλάδα να καλύψει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες μετά το τρίτο μνημόνιο σε περίπτωση που αυτό δεν καταστεί εφικτό μέσω των αγορών.
Ζ). Η υπόσχεση των Ευρωπαίων για στήριξη της ελληνικής οικονομίας μετά το κλείσιμο του τρίτου μνημονίου και εν όψει της μετατροπής της σε κανονική υπερχρεωμένη χώρα δηλαδή
της πλήρους κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών από τις αγορές. Είναι η περίφημη
συζήτηση για την «επόμενη μέρα». Η συμφωνία στο Eurogroup του περασμένου
Ιουνίου προβλέπει ότι η Ελλάδα θα τύχει της στήριξης της Ευρώπης όταν θα έρθει
η ώρα εξόδου στις αγορές. Αυτό όμως πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί.
Η). Το ενδεχόμενο
νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Η διαδικασία ολοκλήρωση των stress tests για
τις ελληνικές τράπεζες, επισπεύσθηκε με απαίτηση του ΔΝΤ, (χρονικά υπολογίζεται
να ολοκληρωθεί τον Μάιο), ώστε να είναι ανοικτή η τρίτη δανειακή
σύμβαση και να μπορέσουν, -αν χρειαστεί-,
να ανακεφαλαιοποιηθούν οι ελληνικές τράπεζες από τα αδιάθετα, χωρίς τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα (bail in). Αυτό φυσικά θα σημάνει νέα δανειακή σύμβαση και νέο μνημόνιο και
φυσικά αύξηση του δημοσίου χρέους και δικαίωση του βασικού πολιτικού εκπροσώπου
της ολιγαρχίας "για την πιο ανίκανη κυβέρνηση".
Νομίζω ότι λάθη της ελληνικής πλευράς
(δελεάστηκε από την υποκριτική θέση του ΔΝΤ για την διαγραφή χρέους) έδωσαν την
δυνατότητα στο ΔΝΤ να επανακάμψει δριμύτερο και να να δυναμιτίζει την
κατάσταση. Κάποια στιγμή αυτή την ευθύνη πρέπει να την αναλάβουμε και φυσικά να
καταγγελθεί από την κυβέρνηση η ταχτική του ΔΝΤ. Όσο είναι στο απυρόβλητο τόσο
τα πράγματα θα χειροτερεύουν. Εξάλλου το κύριο στήριγμα του (Σόιμπλε) είναι
εκτός πολιτικού προσκηνίου. Έτσι λοιπόν το κρισιμότερο θέμα είναι οι σχέσεις
που θα διατηρήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με την Ελλάδα. Αν το αποτύπωμα των γερμανικών εκλογών
οδηγεί στην απομάκρυνση Σόιμπλε από την ηγεσία της οικονομικής πολιτικής της
Ευρώπης2, το αποτύπωμα της νέας κατάστασης στην Ευρώπη πρέπει να
περιέχει τη συνολική αποπομπή του ΔΝΤ.
Κοντολογίς δεν υπάρχει καμία δυνατότητα λύσης, όσο το ΔΝΤ παραμένει
στην Ευρώπη. Τώρα που τα προαπαιτούμενα
ψηφίστηκαν, είναι πλέον προφανές ότι ήταν λάθος η συνταγή του ΔΝΤ και όχι ο
τρόπος που την εφάρμοζαν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Αν η κυβέρνηση δεν μπορέσει
να ανοίξει αυτό το μέτωπο, θα καταρρεύσει.
- Τελικό συμπέρασμα
Η συζήτηση για την επόμενη μέρα είναι πολύ
βιαστική, και μάλλον άνευ περιεχομένου. Πάντως η επόμενη μέρα δεν πρέπει να
χρησιμοποιείται ως "όπιο" του λαού. Η ελπίδα για επάνοδο στις αγορές δεν είναι
ακόμη σίγουρη και όπως προσπάθησα να αποδείξω, η πορεία μέχρι την λήξη του τρίτου μνημονίου είναι πολιτικά και ταξικά πολύ πιο ενδιαφέρουσα από την ίδια την
έξοδο. Η ανάγνωσή μου δεν είναι απαισιόδοξη, αλλά δείχνει τις δυσκολίες και τις
δυνατότητες. Αν αυτές οι δυσκολίες δεν μεταφερθούν στην κοινωνία αν το κόμμα
ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορέσει να ενεργοποιήσει τον λαϊκό παράγοντα και να πείσει ότι
πράγματι τον χρειάζεται για να αλλάξει ακόμη και αυτά που συμφωνήθηκαν στο
παρελθόν προς το θετικότερο, τότε το εγχείρημα της επιβίωσης μιας αριστερής
κυβέρνησης σε νεοφιλελεύθερο περιβάλλον καταρρέει. Η ανάκαμψη της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα κριθεί στον χρόνο μετά το
μνημόνιο, αλλά στην πορεία της ολοκλήρωσής του. Η βιασύνη να τελειώνουμε
για να περάσουμε σε μια επόμενη μέρα, με ανάπτυξη, ίσως και αναδιανομή προς τα
κάτω, μοιάζει περισσότερο με υπόσχεση που
δεν μπορεί εύκολα να πραγματοποιηθεί. Μάλλον η βιασύνη δείχνει ανωριμότητα και δεν με βρίσκει σύμφωνο. Το ταξίδι για την Ιθάκη είναι πιο
συναρπαστικό από την ίδια την Ιθάκη.
Παραπομπές:
(1) Στην μη γραμμική δυναμική (θεωρία χάους),
ένα μη γραμμικό σύστημα εμφανίζει υπερβολική ευαισθησία στις αρχικές συνθήκες.
Αυτό σημαίνει ότι μια μικρή μεταβολή στις αρχικές συνθήκες ή μια μικρή επέμβαση
στο σύστημα, οδηγεί μετά από ικανό χρόνο, σε μια τελείως απρόβλεπτη συμπεριφορά του συστήματος (φαινόμενο πεταλούδας). Σήμερα όλα τα οικονομικά συστήματα είναι χαοτικά, απλώς ανάλογα με το
μοντέλο που το περιγράφει, ο χρόνος εκδήλωσης της χαοτικής συμπεριφοράς είναι
διαφορετικός. Για τον λόγο αυτό κάθε μαθηματικό μοντέλο έχει περιορισμένη
χρονική διάρκεια εφαρμογής και δεν μπορεί να κάνει προβλέψεις παρά μόνο για το
πολύ εγγύς μέλλον. Τα μοντέλα του ΔΝΤ
που μιλούν για προβλέψεις μέχρι το 2060, είναι άκρως αντιεπιστημονικά, σε όλα
τα πανεπιστήμια προκαλούν μόνο γέλια, και η σαφής πολιτική τους στόχευση είναι
απολύτως εμφανής. Μια κυβέρνηση της Αριστεράς οφείλει να έχει το πολιτικό
σθένος να το καταγγείλει αυτό. Στο κάτω κάτω, γιατί με την ίδια την λογική του
ΔΝΤ, μια θετική μεταβολή – επέμβαση στο σύστημα (π.χ αυξήσεις μισθών τόνωση
κατανάλωσης) να μην οδηγήσει σε μια αλματώδη ανάπτυξη την ελληνική οικονομία.
(2) Μπορεί στην
Γερμανία ο Σόιμπλε να ήταν δημοφιλής να είχε αποδοχή σχεδόν στα 2/3 του
εκλογικού σώματος αλλά απομακρύνθηκε λόγω του ότι ήταν ο πλέον μισητός
πολιτικός στην Ευρώπη και η εκλογική κατάρρευση του συνασπισμού που κυβερνούσε
την Γερμανία, είχε να κάνει με την γραμμή που εκπροσωπούσε ο ίδιος και επέβαλλε
η Γερμανία στην Ευρώπη. Η ίδια η γερμανική ολιγαρχία αναγνωρίζει ότι δεν
μπορούσε πλέον να είναι αυτή η γραμμή της, και η ίδια έκρινε απαραίτητη την στροφή
προς άλλη κατεύθυνση όπου οι κανόνες δεν θα είναι κανόνες, αλλά θα λαμβάνουν
υπόψη την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των κρατών μελών καθώς και την
συνοχή της ίδιας της Ευρώπης. Φυσικά αυτή η μετρίως αισιόδοξη ανάγνωση μπορεί
από την μία να μην είναι σωστή αλλά και από την άλλη να ανατραπεί στο άμεσο
μέλλον, ανάλογα με την διαπραγμάτευση για τον νέο γερμανικό κυβερνητικό
συνασπισμό. Αλλά εδώ είμαστε να το επανεκτιμήσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου