ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΑ 1250-1150 π.Χ.: Προβολή στο σήμερα των σύγχρονων κοινωνιών (εισήγηση)

 του Δρ. Αντώνη Βασιλάκη *


[1] Κατάρρευση του πολιτισμού και κλιματική κρίση στα 1250-1150 π. Χ.:

Προβολή στο σήμερα των σύγχρονων κοινωνιών


https://www.youtube.com/watch?v=OKsEPTlgMbg


[2]  Παρουσιάζω σε διαφάνειες τα κύρια σημεία από μια ευρύτερη έρευνα για το θέμα, όσα χωρούν στα όρια μιας ομιλίας, που είχε προγραμματιστεί από τις ΡΩΓΜΕΣ για το Μάρτη του 2020 και λόγω της πανδημίας του κορονοϊου πραγματοποιείται σήμερα. Οι επισημάνσεις μας έχουν γίνει πιο επίκαιρες. Τότε δεν είχε περάσει από τη σκέψη μας ότι αυτός ο νέος απρόβλεπτος παράγοντας θα ερχόταν να επιταχύνει και να ολοκληρώσει την κατάρρευση του σύγχρονου πολιτισμού. που ζούμε τα τελευταία χρόνια. Έχει καταστραφεί κάθε ισορροπία του ανθρώπου στη σχέση του με τη φύση, το κλίμα, την τροφή, τα ζώα και τον ίδιο τον άνθρωπο. Πάνω απ’ όλα έχει διαπραχθεί ύβρις, που την πληρώνουμε σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ευχαριστούμε, οι Ρωγμές, το δήμο Μαλεβιζίου, τη Δημοτική Πινακοθήκη Μαλεβιζίου και τους Πολιτιστικούς Συλλόγους και Τυλίσου και Φόδελε για την συνδιοργάνωση της εκδήλωσης.

1  ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

[3]  Οι όροι που διαμορφώνουν την αποδιοργάνωση και τελικά την σταδιακή κατάρρευση των κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών δομών των μεγάλων πολιτισμών του παρελθόντος, είναι ζητήματα που απασχολούν διαχρονικά την ιστορική και αρχαιολογική επιστημονική κοινότητα. Σε αυτούς τους μεγάλους πολιτισμούς περιλαμβάνεται ο δικός μας μινωικός-μυκηναϊκός πολιτισμός. Διάλεξα να μιλήσω για το θέμα, γιατί «όποιοι δεν θυμούνται το παρελθόν είναι καταδικασμένοι να το επαναλάβουν», κατά τον φιλόσοφο George Santayana. Όμως, κατά το στρατηγό Edmund Allenby του Α΄ Π.Π. «όσοι μελετούν την ιστορία μπορούν να την επαναλάβουν με επιτυχία, αν το πράξουν».

[4]  Θα ρωτήσει κανείς: Γιατί - πρέπει να - μας ενδιαφέρει να μάθουμε τι συνέβη στην περιοχή μας πριν από 3200 χρόνια; Απαντήσεις στο ερώτημα έχουν δώσει κορυφαίοι διανοητές:

[5]  Ο ιστορικός Έρικ Hobsbawm λέει ότι «Δουλειά του ερευνητή είναι να πει στη σύγχρονη κοινωνία πράγματα από τα οποία θα ωφεληθεί, έστω κι αν δεν έχει διάθεση να μάθει» και διαπιστώνει ότι «ποτέ κανείς δεν έχει διδαχθεί από την ιστορία. Οι πολιτικοί είναι πιο αδιάβαστοι ιστορικά. Τους ενδιαφέρει η συστηματική διαστρέβλωση της».

Ο ιστορικός Peter Brown πιστεύει ότι «η διαστρέβλωση της ιστορίας είναι χειρότερη από το να την ξεχνάς. Αυτό που είναι επικίνδυνο είναι οι μισές αναμνήσεις που χρησιμοποιούν οι πολιτικοί για να αναβιώσουν τη δυσαρέσκεια και τους φόβους". Ο ιστορικός Γιώργος Δερτιλής που έγραψε ότι «Από εμάς εξαρτάται αν θα μάθουμε κάτι από την Ιστορία, αν θα μπορέσουμε κάτι να κάνουμε για να ξεπεράσουμε την κρίση, αν θα ξαναρχίσει ο στρόβιλος των σφαλμάτων, αν θα προκαλέσουμε την τύχη μας, αν θα προσπαθήσουμε να την προλάβουμε».

Ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος γράφει ότι «Ο Θουκυδίδης μας έμαθε ότι ρόλος του ιστορικού είναι να αναμοχλεύει το παρελθόν, να ανοίγει ρωγμές στην επιφάνειά του, να το τοποθετεί στον ευρύ χρόνο, να αναζητά το ρυθμό στο θόρυβο των γεγονότων, να ανοίγει παράθυρα κατανόησης, να διευρύνει τους ορίζοντες του παρόντος».

[6]  Ο αρχαιολόγος Γιώργος Χουρμουζιάδης έλεγε ότι «απώτερος στόχος της αρχαιολογικής πληροφορίας είναι να μετατραπεί σε κοινωνικό αγαθό». Η αρχαιολογία είναι μια διαδικασία που έχει ως αφετηρία μια επιστημονική πληροφορία και ως στόχο τη δημιουργία ενός αφηγήματος που να αφουγκράζεται το σήμερα.

Ως αρχαιολόγος θα προσπαθήσω να αναδείξω ένα ζήτημα της προϊστορικής αρχαιολογίας, δηλώνοντας έτσι το ρόλο που θα μπορούσε να έχει ο αρχαιολογικός λόγος στο παρόν.  

Η ανθρωπότητα (πρέπει να) ανησυχεί σοβαρά, γιατί αντιμετωπίζει μια κατάσταση παρόμοια με την εκατονταετία 1250-1150 π. Χ., για την οποία υπεύθυνος ήταν ένας μοναδικός συνδυασμός της κλιματικής κρίσης με την ξηρασία, τους λιμούς, τους σεισμούς, τους πολέμους, μετακινήσεις πληθυσμών, τα οικονομικά προβλήματα και τις εξεγέρσεις στο εσωτερικό των κρατικών μορφωμάτων της εποχής. [4] Χρησιμοποιούμε τον όρο κλιματική κρίση, αντί για κλιματική αλλαγή, γιατί μπορεί να έχει γενικότερη εφαρμογή για τα γεγονότα που αναφέρομε. [7]

[7] Η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος είναι αναγκαία και θετική για την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών. Έχει, όπως ο αρχαίος Ιανός, δυο όψεις: τη θετική και την αρνητική. Στη χώρα μας λόγω της σχετικής υπανάπτυξης και των επιρροών της κυρίαρχης ιδεολογίας, η έννοια πρόοδος έφτασε να σημαίνει μόνο την τεχνολογική αδιαφορώντας για τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές συνέπειες της (Ευτύχης Μπιτσάκης).

[8]  Τι σημαίνει κατάρρευση; Είναι η αιφνίδια απώλεια της πολυπλοκότητας, της έλλειψης οικονομικών μέσων, της απώλειας της νομιμοποίησης, και της διάβρωσης των κοινών αξιών που συνιστούν την κοινωνική συνοχή.

Τα αίτια της κατάρρευσης είναι φυσικά και ανθρωπογενή.

1 Εξάντληση και καταστροφή των φυσικών πόρων. Ιδίως των μη ανανεούμενων που είναι ζωτικής σημασίας για τη ζωή (νερό, καλλιεργήσιμη γη, αργό πετρέλαιο).

2 Μετάβαση σε νέους πόρους και αντικατάσταση παλιών (από το ξύλο στο κάρβουνο, από το κάρβουνο στο πετρέλαιο).

3. Συμβάν ή εμφάνιση μιας υπερβολικής καταστροφής: (κατακλυσμός, ηφαιστειακή έκρηξη, τσουνάμι).

4. Ανεπαρκής αντίδραση σε επικρατούσες συνθήκες.

5. Άλλες κοινωνικές περιπλοκές (συνάντηση με και αφομοίωση από άλλη πιο προηγμένη τεχνολογικά κοινωνία).

[9]  6. Εισβολείς

7. Ταξικοί ανταγωνισμοί, κοινωνικές ανισότητες, αδιαφορία από την ελίτ ή κακομεταχείριση ενός τμήματος της κοινωνίας.

8. Κοινωνική δυσλειτουργία, όταν ένα κράτος διακόπτει την εκπλήρωση του ρόλου του να φροντίζει τους κατοίκους του.

9. Μυστικιστικοί παράγοντες (θρησκευτικοί ζηλωτές, ναζιστική ιδεολογία)

10. Οικονομικοί παράγοντες (κατάρρευση νομισματικής ρευστότητας, κρατική πτώχευση και συμπωματική αλληλουχίας με κάποια από τα παραπάνω συμβάντα).

Η κλιματική κρίση είναι η μέγιστη απειλή για την επιβίωση του πλανήτη, των ανθρώπων και των όντων που τον κατοικούν, αυτό δηλαδή που λέμε ανθρώπινος πολιτισμός. [9]

[10]  Μια συνοπτική αναφορά στα σημερινά προβλήματα της κλιματικής κλίσης :

1 Ανεξέλεγκτη εγκατάσταση ανεμογεννητριών και υβριδικών αιολικών πάρκων

2 Εξόρυξη υδρονανθράκων στο τόξο Ήπειρος - Ιόνιο - νότιο Κρητικό πέλαγος

3 Συνδιαχειρηση με τη γείτονα των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στο Αιγαιο και στο τρίγωνο Κρητη - Ρόδος - Κύπρος (είναι το μέιζον, αλλά τείνομε να το ξεχνούμε).

4 Καταστροφή περιοχών χαρακτηρισμένων Νατούρα.

Να θυμίσουμε τη σπουδαία συμβολή του Δημήτρη Μπάτση (εκτελεσμένου μαζι με τον Μπελογιάννη πριν απο 70 χρόνια, βασικού μελετητή των προβλημάτων μιας Προοδευτικής ανοικοδόμησης μετά τη λαίλαπα του ΒΠΠ και του Εμφύλιου.

Να μη προσπερνάμε τη σκληρή πραγματικότητα: μετά από ενάμιση χρόνο πανδημίας και 10 χρόνια οικονομικής κρίσης τίποτε στο εγγύς μέλλον δεν θα ναι πια όπως το γνωρίσαμε. Ας θεωρηθεί, λοιπόν, η πραγματεία μας αυτή ως συμβολή στον επίκαιρο προβληματισμό. [10]

[11] Η Ύστερη Εποχή του Χαλκού, 1600-1100 π.Χ. έχει χαρακτηριστεί ως η πρώτη περίοδος της παγκόσμιας ιστορίας στην οποία άκμασε η πρώτη παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Και όμως αυτή κατέρρευσε κάτω από το βάρος ενός συνδυασμού δυσμενών παραγόντων. Για την κατάρρευση αυτή το έτος 1177 π.Χ. στα χρόνια του φαραώ Ραμσή 3ου είναι σημείο αναφοράς. Εκείνη τη χρονιά οι «Λαοί της Θάλασσας» εισέβαλαν τρίτη φορά στην Αίγυπτο, αν και ως τότε πολλές χώρες και πόλεις είχαν ήδη καταστραφεί. Η χρονολογία αυτή είναι μια «συντομογραφία» για την κατάρρευση. [11]

[12]  Μεθοδολογικά στοιχεία για την παρουσίαση:

1) Μιλούμε για τις πιθανότητες σχετικά με τα αίτια της κατάρρευσης του πολιτισμού και, όπως λέει ο Σέρλοκ Χολμς «θα πρέπει να ζυγίσουμε τις πιθανότητες και να επιλέξουμε την πιο αληθοφανή». Σε κάθε περίπτωση, όμως, έχομε το «σώμα του εγκλήματος».

2) Γνωρίζουμε πως δεν υπάρχει απρόσβλητη κοινωνία και ότι κάθε κοινωνία στην ιστορία στο τέλος κατέρρευσε, αφού ειρηνική κοινωνία υπάρχει μόνο στα παραμύθια.

3) Στην ομιλία περιλαμβάνονται μηνύματα από μιαν ευρύτερη οικονομική και οικολογική κατάρρευση στο μακρινό παρελθόν και μαθήματα για τον 21ο αιώνα.

 

2 αιγαιο και Εγγύς Ανατολή στα χρονια 1250-1150 π.Χ,

[13]  Με τον ιστορικό, αρχαιολογικό, πολιτιστικό όρο πολιτισμοί του Αιγαίου, εννοούμε τους πολιτισμούς που φανερώθηκαν και άκμασαν στην 3η και 2η χιλιετία π.Χ.: τον κυκλαδικό, το μινωικό και το μυκηναϊκό. Θα επικεντρωθούμε στην τελευταία φάση του ανακτορικού πολιτισμού της 2ης χιλιετίας (στροφή 13ου προς 12ο αιώνα (1250-1150)..  

Τα μυκηναϊκά ανακτορικά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Κρήτης καταστράφηκαν μαζί με τα κράτη που κυβερνούσαν. Βασικές όψεις του πολιτισμού των προηγούμενων αιώνων, όπως η γραφή και η διοίκηση, εγκαταλείφθηκαν ή χάθηκαν. Αν και υπήρξε μερική ανοικοδόμηση σε κάποιες θέσεις (Μυκήνες, Τίρυνθα), η νέα κατάσταση ήταν διαφορετική. Έγινε καίρια ιδεολογική μετατόπιση, εξασθένιση της κεντρικής διοίκησης, ένα είδος αποκέντρωσης, με προσωρινή αναλαμπή μιας ή δυο γενεών. Στην Πύλο, στην Κνωσό και στη Θήβα, δεν έγινε ανοικοδόμηση το αρχαιολογικό τοπίο δείχνει αραιοκατοικημένο.

Το Αιγαίο δεν ήταν ξεκομμένο από το γύρω κόσμο. Οι σχέσεις και οι εκατέρωθεν επιρροές ήταν στενές. Το φαινόμενο της κατάρρευσης ήταν ταυτόχρονο στο Αιγαίο και στην Εγγύς Ανατολή. Στην αρχαιολογία οι ονομασίες των χωρών της περιοχής είναι άλλες από αυτές που επικράτησαν αργότερα. Η Εγγύς Ανατολή περιγράφει τον γεωγραφικό χώρο που ορίζουν: Μικρά Ασία, Καύκασος, κεντρικό Ιράν, Αραβική χερσόνησος, Αίγυπτος. Υποπεριοχές της: Αιγαίο (νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα, Κρήτη, Δ. και ΝΔ. ακτές Μικράς Ασίας), Ανατολία (βόρεια, κεντρική, νότια, ανατολική Μικρά Ασία), Κύπρος, Λεβάντε (Συροπαλαιστίνη, Χαναάν – Μεγάλη Συρία), Αίγυπτος, Μεσοποταμία. [12]

Η Εγγύς και η Μέση Ανατολή είναι και σήμερα μια περιοχή υψηλής γεωστρατηγικής και γεωοικονομικής σημασίας, την οποία προσπαθούν να ελέγξουν όλες οι κατά καιρούς Μεγάλες Δυνάμεις. Το ίδιο συνέβαινε και στην εποχη που μας ενδιαφέρει.

Στο 14ο και 13ο αιώνες στις χώρες αυτές άκμασαν πέντε αυτοκρατορίες (Λέσχη των Μεγάλων Δυνάμεων κατά τον ανατολιστή Marc van de Mieroop) με «Μεγάλους Βασιλείς»: Αίγυπτος, Χετταίοι (Xάττι), Ασσύριοι, Βαβυλώνιοι και Αχαιοί. Σε άλλες χώρες υπήρχαν κράτη/πόλεις ποικίλων μεγεθών με ηγεμόνες εξαρτημένους στενά ή χαλαρά, από τις 5 μεγάλες αυτοκρατορίες: Μικρά Ασία: Ασσούβα, Αρζάβα, Βιλούσα (Ίλιον-Τροία) από τους Χετταίους, Μιλαβάντα (Μίλητος) από τους Μυκηναίους. Αλασία (Κύπρος). Λεβάντε (Συροπαλαιστίνη): Ουγκαρίτ, Αμμούρου, Βύβλος, Τύρος, Σιδώνα, πόλεις της Χαναάν (Μεγιδδώ (=Αρμαγεδδών κ. α.) και της Φιλισταίας (Άκκο, Ασκελόν, Γάζα κ.α.). Στην Ελλάδα/Αιγαίο η Μυκηναϊκή αυτοκρατορία. Η Αίγυπτος κατείχε το νότιο τμήμα του Λεβάντε. Η Χεττιτική αυτοκρατορία κατείχε το βόρειο τμήμα του Λεβάντε και σε μεγάλο τμήμα της δυτικής Μικράς Ασίας. Θα ασχοληθούμε κυρίως με το Αιγαίο, τους Χετταίους, την Κύπρο, την Αίγυπτο και τα (υποτελή) κράτη/πόλεις του Λεβάντε. [8]

 

[14]  ΔΕΚΑ ΜΕΙΖΟΝΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ μέσα ΣΕ ΕΝΑΝ ΑΙΩΝΑ

Στο Αιγαίο και στην Εγγύς Ανατολή δέκα μείζονα ιστορικά γεγονότα/τομές «συνωστίζονται» μέσα σε έναν αιώνα (1250-1150), με ρωγμή τη μάχη του Καντές (στη κοιλάδα Μπεκάα στη νότια Συρία, σήμερα στην κατοχή του Ισραήλ) μεταξύ Αιγύπτου και Χάττι το 1275, και την Ασημένια Συνθήκη που την ακολουθήσε (1259). Τα γεγονότα αναφέρονται ξεκινώντας από το Αιγαίο.

  • Η κατάρρευση του ανακτορικού συστήματος στο Αιγαίο.

·       Η «Κάθοδος των Δωριέων»

·       Ο «Τρωικός Πόλεμος».

·       Η διάλυση της Χετιτικής αυτοκρατορίας.

·       Οι «Λαοί της Θάλασσας».

·       Η Κύπρος μετά τη κατάρρευση.

·       Η καταστροφή των βασιλείων και των πόλεων του Λεβάντε.

·       Η Έξοδος του Ισραήλ από την Αίγυπτο και η εγκατάσταση στη Χαναάν.

·       Η εγκατάσταση των Φιλισταίων στην Παλαιστίνη.

·       Η παρακμή της Αιγύπτου.

 

Ι. κατάρρευση μυκηναϊκού ανακτορικού συστήματος

[16]  Το ανακτορικό σύστημα στο Αιγαίο: τα μυκηναϊκά κράτη στο τέλος του 13ου αιώνα

Κράτος/state, πολιτεία/polity, επικράτεια/territory, επαρχία/region, βασίλειο/kingdom.

Το αρχαίο κράτος ήταν ενας σύνθετος συγκεντρωτικός θεσμός ή δομή με διοικητική και κοινωνική ιεραρχία, που ρυθμίζει τα οικονομικά ζητήματα (όπως την πρόσβαση σε πόρους και τη διακίνηση των αγαθών) και μονοπωλεί τη νόμιμη δύναμη μέσα σε μια εδαφική επικράτεια (territory). Κοινά χαρακτηριστικά των αρχαίων κρατών: α) η οικιστική ιεράρχηση σε τέσσερα επίπεδα (ανάκτορα και ανακτορικά κτίρια ή κτίρια διοίκησης - μέγαρα, αστικές επαύλεις και αγρεπαύλεις - αστικά σπίτια - αγροικίες. β) η κοινωνική διαστρωμάτωση, που διαιρεί το κοινωνικό σύνολο σε κυρίαρχη ελίτ και κοινωνικές τάξεις ή μη ελίτ στρώματα, και γ) ένα αναγνωρίσιμο κτίσμα ή ανάκτορο, που λειτουργεί ως βάση των επιχειρήσεων για τα κυρίαρχα νοικοκυριά. Τα κράτη είχαν κοινά χαρακτηριστικά, αλλά και διαφορές. [14, 15]

Το ανακτορικό σύστημα στο Αιγαίο στη 2η χιλιετία αναπτύχθηκε σε 3 περιόδους. α) τα μινωικά πρωτοανακτορικά κράτη (2000/1900-1700), β) τα μινωικά νεοανακτορικά κράτη (1700-1450) και γ) τα μυκηναϊκά ανακτορικά κράτη (1450-1180) στην ηπειρωτική και νησιωτική χώρα και στην Κρήτη. Στην τρίτη ανακτορική περίοδο η μυκηναϊκή ανακτορική εξουσία είχε κοινά χαρακτηριστικά, αλλά και διαφορές, με τη νεοανακτορική μινωική. Βασική διαφορά: τα μυκηναϊκά ανάκτορα ακολουθούσαν «προσωποποιημένες» στρατηγικές «δικτύων», σε αντίθεση με τα μινωικά που ακολουθούσαν «συλλογικές» στρατηγικές πολιτικού ελέγχου και συνδύαζαν αρμονικά τον οικονομικό ρόλο με το θρησκευτικό. Αυτό φαίνεται στα ανάκτορα της κάθε περιοχής και από την ιστορική εξέλιξη, που δεν ήταν ίδια σε όλο το Αιγαίο. Οι τοπικές εξελίξεις δεν στοιχίζονται πάντοτε με την γενική εξέλιξη. Στον 13ο αι. υπήρχαν τοπικοί πολιτισμοί, που εμφάνισαν πολιτισμική ομοιογένεια που εκφράστηκε πολιτικά ως μυκηναϊκή αυτοκρατορία, με πρώτο τον άνακτα των Μυκηνών (προηγήθηκε μάλλον στις αρχές του 13ου αι. η Θήβα). Αυτή η ομοιογένεια υποχώρησε στον επομένους αιώνες. Για τις εσωτερικές σχέσεις των μυκηναϊκών κρατών ελάχιστα είναι γνωστά κυρίως από τους μύθους.

Χρονολογικό πλαίσιο της ΥΕ ΙΙΙ Β και ΥΕ ΙΙΙ Γ

ΥΕ ΙΙΙ Β 1 ή ΥΕ ΙΙΙ Β Πρώιμη                    1320-1250

ΥΕ ΙΙΙ Β 2 ή ΥΕ ΙΙΙ Β Ύστερη                    1250-1180

ΥΕ ΙΙΙ Γ Πρώιμη                                          1180-1150

ΥΕ ΙΙΙ Γ Μέση                                             1160-1110

ΥΕ ΙΙΙ Γ Ύστερη                                          1110-1050

 

Λίγα λόγια για τη χρονολόγηση.

Οι απόλυτες χρονολογίες δίνονται με προσέγγιση μιας ή δυο δεκαετιών και στηρίζονται στη μελέτη της κεραμικής, ενώ μεγάλη βοήθεια στη χρονολόγηση δίνουν τα γραπτά κείμενα από την Αίγυπτο, τους Χετταίους και την Ουγκαρίτ, που διέσωσαν κατάλογους με φαραώ και βασιλείς με τα χρόνια βασιλείας τους. Οι αρχαιομετρικές χρονολογήσεις (άνθρακας C14, δενδροχρονολόγηση κ.ά.), που στήριξαν πολλές ελπίδες για ακριβέστερες χρονολογίες, αποδείχτηκαν κατώτερες από όσο αναμενόταν, αφού δίνουν μεγάλα περιθώρια λάθους.

Μιλούμε για έναν χρονολογικό ορίζοντα κατάρρευσης, τον τελευταίο και καθοριστικό από τους ορίζοντες καταστροφής που έχουν σημειωθεί στην Εποχή του Χαλκού στο Αιγαίο, και που στην Κρήτη παραδοσιακά αποδίδονταν σε σεισμούς, ενώ στο υπόλοιπο Αιγαίο σε εχθρικές ενέργειες και/ή έξωθεν «εισβολές» κατά τους μύθους. Ο ορίζοντας αυτός ανοίγει στα μέσα του 13ου αιώνα π. Χ. και κλείνει στα 1150 π. Χ.

Διάσημη παράδοση ήταν η «Κάθοδος των Δωριέων» από την κεντρική Ελλάδα στην Πελοπόννησο και η επίθεση κατά της Αθήνας. Άλλη παράδοση συνδέει τις καταστροφές με τις μετακινήσεις ελληνικών φύλων από την ηπειρωτική χώρα προς το ανατολικό Αιγαίο («Ιωνική μετανάστευση»), που έγιναν μια-δυο γενιές μετά τον «Τρωικό Πόλεμο». Τα τελευταία χρόνια η πίστη στις παραδόσεις έχει κλονιστεί και εγκαταλειφθεί, αφού οι μύθοι δεν είναι αξιόπιστες πηγές για την ιστορία. Το ίδιο γίνεται στο Λεβάντε, όπου χρονολογούν στα χρόνια αυτά την «Έξοδο του Ισραήλ» από την Αίγυπτο και την εγκατάστασή του στη Χαναάν, και τη δημιουργία του κράτος των Φιλισταίων επίσης στη Χαναάν.

Η έρευνα στράφηκε σε άλλες πηγές: τα αποκρυπτογραφημένα ως γραμμένα σε ελληνική γλώσσα κείμενα της Γραμμικής Β γραφής. Η αξία τους ως ιστορικών πηγών είναι σημαντική: δίνουν πληροφορίες για την οικονομική, κοινωνική και πολιτική οργάνωση. Δεν καταγράφουν όμως ιστορικά πολιτικά ή πολεμικά γεγονότα. Το σημαντικό που έδωσε η ανάγνωση τους είναι η αρχαιότητα της ελληνικής γλώσσας από τα μέσα της 2ης χιλιετίας.

Ανάλογη στροφή έχει γίνει στην έρευνα της αρχαιολογίας της Ανατολίας, του Λεβάντε και της Αιγύπτου. Εδώ είναι ευτύχημα ότι υπάρχουν γραπτές πηγές που καταγράφουν αξιόπιστες αιτίες της κατάρρευσης και τη χρονολογούν με ακρίβεια στο 1177 π. Χ., στον 8ο χρόνο της βασιλείας του Φαραώ Ραμσή ΙΙΙ (20η δυναστεία), που βασίλευσε 1186–1155 π. Χ., με βάση την προπαγανδιστική επιγραφή στο Medinet Ηabu.


β  Κοινά χαρακτηριστικά των κρατών: οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό σύστημα.

Σημαντικό στοιχείο είναι ομοιομορφία της ανακτορικής διοίκησης στο Αιγαίο: χρησιμοποιεί την ίδια γλώσσα (μυκηναϊκή ελληνική), την ίδια ορολογία, το ίδιο σύστημα φορολογίας και διανομής. Τα σχήματα και τα μεγέθη των πήλινων πινακίδων είναι τα ίδια παντού. Τα αρχεία της Πύλου και της Κνωσού, ως τα πιο πολυάριθμα, είναι αντιπροσωπευτικά όλων των ανακτορικών κέντρων. Σύμφωνα με τα αρχεία, τα μυκηναϊκά κράτη διοικούνταν από τα ανάκτορα, που ασκούσαν το έλεγχο στις παραγωγικές δραστηριότητες της επικράτειας τους. Η διοικητική οργάνωση περιλάμβανε τη διαίρεση σε επαρχίες, που η καθεμιά είχε δικό της κέντρο. Για παράδειγμα, το κράτος της Πύλου διαιρούνταν σε δυο επαρχίες: την «εκείθεν» (ανατολική Μεσσηνία με έδρα τα Λεύκτρα, μεταγενέστερα Θουρία) και την «ένθεν» (δυτική Μεσσηνία, με έδρα την Πύλο), που τις χώριζε η χαμηλή οροσειρά Αιγάλεω.

Ας πάμε στα τέλη του 13ου και στις αρχές του 12ου αι., να δούμε τι συνέβη. Το μόνο βέβαιο είναι ότι στα χρόνια πριν και μετά το 1200 η μυκηναϊκή Ελλάδα είχε την τύχη όλων των κρατών της Εγγύς Ανατολής. Οι λεπτομέρειες της κατάρρευσης είναι εν πολλοίς αβέβαιες και οι περιστάσεις κάτω από τις όποιες συνέβη παραμένουν αδιευκρίνιστες και σκοτεινές. Στο Αιγαίο, όπως αναφέραμε ήδη, δεν έχει σωθεί γραπτή ιστορική πληροφορία. Υπάρχουν μόνο οι σιωπηρές ενδείξεις από την αρχαιολογική σκαπάνη για μελέτη και ερμηνεία. Η κατάρρευση είναι φανερή στην αρχαιολογική εικόνα, αλλά η σειρά με την οποία συνέβησαν τα γεγονότα δεν μπορεί εύκολα να αποκατασταθεί. Κάθε τόπος είχε τη δική του εξέλιξη και ο συγχρονισμός των καταστροφών δεν είναι εύκολος.

Οι γνώσεις για την οικονομική και κοινωνική οργάνωση και το πολιτικό σύστημα των μυκηναϊκών βασιλείων στην εποχή της ακμής προέρχονται από τις πινακίδες Γραμμικής Β της Πίλου και της Κνωσού. Τα ευρήματα πινακίδων από άλλα ανάκτορα είναι λίγα, δεν υπήρχαν όμως σημαντικές διαφορές. Ανώτατος άρχοντας του μυκηναϊκού κράτους είναι ο wa-na-ka (ἄναξ). Η εξουσία του δεν στηρίζεται σε προσωποπαγές δίκαιο και δυναστικές γενεαλογίες, αλλά στην ικανότητά του να ρυθμίζει την αναδιανομή προϊόντων και υπηρεσιών στα όρια του βασιλείου του, να οργανώνει πλούσια συμπόσια με πάνδημη συμμετοχή και να εξασφαλίζει την εύνοια των θεών με την οργάνωση και διεξαγωγή της λατρείας. Ίσως του αναγνώριζαν θεϊκή υπόσταση, και εδώ φαίνεται η επίδραση της μινωικής ιδεολογίας. Ο wa-na-ka δεν διεκδικούσε κύρος με την απόδοσή στο πεδίο της μάχης, όπως οι ομηρικοί ή οι Μακεδόνες βασιλείς αργότερα.

Η αρχηγία του στρατού ήταν υπόθεση ενός άλλου ανώτατου αξιωματούχου, του ra-wa-ke-ta (λαβαγέτας = «αρχηγός του λαού», από το λαός=στρατός + ἄγω), που ήταν δεύτερος στην ιεραρχία. Έτσι εξηγείται μια σημαντική ιδιομορφία των μυκηναϊκών κρατών, η αδιαφορία των αρχείων και της τέχνης για τον άνακτα, το όνομα, την ιστορία και τη γενεαλογία του. Ένα σώμα πολεμιστών κοντά στον άνακτα ήταν οι e-qe-ta (ἐπέται, ακόλουθοι, εταίροι).

Ο τίτλος qa-si-re-u «βασιλεύς» υπάρχει στα μυκηναϊκά κράτη, η έννοιά του όμως είναι ασαφής και δεν δηλώνει τον ανώτατο άρχοντα, όπως αργότερα. Οι «βασιλείς» qa-si-re-u είναι περισσότεροι από ένας στην Πύλο και ασχολούνται, σε μια περίπτωση, με την επιστασία χαλκουργών. Ήταν επικεφαλής των δήμων και είχαν θρησκευτικά ή άλλα ειδικά καθήκοντα, όπως ο "αρχών-βασιλεύς" αργότερα, και καθήκοντα τοπικού άρχοντα.

Ο ko-re-te με βοηθό έναν po-ro-ko-re-te ηγείται ενός οικονομικού διαμερίσματος από τα 16 που είναι γνωστά στο βασίλειο της Πύλου, ως ένα είδος έπαρχου (πρβ. curator και procurator των Ρωμαίων). Τα κείμενα της Γραμμικής Β αναφέρουν πλήθος άλλων αξιωματούχων, των οποίων οι τίτλοι όμως δεν έχουν ερμηνευθεί ακόμα. Ανακτορικοί αξιωματούχοι ήταν και οι  συλλέκτες, με καθήκον την καταγραφή της τοπικής παραγωγής.

Ο da-mo = δήμος, με επικεφαλής το βασιλέα είναι το οργανωμένο σώμα του λαού, η κοινότητα, που έχει στην ιδιοκτησία της το μεγαλύτερο μέρος της γης και την παραχωρεί τεμάχια στον wa-na-ka, τον ra-wa-ke-ta και σε αξιωματούχους για τις υπηρεσίες τους. Ο da-mo αποτελεί τη βάση για το σχηματισμό του στρατιωτικού σώματος που διοικεί ο ra-wa-ke-ta. Στην Πύλο υπάρχει αναφορά σε συμβούλιο γερόντων, την ke-ro-si-ja = «Γερουσία».

Η υπόλοιπη κοινωνική ιεραρχία βασίζεται, όπως και αργότερα στην αρχαία Ελλάδα, στην αυστηρή διάκριση μεταξύ e-re-u-te-ro (ελεύθερος) και do-e-ro (δοῦλος).  

Για τους ελεύθερους διαθέτουμε λίγα στοιχεία. Η διαστρωμάτωσή τους συνάγεται από διαφορές στην ποσότητα ή το είδος του οπλισμού και στην έκταση της γης, που τους παραχωρείται από τον da-mo. Οι ka-ma-e-u μισθώνουν γη της ιδιαίτερης κατηγορίας ka-ma και είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν εισφορές. Με το τελευταίο κριτήριο ξεχωρίζουν στην Πύλο λίγοι te-re-ta (τελεσταί), κάτοχοι μεγάλων εκτάσεων γης με έδρα το θρησκευτικό κέντρο pa-ki-ja-ne στην περιφέρεια του βασιλείου. Κάτοχοι γης αναφέρονται και βοσκοί και μελισσουργοί (me-ri-te-u). Η έκταση ενός τεμαχίου γης μετριέται με τους σπόρους που απαιτούνται για τη σπορά του, που μετριούνται με δοχεία, σαν τα μουζούρια του μεσαίωνα.

Οι δούλοι ήταν στην ιδιοκτησία του ανακτόρου, των ελεύθερων ιδιωτών ή των ιερών (te-o-jo  do-e-ro = θεοῦ δοῦλος), μπορούσαν να μεταπωληθούν, και αναφέρονται με το όνομα του κυρίου τους, όχι με το δικό τους. Πολλοί δούλοι ήταν αιχμάλωτοι πολέμου (και γυναίκες και παιδιά) από υπερπόντιες εκστρατείες, ή πρώην κάτοικοι της περιοχής που υποδουλώθηκαν βίαια. Τέτοιοι ήταν οι Δωριείς, όσοι δεν κατέφυγαν στα βουνά, όπως θα δούμε παρακάτω.

 

γ  Πριν από την κατάρρευση, η κατάρρευση, μετά την κατάρρευση 1250-1150.

[17, 18] α. ηπειρωτικη ελλαδα Η κεντρική γεωγραφική θέση της Αργολίδας στη νοτιανατολική Ελλάδα την ανέδειξε ως περιοχή, όπου έζησαν και έδρασαν, ήδη από το 16ο αι. π. Χ. πολιτικές και στρατιωτικές ελίτ, που μας άφησαν τα τεκμήρια τους στους δυο ταφικούς περιβόλους των Μυκηνών ήδη από το 16ο αι. Από τα έξι τοπικά κέντρα (Μυκήνες, Τίρυνθα, Άργος, Μιδέα, Ναυπλία, Ασίνη) οι Μυκήνες ανεδείχθησαν στο ισχυρότερο ανακτορικό κράτος και ο άνακτας τους στον 14ο και 13ο αιώνα ήταν επικεφαλής μιας «ομοσπονδίας» κρατών, «αυτοκρατορία», γνωστή στα κείμενα της Εγγύς Ανατολής ως Αχιγιάβα-Αχαιοί, και μπορούσε να αλληλογραφεί ως ίσος προς ίσον με τους δυο ισχυρότερους την εποχή εκείνη «μεγάλους βασιλιάδες», τον Φαραώ της Αιγύπτου και τον αντίστοιχο των Χετταίων στην Ανατολία, που τον προσφωνεί «αδελφό». Σε μια επιστολή του ο βασιλιάς των Χετταίων προς τον υποτελή του βασιλιά του Αμμούρου (βόρεια Συρία), αποκαλεί τον βασιλιά της Αχιγιαβα αδελφό και τον θεωρεί ισότιμό του. Ανάμνηση του είναι ο «βασιλεύτατος πάντων» και «άναξ ανδρών», με τον οποίο χαρακτηρίζεται ο αρχιστράτηγος των Αχαιών στον Όμηρο. Το κράτος των Μυκηνών που έλεγχε την Αργολίδα, Κορίνθια και ανατολική Αχαΐα) ήταν το μεγαλύτερο σε έκταση με δεύτερο το κράτος της Λακεδαίμονος.

[19]  Τα χετιτικά κείμενα του 14ου και 13ου  αι. κάνουν λόγο για ένα μεγάλο κράτος στο Αιγαίο με το όνομα Αχιγιάβα = Αχαΐα, που εκτείνεται στα δυτικά του κράτους των Χετταίων και έχει ένα σημαντικό γεωγραφικό προγεφύρωμα στην ασιατική ακτή του Αιγαίου, τη Μίλητο (Μιλαβάντα). Στα αιγυπτιακά κείμενα της εποχής του Τούθμωση ΙΙΙ μέχρι την εποχή του Αμένοφη ΙΙΙ, οι Αιγύπτιοι γνωρίζουν ένα κράτος στο Αιγαίο με το όνομα Τανάγια (=Δαναοί) που είχε το κέντρο του στις Μυκήνες και το Ναύπλιο (το επίνειο τους). Άλλα μέρη που κατονομάζονται είναι τα Κύθηρα, η Μεσσηνία, η Θήβα και η Ήλιδα. Σύμφωνα με το γεωγραφικό κατάλογο του Κομ ελ Χεϊτάν, η έκταση του κράτους είναι γνωστή σε γενικές γραμμές. Παρά τις αμφισβητήσεις, οι δυο ονομασίες πρέπει να ταυτιστούν και είναι το όνομα του κράτους των Αχαιών = Δαναών που εκτείνεται στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα, στα νησιά του νοτίου Ιόνιου και όλου του Αιγαίου (μέσα η Κρήτη) και στη Μίλητο και κάποιες άλλες περιοχές της δυτικής Μικράς Ασίας, με πρωτεύουσα τις Μυκήνες.

[20, 21]  Στις Μυκήνες τα δεδομένα των ανασκαφών δίνουν δυο καταστροφές με απόσταση 45-50 χρόνων. Η πρώτη στα 1230 περίπου (ΥΕ ΙΙΙ Β πρώιμη) σημειώθηκε στην ακρόπολη και σε κατοικίες έξω από την ακρόπολη, με νεκρούς στα ερείπια. Καταστροφές σημειώθηκαν στη γειτονική Τίρυνθα. Οι καταστροφές αποδόθηκαν σε φωτιά και ακολούθησαν εκτεταμένες ανοικοδομήσεις και διαρρυθμίσεις στην ακρόπολη των Μυκηνών, που επεκτάθηκε για να περιλάβει την κτιστή υπόγεια κρήνη με τη φροντίδα της ανακτορικής εξουσίας. Ανάλογα έργα έγιναν στις ακροπόλεις της Τίρυνθας και της Αθήνας. Είναι φανερό ότι αυτά έγιναν σε αναμονή εχθρικής επίθεσης. Σε λίγες δεκαετίες (1185), ήρθε μεγαλύτερη καταστροφή: μέσα στην ακρόπολη: το συγκρότημα του ανακτόρου και συγκροτήματα κτιρίων καταστράφηκαν από δυνατή φωτιά. Άλλα συγκροτήματα κτιρίων καταστράφηκαν, αλλά δεν κάηκαν. Υπήρξε περιορισμένη ανοικοδόμηση στην ακρόπολη, όπου διατηρήθηκε η Πύλη των Λεόντων. Η καταστροφή έχει αποδοθεί σε ισχυρό σεισμό (που όμως δεν τεκμηριώθηκε με πρόσφατες έρευνες) που προκάλεσε την πυρκαγιά και την κατάρρευση των κτιρίων. Το κενό που δημιουργήθηκε με το τέλος της ανακτορικής συστήματος δεν καλύφθηκε. Καταστροφές έγιναν στην Τίρυνθα και στη Μιδέα. Και στις δυο υπήρξε επανακατοίκηση στην επόμενη περίοδο και η Τίρυνθα φαίνεται ότι έγινε κέντρο της Αργολίδας, χωρίς ανακτορική διοίκηση.

[22]  Στη Λακωνία καταστράφηκε από φωτιά το Μενελάιον. Στη Μεσσηνία το ανάκτορο της Πύλου και τα παραρτήματα καταστράφηκε από φωτιά στα 1180 και δεν ξανακατοικήθηκε. Τα αρχεία της Γραμμικής Β διέσωσαν πληροφορίες για αμυντική προπαρασκευή ενόψει εχθρικής επίθεσης, όπως πραγματικά συνέβη. Σε μια πινακίδα αναφέρεται η συγκέντρωση χαλκού και η παράδοση του σε τεχνίτη για να κατασκευάσει αιχμές βελών και ακοντίων. Σε μια άλλη πινακίδα αναφέρεται ο φρούραρχος και το απόσπασμα που επόπτευε τις παραλιακές θέσεις της Μεσσηνίας, και εξακόσιοι κωπηλάτες για τα πλοία που περιπολούσαν στη θάλασσα. Φαίνεται ότι η προετοιμασία απέτυχε, αφού ο εχθρός ήρθε από τη θάλασσα, δεν απωθήθηκε και κατάκαψε το ανάκτορο. Στην κοντινή Μουριατάδα το ανακτορικό μέγαρο καταστράφηκε αλλά η θέση ξανακατοικήθηκε.

Μια αναφορά σε ένα τεχνικό αμυντικό έργο, στην οχύρωση του Ισθμού στην Κόρινθο: Ένα τείχος πάχους 4 μέτρων με δυο όψεις και με πύργους κατά διαστήματα κατασκευάστηκε για την απώθηση πιθανών εισβολέων από την ξηρά. Χρονολογείται ακριβώς στα 1190-1170.

[23]  Στη Βοιωτία έχουν εντοπιστεί ενδείξεις για μεγάλη πυρκαγιά και καταστροφή στη Θήβα και στον Γλα. Στη Θεσσαλία το ανάκτορο στην Ιωλκό («Παλιά» Βόλου) κάηκε τα ίδια χρόνια.

[24]  Η κατάσταση στην ενδοχώρα της μυκηναϊκής Ελλάδας φανερώνει στα μέσα του 13ου αι. μια εικόνα πυκνοκατοικημένης περιοχής. Κάθε μικρή κοιλάδα ή πεδιάδα είχε μια μικρή πόλη ή μια κώμη, έναν δήμο. Οι οικισμοί υπολογίζονται σε 500, με πληθυσμό περίπου ένα εκατομμύριο. Στις αρχές του 12ου αι. οι μισές θέσεις δεν υπήρχαν, που δείχνει ότι και η ύπαιθρος υπέστη μεγάλες καταστροφές. Η απώλεια θέσεων στην ύπαιθρο επηρέασε σοβαρά τον εφοδιασμό σε τρόφιμα και αυτό θα είχε επιπτώσεις σε όλη την κοινότητα. Κάποιες περιοχές υπέστησαν μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού, ενώ άλλες τον αύξησαν: οι ακτές του Κορινθιακού κόλπου, η Αχαΐα, η Κεφαλληνία, η Αττική, η Βοιωτία και η Εύβοια. Τα πλήγματα σε κάποια κέντρα ήταν ισχυρά.

[25] β. Νησιωτικη Ελλαδα Στις Κυκλάδες την περίοδο 1260-1150 εντοπίστηκαν ασυνέχειες: στη Φυλακωπή Μήλου και στη Γρόττα Νάξου έγιναν νέες οχυρώσεις, και άλλες θέσεις οχυρώθηκαν: Άγιος Ανδρέας Σίφνου, Κουκουναριές Πάρου, Ξώμπουργο Τήνου, Μονόλιθος Θήρας. Μειώθηκαν οι εισαγωγές από τις Μυκήνες. Οι σχέσεις με την ηπειρωτική χώρα υποχώρησαν, ως αντανάκλαση των ταραχών. Οι Κυκλάδες δεν έμειναν ανεπηρέαστες.

[26]  Τα Δωδεκάνησα γνώρισαν επισης καταστροφές. Αποτέλεσμα ήταν η κατάρρευση του υπάρχοντος δικτύου εμπορικών συναλλαγών στο οποίο είχαν κομβικό ρόλο, που με τη σειρά του θα έφερε τοπικές διενέξεις και ίσως και πειρατεία.

[27]  Στην Κρήτη στον 15ου αι. εμφανίστηκαν στην Κνωσό και στην Κυδωνία πολιτισμικά στοιχεία που παραπέμπαν στην ηπειρωτική Ελλάδα, όπου είχε μετατοπιστεί η πολιτική και οικονομική δύναμη. Η ανακτορική στρατιωτική ελίτ κατάγεται από την ηπειρωτική χώρα. Τα κατεστραμμένα το 1450 μινωικά νέα ανάκτορα της Κρήτης δεν ανοικοδομήθηκαν. Μόνο της Κνωσού έγινε έδρα του μυκηναίου «άνακτα» της Κρήτης. Η Κνωσός έπαψε να υπάρχει ως ανακτορικό κέντρο στα 1300/1250, όταν καταστράφηκε από φωτιά. Η χρονολογία αμφισβητείται λόγω της χρονολογίας των πινακίδων της Γραμμικής Β: Κάποιοι κατεβάζουν την καταστροφή στο 1200 ή λίγο πριν. Η πυρκαγιά προκλήθηκε από συνδυασμό αιτιών. Δεν αποκλείεται εχθρική ενέργεια από τις Μυκήνες.

[28, 29, 30]  Χαρακτηριστικό της περιόδου ήταν η ανάβαση σε ψηλές θέσεις (καταφύγια): στο Καρφί όπου κατέφυγαν οι κάτοικοι της περιοχής των Μαλίων και στη γειτονική μας Καστροκεφάλα πάνω από τον Αλμυρό, όπου κατέφυγαν οι κάτοικοι της Τυλίσου (ίσως και της Κνωσού με την οποία η Τύλισος είχε κοινή διοίκηση).

[31] Το άλλο ανακτορικό κέντρο στην Κρήτη τον 13ο αι. ήταν η Κυδωνία. Οι ανασκαφικές έρευνες δεν βρήκαν ίχνη από πυρκαγιά και καταστροφή, αλλά εγκατάλειψη (άδεια δωμάτια). Πρόσφατα ανακαλύφθηκε ανθρωποθυσία γυναίκας σε ένα υπαίθριο χώρο του ανακτορικού κέντρου στην οδό Κατρέ, σε ένα χάσμα που προήλθε από σεισμό, που έγινε στο τέλος του 13ου αι., μέσα στο οποίο είχαν αποτεθεί τα κατάλοιπα μιας τελετουργικής ανθρωποθυσίας γυναίκας και θυσίας ζώων και είχαν καλυφθεί με πλάκες. Η εγκατάλειψη συνέβη στην αρχή της ΥΜ ΙΙΙ Γ (1200-1180), όπως σε όλη την Κρήτη και το Αιγαιο.

Μετά την κατάρρευση. Την εποχή που ακολούθησε την κατάρρευση χαρακτήρισαν ως Σκοτεινούς Αιώνες. Ο χαρακτηρισμός είναι μια αντίληψη των μελετητών, που ήταν σε ισχύ για μερικές δεκαετίες. Αλλά, ύστερα από νεότερες έρευνες αντικαταστάθηκε με τον πιο «ουδέτερο» όρο Πρώιμη Εποχή Σιδηρού. Χαρακτηριστικά της νέας εποχής είναι η αποαστικοποίηση, η αποκέντρωση, η επιστροφή στη ζωή στα χωριά και η μείωση του αστικού πληθυσμού, Είναι γεγονός ότι νέοι λαοί και εθνότητες πρωταγωνιστούν, δίπλα στους παλιούς, από το τέλος του 12ου αι και ύστερα: Οι Δωριείς στην Ελλάδα και το Αιγαιο. Οι Φρύγες, οι Λυδοί και οι Λύκιοι στη Μικρά Ασία. Οι Αραμαίοι, οι Φοίνικες, οι Φιλισταίοι, το Ισραήλ στο Λεβάντε.


«τρωικοσ πολέμοσ»

[32, 33, 34]  Ο Τρωικός πόλεμος συνδέεται στενά με το θέμα μας. Για την ιστορικότητα και τη χρονολογία του τα σύγχρονα του μυκηναϊκά αρχεία δεν λένε τίποτα. Οι αρχαίοι δεν ήταν σίγουροι για το πότε έγινε: υπάρχουν 13 διαφορετικές εικασίες για τη χρονολογία του.

Αναφέραμε τη μάχη του Καντές (1275) ανάμεσα σε Χετταίους και Αίγυπτο, που έληξε με συνθηκολόγηση, την «Ασημένια Συνθήκη» (1259), που επισφραγίστηκε με γάμο της κόρης του χετταίου αυτοκράτορα με το φαραώ Ραμσή 2ο. Αλλά η ειρήνη αυτή δεν είχε διάρκεια. Οι δυο αντίπαλοι είχαν προβλήματα στις χώρες τους: οι Αιγύπτιοι να ασχοληθούν με την έξοδο του Ισραήλ και οι Χετταίοι με ταραχές στη δυτική Μικρά Ασία, που τις υποκινούσαν οι Μυκηναίοι με προγεφύρωμα τη Μίλητο. Το ζήτημα δεν έχει λυθεί οριστικά. Οι μελετητές προσπαθούν να βρουν την ιστορική βάση του «Τρωικού Πολέμου» στα χετιτικά αρχεία, λίγο μετά τα μέσα του 13ου αι. Τα αρχεία δίνουν το όνομα της πόλης Ίλιον (Wilusa), ένα βασιλιά Alaksandrus (Αλέξανδρος;), Αχαιό υιοθετημένο από τον προηγούμενο βασιλιά Kukunnis, το όνομα Αχιγιάβα του βασιλείου των Αχαιών, το όνομα Lazpas (Λέσβος) το όνoμα Millawata (Μίλητος), το όνομα Apasa (Έφεσος). Το βασίλειο του Ιλίου ήταν σύμμαχος των Χετταίων, το οποίο στα χρόνια αυτά είχε αρχίσει να παρακμάζει. Δίνονται τρεις χρονολογίες: α. Στα χρόνια του Χετταίου βασιλιά Urhi Tesub (1271-1264). β. Στα χρόνια του βασιλιά των Χετταίων Tundaligia (1237-1209). γ. Στα χρόνια 1190-80. Επιχειρήματα υπάρχουν και για τις τρεις χρονολογίες, με πιθανότερη την τελευταία.

Ο Τρωικός πόλεμος αντανακλά τις επιδρομές – γνωστές και από τα Έπη - των Μυκηναίων στη ανατολική ακτή του Αιγαίου με προγεφύρωμα τα νησιά και τη Μίλητο. Μια από τις τελευταίες επιδρομές ήταν κατά της Τροίας που έληξε με «πύρρεια» νίκη των Μυκηναίων. Στα 10 χρόνια του πολέμου και στα ακόλουθα από το νόστο των πολεμιστών συνέβησαν αναταραχές στην ηπειρωτική χώρα και στην Κρήτη, που έφεραν τελικά την κατάρρευση.

 

ιιι «Κάθοδος των Δωριέων»

[35, 36, 37]  Η πραγμάτευση του θέματος είναι σύντομη και υπαινικτική. Η παράδοση, που υιοθέτησαν οι αρχαίοι συγγραφείς, μιλά για «κάθοδο» των Δωριέων, χωρίς να λέει όμως από πού κατέβηκαν. Παλιότεροι μελετητές αναφέρουν ως κοιτίδα τους τη μακεδονική Πίνδο, και άλλοι τη Δωρίδα στην κεντρική Ελλάδα. Πρώτος ο αείμνηστος δάσκαλός μας, ο καθηγητής Μανόλης Ανδρόνικος υποστήριξε ότι «οι Δωριείς στην αρχαιολογία δεν είναι παρά ένα φάντασμα». Οι Δωριείς εγκαταστάθηκαν σε περιοχές που ήταν η «καρδιά» του Μυκηναϊκού κόσμου: Μεσσηνία, Λακωνία, Αργολίδα και Κορινθία.

Όταν οι Δωριείς-Ηρακλείδες εμφανίστηκαν στη νότια Ελλάδα στα τέλη του 12ου αι., τα μυκηναϊκά κράτη είχαν ήδη παρακμάσει ή καταρρεύσει και πολλοί κάτοικοι είχαν εγκαταλείψει τον τόπο τους, είτε προς τα δυτικά είτε προς τα ανατολικά και τα νότια. Έτσι από τον 11ο αι. οι Δωριείς μπόρεσαν και επιβλήθηκαν στη ανατολική και νότια Πελοπόννησο, την Κρήτη, τις νότιες Κυκλάδες, τα νότια Δωδεκάνησα και την απέναντι ακτή και άφησαν στις περιοχές αυτές, ως κύριο αποτέλεσμα, την -ελληνική- διάλεκτο τους.

Ποιοι ήταν οι Δωριείς; Η κάθοδος των Δωριέων και οι μετακινήσεις ελληνικών φύλων είναι στην πραγματικότητα προσπάθειες των αρχαίων να εξηγήσουν την ύπαρξη των διαφόρων ελληνικών διαλέκτων. Ο Ηρόδοτος λέει (ΙΧ 27) ότι οι Δωριείς ήταν καταπιεσμένο τμήμα του μυκηναϊκού κόσμου, δούλοι ή εκπεσόντες ελεύθεροι, που εξεγέρθηκαν και αυτοεξορίστηκαν για να γλυτώσουν την τυραννία των Μυκηναίων («φεύγοντες δουλοσύνην προς Μυκηναίων»). Η παράδοση συνδέει τους Δωριείς με την επιστροφή των Ηρακλειδών: για να επιστρέψει κανείς κάπου, σημαίνει ότι πρέπει να έχει προηγουμένως φύγει από εκεί. Ο Ηρόδοτος λέει ότι οι Δωριείς επέστρεψαν «κατίοντες», κατέβηκαν από κάπου, που δεν ήταν υποχρεωτικά από το Βορρά. Σημαίνει ότι είχαν καταφύγει σε ψηλά μέρη, όπου ένιωθαν ασφάλεια και προστασία από την καταπίεση, τους κατατρεγμούς και τις διώξεις. Στα βουνά ασχολήθηκαν με την υλοτομία, την κτηνοτροφία και τη γεωργία.

Ως δηλωτικό ασχολίας Δωριεύς σημαίνει ξυλοκόπος. Οι ξυλοκόποι στα βουνά, αποκομμένοι από τον πολιτισμό, μιλούσαν λιγότερο εξελιγμένη, πιο αρχαϊκή διάλεκτο. Με τον καιρό η σημασία του Δωριεύς διευρύνθηκε υπονοώντας τον άξεστo χωρικό. Αυτοί οι άξεστοι ξυλοκόποι, με την κατάρρευση του συστήματος, βρήκαν την ευκαιρία να επιστρέψουν. Με την ερμηνεία των Δωριέων ως ξυλοκόπων συμφωνεί ο μύθος του τελευταίου βασιλιά της Αθήνας Κόδρου, που για να σώσει την πόλη από τους εισβολείς Δωριείς, διείσδυσε λάθρα στο στρατόπεδό τους μεταμφιεσμένος σε ξυλοκόπο, δηλαδή σε έναν από αυτούς, σε Δωριέα. Ο Δούρειος ίππος την Τροία ήταν ένα ξύλινο άλογο.

ιv «Λαοί της Θάλασσας»

[38, 39, 40]  Ο όρος Λαοί της Θάλασσας είναι σύγχρονος και έχει δοθεί από παλιότερους ερευνητές στους «μυστήριους» μετακινούμενους τυχοδιώκτες, εισβολείς, πειρατές και ληστές που δημιούργησαν με τη δράση τους τη μοιραία αναταραχή στις χώρες της ανατολικής Μεσογείου την εποχή που μας ενδιαφέρει. Κανείς δεν μπορεί να πει ποιοι ήταν και από πού έρχονταν. Οι Αιγύπτιοι γνώριζαν γενικά ότι ήρθαν από το βορρά. Έχουν απασχολήσει τους ερευνητές σχεδόν έναν αιώνα. Από τα ονόματα τους μπορούμε να εικάσουμε την πατρίδα και την εθνική ταυτότητά τους. Οι γλωσσολόγοι καταλήγουν στη νότια Μικρά Ασία και τη βόρεια (Μεγάλη) Συρία, σήμερα στην κατοχή της Τουρκίας. Οι Lukka (Λύκιοι) ήταν σύμμαχοι των Χετταίων στη μάχη του Καντές και γείτονες με την Αρζάβα (Λυδία). Sherden, Shekelesh, Akwash, Peleset, Zekker και Tursa ήταν τα ονόματα των άλλων λαών. H ταύτιση τους με τους Σαρδηνούς, τους Σικελούς, τους Αχαιούς, τους Φιλισταίους και τους Τυρρηνούς είναι προβληματική και οι υποθέσεις πολλές. Ας διατυπώσουμε κι εμείς κάποιες υποθέσεις/ερωτήματα: Α) Μήπως ήταν ανερχόμενοι έμποροι-πειρατές που πήραν τη θέση των ανακτορικών οικονομίων που κατέρρευσαν; Β) Μήπως ορισμένοι από αυτούς θέλησαν να εγκατασταθούν σε πιο εύφορες περιοχές, μαζί με τη νέα οικονομική επιφάνεια που αποκτούσαν από το εμπόριο; Γ. Μήπως κάποιοι ήταν οικονομικοί και περιβαλλοντικοί μετανάστες της εποχής; Στην εικόνα, μια λεπτομέρεια από την εικόνα προπαγάνδας του Ραμσή του 3ου: διακρίνεται μια γυναίκα που δείχνει στους Αιγύπτιους πολεμιστές ένα νεαρό αγόρι, πιθανώς φωνάζοντας ταυτόχρονα πως είναι μετανάστες άμαχοι, γυναικόπαιδα και όχι τρομοκράτες.

 

v εξαφάνιση των Χετταιων

[41] Η αυτοκρατορία των Χετταίων «εξαφανίστηκε» στα χρόνια του βασιλιά Σουπιλουλιούμα ΙΙ (1205- ?) από το προσκήνιο, ξαφνικά και μυστηριωδώς, χωρίς να υπάρχει μαρτυρία από τα χετιτικά αρχεία. Μόνο στην Αίγυπτο αναγράφτηκε το γεγονός σε επιγραφή στο ναό του Μεντινέτ Χαμπού και η χρονολόγηση που αναφέρεται υπολογίζεται ανάμεσα στο 1193 και 1170. Η πρωτεύουσα τους Χάττουσα (Άττοσα, σήμερα Μπογάζ-κιόι ή Μπογάζ-καλέ, δίπλα στον ποταμό Άλυ, κοντά στην Άγκυρα) καταστράφηκε μαζί με άλλες μεγάλες πόλεις του υψίπεδου της Ανατολίας. Δεν καταστράφηκαν όμως άλλες πόλεις και περιοχές στα δυτικά και στα ανατολικά τμήματα της αυτοκρατορίας. Φαίνεται ότι μόνο το κεντρικό υψίπεδο της Ανατολίας, όπου ήταν η καρδιά της αυτοκρατορίας, υπέστη καταστροφή και οι πόλεις εγκαταλείφθηκαν. Η καταστροφή προσδιορίστηκε από τα αρχεία τη Ουγκαρίτ, όπου βρέθηκε επιστολή του «μεγάλου βασιλιά» των Χετταίων προς τον υποτελή του βασιλιά της Ουγκαρίτ Αμουράπι (1193 π.Χ.).

Οι Χετταίοι είχαν ανακαλύψει πρώτοι τη μεταλλουργία του σιδήρου, του οποίου πλούσια κοιτάσματα υπήρχαν στην Ανατολία, από τα οποία παρήγαν μεγάλες ποσότητες λειωμένου σιδήρου στο τέλος του 13ου αι. και τον εμπορεύονταν σε όλη την Εγγυς Ανατολή. Σταδιακά ο σίδηρος αντικατέστησε το χαλκό γιατί ήταν διαθέσιμος παντού, ήταν πιο ανθεκτικός και η μεταλλουργία του ήταν πιο απλή, καθώς δεν χρειαζόταν μείξη με άλλο μέταλλο. Η τεχνολογία πέρασε και σε άλλες μεταλλοφόρες χώρες, όπως η Κύπρος. Με τους Χετταίους έχει συνδεθεί και η δημιουργία του ελαφρού άρματος το οποίο στα 1500 π.Χ. διαδόθηκε σε όλη την ανατολική Μεσόγειο.   

Οι σημερινοί Κούρδοι θεωρούν ότι ανάμεσα στις αρχαίες φυλές τους ήταν και οι Χάτι (Χετταίοι), οι Μιταννοί, οι Ουραρτού (Χαλδαίοι) και οι Κασσίτες

 

vi Κύπροσ

[42, 43]  Η Κύπρος, το κράτος της Αλασίγιας (Alashija), στο μεγαλύτερο μέρος του 13ου αι. διατήρησε πολιτική και πολιτιστική αυτοτέλεια, κρατώντας επαφές με τόσο με το Αιγαίο όσο και με το Λεβάντε, με τα δικά του τυπικά «κυπριακά» χαρακτηριστικά. Μάλιστα κάποια εποχή μετείχε σε μια πολιτική «ένωση» με το βασίλειο της Ουγκαρίτ. Γύρω στο 1225-1190 παρατηρήθηκαν καταστροφές, οι υπαίτιοι των οποίων παραμένουν μυστήριο. Ήταν επίθεση των Χετταίων για κατάληψη της νήσου, με σκοπό να ελέγξουν την παραγωγή χαλκού, όπως αναφέρουν τα κείμενα των στα 1207 π.Χ.; Ήταν επιθέσεις των Λαών της Θάλασσας; Ήταν αποτέλεσμα σεισμών; Η τελευταία αιτία είναι πιθανότερη, αν μάλιστα συνδυαστεί με την ξηρασία που τεκμηριώθηκε από την έρευνα στο βέλος Χαλά Σουλτάν Τεκέ, κοντά στη Λάρνακα, στην οποία θα αναφερθώ παρακάτω.

Η Κύπρος επιβίωσε σχεδόν ανέπαφη και άκμασε το 12ο και το πρώτο μισό του 11ου αι. Τα στοιχεία με προέλευση το Αιγαίο άρχισαν να αυξάνονται στο τέλος του 13ου αι., οπότε και τοποθετείται ο μυκηναϊκός αποικισμός της νήσου. Ο χαρακτήρας του αποικισμού είναι ζήτημα συζήτησης. Υποστηρίχθηκε ο πλήρης εκμυκηναϊσμός της, αλλά μάλλον ο νέος πολιτισμός που αναδύθηκε μετά το 1200 ήταν ένας υβριδισμός, ένας συγκρητισμός, με  επαναχρησιμοποίηση και προσαρμογή τριών πολιτισμικών στοιχείων: ιθαγενούς κυπριακού, αιγαιακού και λεβαντίνικου.

 

vii βασιλεια και πόλεισ του Λεβάντε: η Ουγκαριτ

[44, 45, 46]  Η Ουγκαρίτ ήταν η πρωτεύουσα ενός κράτους/πόλης, στη θέση Ρας Σάμρα, με το λιμάνι της στη Μινέτ ελ-Μπέιντα στα παράλια της Συρίας, που ανακαλύφθηκε το 1929. Η πόλη είχε ανάκτορο και πλούσιες οικίες, μέσα στα οποία βρέθηκε ένα από τα πιο σημαντικά αρχεία πήλινων πινακίδων με επιγραφές σε 4 γλώσσες της εποχής (ακκαδικά, χεττιτικά, αιγυπτιακά και χουρριτικά), γεγονός που δείχνει ότι ήταν διεθνές λιμάνι, από το οποίο διακινούνταν αγαθά και άνθρωποι από το Μεσοποταμία και Λεβάντε προς τα δυτικά.

Ένα μεγάλο μέρος του αρχείου όμως ήταν γραμμένο στην ουγκαριτική γλώσσα, ως τότε άγνωστη. Τα ουγκαριτικά αρχεία περιλαμβάνουν τα αρχεία και την αλληλογραφία του βασιλιά και των εμπόρων, αλλά και δείγματα, λογοτεχνίας, μυθολογίας, ιστορίας, θρησκείας ενός ακμαίου πολιτισμού. Μας δίνουν ονόματα θεών και βασιλιάδων, και την αλληλογραφία με Φαραώ και Χετταίους. Η Ουγκαρίτ ήταν υποτελής στους Αιγύπτιους και στους Χετταίους εναλλάξ. Με την Κύπρο (Αλασίγια) είχε στενή σχέση. Το εμπόριο της διήρκεσε μέχρι την καταστροφή που συνέβη στα 1190-1185, και έχει αποδοθεί σε εχθρική επίθεση των Λαών της Θάλασσας.

 

viii Η «Έξοδος του Ισραήλ» ΚΑΙ η εγκατάσταση στη Χαναάν

[47, 48]  Η Έξοδος του Ισραήλ από την Αίγυπτο συνέβη πιθανόν στα μέσα του 13ου αι. π.Χ. Η ιστορία είναι γνωστή από την Παλαιά Διαθήκη, αλλά δύσκολο να τεκμηριωθεί από σύγχρονα αρχαία κείμενα και/ή αρχαιολογικά ευρήματα. Οι Ισραηλίτες κατά την αφήγηση της ΠΔ, ήταν σκλάβοι στην Αίγυπτο από τα χρόνια του πατριάρχη Ιακώβ στο 17ο αι. π.Χ., και έζησαν εκεί 400 χρόνια. Ο θεός των Εβραίων έστειλε τις δέκα πληγές στους Αιγύπτιους και έτσι ο φαραώ τους άφησε να φύγουν με την ηγεσία του Μωυσή. Περιπλανήθηκαν 40 χρόνια πριν εγκατασταθούν στη Χαναάν, γύρω τα τέλη του 13ου αι.

Σε μια επιγραφή του φαραώ Μερνεφθά, τη «Στήλη του Ισραήλ» (1207 π.Χ.), αναφέρεται πρώτη φορά το όνομα Ισραήλ. Απάντηση για το πότε έγινε η κατάκτηση της Χαναάν δεν υπάρχει. Πολλές υποθέσεις έχουν γίνει: μια λέει ότι οι Ισραηλίτες εκμεταλλεύτηκαν την ερήμωση που προκάλεσαν οι Λαοί της Θάλασσας στη Χαναάν και έσπευσαν να καλύψουν το κενό. Μια άλλη λέει ότι οι Ισραηλίτες ήταν μια από τις ομάδες λαών που κατοικούσαν ήδη στη Χαναάν ή μετανάστευσαν εκεί ειρηνικά. Βέβαιο είναι ότι οι Ισραηλίτες, όπως και οι Φιλισταίοι δυτικά τους και οι Φοίνικες βορειότερα, υπήρχαν ήδη στη Χαναάν και στο Λεβάντε στα τέλη του 13ου αι. και ανέπτυξαν τον πολιτισμό τους πάνω στις στάχτες του χαναανικού πολιτισμού μέσα στην επόμενη περίοδο.    

 

ix Οι Φιλισταίοι στην Παλαιστίνη

[49]  Οι Λαοί της Θάλασσας λησμονήθηκαν επί 3 χιλιετίες, μέχρι την «ανακάλυψη» τους από αρχαιολόγους. Ένας από αυτούς δεν λησμονήθηκε, οι Φιλισταίοι, που αναφέρονται στη Βίβλο σε μεταγενέστερα χρόνια (Δαβίδ, Σαμψών κ. α.).

Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα και τη Βίβλο, που τους χαρακτηρίζει «ξένους», δεν ανήκαν στους ιθαγενείς λαούς της Χαναάν. Από πού ήρθαν στη Χαναάν, που πήρε το όνομά τους (Φιλισταία-Παλαιστίνη); Οι έρευνες δεν έχουν καταλήξει οριστικά. Ίσως ήρθαν από τη νότια Ανατολία, την περιοχή της Κιλικίας και του βόρειου Ευφράτη.

Η ταύτιση με τους Κεφτιού και την Καφτόρ (Κρήτες) δεν έχει επαρκή αρχαιολογική στήριξη, γιατί στη Φιλισταία δεν έχουν βρεθεί μυκηναϊκά ή αιγαιακά πολιτισμικά στοιχεία: ανάκτορο ή μέγαρο, τοιχογραφίες, τάφοι, όπλα, Γραμμική Β, σφραγίδες, ελεφαντουργήματα. Τα πήλινα καθιστά ειδώλια, που θεωρήθηκαν αιγαιακά, ήταν κυπριακά, όπως και η ομοιότητα με τη μονόχρωμη αιγαιακή κεραμική. Η γνώστη φιλισταϊκή κεραμική ανήκει στον 12ο αι και είναι ντόπια μίμηση κυπριακής παραλλαγής. Δεν σώθηκε η ανάμνηση των Φιλισταίων ως λαού με αιγαιακή προέλευση στους ελληνικούς μύθους, που παρέχουν πλήθος πληροφοριών για άλλες κοντινές ή και πιο μακρινές περιοχές.


x παρακμή της Αιγύπτου

[50, 51]  Πρώτη φορά αναφέρεται μια επίθεση των Sherden από τη θάλασσα στην Αίγυπτο στα πρώτα χρόνια του μεγάλου φαραώ Ραμσή ΙΙ (1279-1212). Πολλοί επιτεθέντες πιάστηκαν αιχμάλωτοι και ο Ραμσής ΙΙ δημιούργησε από αυτούς επίλεκτη μονάδα πεζικού που πολέμησε στο Καντές.

Δυο γενιές αργότερα, στα χρόνια του φαραώ Μερνεφθά, (1212-1202), η Αίγυπτος δέχτηκε επίθεση από συνασπισμένες δυνάμεις Λιβύων και άγνωστων συμμάχων τους από τη θάλασσα. Το γεγονός καταγράφτηκε στον τοίχο του ναού στο Καρνάκ. Οι επιδρομείς ήταν παράξενοι στην εμφάνιση, αμέτρητοι σε πλήθος και τρόμαξαν τους Αιγύπτιους. Δεν ήταν εισβολή, αλλά μάλλον μια μετανάστευση, οδηγημένη από απόγνωση. Περιλάμβανε γυναίκες, παιδιά, ζώα και εξοπλισμό που είχαν οι ημινομάδες Λίβυοι. Έφευγαν από μια γη που δύσκολα τους έτρεφε και έβαλαν στο μάτι την εύυδρη χώρα του Νείλου. Κατασκήνωσαν κοντά στη Μέμφιδα, στα δυτικά του Δέλτα. Ταυτόχρονα με την εισβολή εκδηλώθηκε ανταρσία στη Νουβία στο νότο. Ο φαραώ κήρυξε επιστράτευση, εξόπλισε πεζικό, τοξότες, άρματα και ανιχνευτές. Στη μάχη κατατροπώθηκαν οι Λίβυοι και οι «Λαοί της Θάλασσας», αλλά η νίκη ήταν «Πύρρεια»∙ η Αίγυπτος παράκμασε στο 12ο αιώνα. Πράγματι, το 1177, τον όγδοο χρόνο της βασιλείας του Ραμσή 3ου (1184-1155) η Αίγυπτος αντιμετώπισε δεύτερο κύμα των Λαών της Θάλασσας, που σύμφωνα με τα αρχεία, σάρωσαν όλη την περιοχή.


3  «τελεια καταιγιδα συμφορών» - θεωρια πολυπλοκοτητας

[52, 53]  Σεισμοί, εσωτερικές εξεγέρσεις, εισβολείς – λαοί της θάλασσας, κατάρρευση διεθνούς εμπορίου, αποκέντρωση και άνοδος ιδιώτη εμπόρου, κατάρρευση του συστήματος, κλιματική αλλαγή, ξηρασία, λιμός.

Σεισμική καταιγίδα 1225-1175.

Σύμφωνα με γεωλόγους και σεισμολόγους, ενεργοποιήθηκαν σεισμογόνα ρήγματα στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο. Στην Τροία έχουν πιστοποιηθεί δυο σεισμοί, στα 1228 και 1218. Ανάμεσα στο 1250 και το 1150 σεισμοί έπληξαν Μυκήνες, Τίρυνθα, Μιδέα, Θήβα, Μενελάιον, Πύλο, Κύνο, Λευκαντί, Κοράκου, Κρίσα, Νιχώρι, Γλα, Κυδωνία. Από Ανατολία Κύπρο και Λεβάντε: Χάττουσα, Καραογκλούν, Ουγκαρίτ, Αλαλάκ, Έγκωμη, Μέγκιντο, Άζωτος, Άκκο.

Κλίμα – Το τέλος της Μινωικής Θερμής Περιόδου (1800-1150)

Έτσι έχουν ονομάσει ο γεωλόγοι και κλιματολόγοι το δεύτερο μέγιστο (optimum) στο κλίμα της 2ης χιλιετίας π.Χ. Με το τέλος της η θερμοκρασία είχε μείωση κατά 2 βαθμούς. Στους 7 αυτούς αιώνες μεσουράνησαν και άκμασαν στο Αιγαίο ο μινωικός και ο μυκηναϊκός πολιτισμός. Η ανάπτυξη είχε προϋπόθεση τις ομαλές κλιματικές συνθήκες που επικράτησαν. Η κλιματική κρίση γύρω στο 1250-1150 ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την κατάρρευση του μυκηναϊκού πολιτισμού όπως ήδη αναφέραμε.

Έχουν περάσει 54 χρόνια από τότε που ο Ράις Κάρπεντερ (Bryn Mawr, ΗΠΑ) διατύπωσε τη θεωρία ότι οι καταστροφές και οι μεταναστεύσεις στην αρχαιότητα οφείλονταν σε κλιματικές αλλαγές (Discontinuity in Greek Civilization, 1966). Υποστήριξε ότι ο Μυκηναϊκός πολιτισμός έφτασε στο τέλος του λόγω παρατεταμένης ξηρασίας με επακόλουθο λιμό, που επηρέασε το Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, και είχε αποτέλεσμα τη μείωση του πληθυσμού στην Ελλάδα. Από τότε η συζήτηση είναι έντονη, χωρίς να έχει καταλήξει σε ομόφωνη αποδοχή, κάτι που ευτυχώς δε συμβαίνει συχνά και εύκολα.

Από τα αιγυπτιακά, τα χετιτικά και τα ουγκαριτικά αρχεία, μαθαίνομε ότι στα μέσα του 13ου αι. η Χετταία βασίλισσα έγραψε στον Φαραώ Ραμσή 2ο ότι «δεν υπάρχουν καθόλου σιτηρά στη χώρα μου» και έστειλε εμπορική πρεσβεία στην Αίγυπτο για να εφοδιαστεί κριθάρι και σιτάρι και να το στείλει στην Ανατολία. Μια επιγραφή του Φαραώ Μερνεφθά αναφέρει ότι «διέταξε να φορτωθούν σιτηρά στα πλοία για να μείνει ζωντανή η χώρα των Χάττι».

Αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον

Πολλά αρχαία λιμάνια της ΥΕΧ έγιναν μεσόγειες λίμνες, ή έλη και πεδιάδες. Στην Ελλάδα αναφέρομε 6 λιμενικές θέσεις (είναι πολύ περισσότερες): Ζάκρος, Αγία Τριάδα, Κομμός (Κρήτη), η Ελαφόνησος (Λακωνία), η Πύλος (Μεσσηνία), η Ιωλκός (Μαγνησία).

Καταπράσινες χώρες στο Αιγαίο, στην Ανατολία και στο Λεβάντε μετατράπηκαν από τότε σε ημιέρημους ή ερήμους. Τα αρχαιολογικά (αρχαιοβοτανικά) τεκμήρια τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί και οι έρευνες συνεχίζονται. Αναφέρονται χαρακτηριστικά τέσσερις θέσεις:

[54] Αλυκή Λάρνακας στην Κύπρο (Χαλά Σουλτάν Τεκέ): Οι ερευνητές μελέτησαν υπολείμματα γύρης και πλαγκτού, που βρέθηκαν σε ιζήματα του βυθού της λιμνοθάλασσας στη Λάρνακα Κύπρου, η οποία κάποτε ήταν αρχαίο λιμάνι, αλλά γύρω στο 1350 π.Χ. περικλείστηκε από την ξηρά. Οι μεταβολές στα ισότοπα άνθρακα και στα είδη φυτών που βρέθηκαν, δείχνουν ότι βαθμιαία το κλίμα έγινε πιο ξηρό και άνυδρο λόγω της μείωσης των βροχών, με συνέπεια οι καλλιέργειες να καταστραφούν. Η μελέτη της λίμνης δείχνει ότι η γεωργία είχε εισέλθει σε περίοδο κρίσης στα 1200 π.Χ. και δεν κατάφερε να ανακάμψει πριν το 850 π.Χ. [  ]

Τελ Τουεϊνί (αρχαία Τζιμπάλα, βόρεια Συρία): γύρη από αλλουβιακές αποθέσεις που έδειξε ότι εμφανίστηκαν πιο ξηρές κλιματικές συνθήκες στη μεσογειακή ζώνη της Συρίας στα τέλη 13ου/αρχές 12ου αι. Αυτό σημαίνει κλιματική αστάθεια και σοβαρό επεισόδιο ξηρασίας.

[55] Σόρεκ Σπήλαιο (Βόρειο Ισραήλ): Δεδομένα ισοτόπων οξυγόνου από σπηλαιοαποθέματα (αποθέσεις ορυκτών), που σχετίζονται με μια βεβαιωμένη μείωση των βροχοπτώσεων  που προκάλεσε σημαντική ξηρασία που καταγράφεται ανάμεσα στα 1200/1190 και στα 850. [  ]

[56] Βουλκαρία λίμνη - βιότοπος, αρχαία Μυρτούντιον (βορειοδυτική Αιτωλοακαρνανία). Εδώ υπάρχει το μοναδικό στην Ελλάδα πλωτό έλος): δεδομένα σταθερών ισότοπων άνθρακα  σε πυρήνες γύρης δείχνουν ότι τα φυτά προσαρμοστήκαν σε ξηρά περιβάλλοντα εκείνη την εποχή [   ].


ΣΥΝΟΨΗ

Η διαδικασία αποδιοργάνωσης του διεθνούς κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού στάτους στην Ανατολική Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή ξεκίνησε δυτικά, από το Αιγαίο και τη δυτική Ανατολία και απλώθηκε ανατολικά και νότια, και δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο επιδρομών, άλλα είχε κυρίως εσωτερικά αίτια. Η θεωρία της εισβολής βάρβαρων λαών, που θεωρήθηκε ότι εξηγεί την κατάρρευση του πολιτισμού, δεν υποστηρίζεται πλέον, ή δεν ήταν η κύρια ή η μόνη αιτία, αλλά μάλλον ήταν συνέπεια. Υπήρξαν βεβαίως μετακινήσεις πληθυσμών σε μικρές ομάδες, αλλά αυτοί ήταν τα θύματα της νέας κατάστασης και όχι οι αίτιοι. Οι καταστροφές σε όλη την ευρύτερη περιοχή ήταν επιλεκτικές.

Εσωτερικές διαμάχες για τα σύνορα ανάμεσα στα μυκηναϊκά κράτη, αλλά και στα κράτη της Ανατολίας και της Μεγάλης Συρίας, αλλαγές δυναστειών και εσωτερικές εξεγέρσεις ήταν συχνά φαινόμενα. Η μυθολογική και η επική παράδοση διέσωσαν εμφύλιες διενέξεις (Εκστρατεία των Επτά στη Θήβα, καταστροφή Ιωλκού από τον Πηλέα, δυναστική διένεξη Ατρέα και Θυέστη, επίθεση των Ηρακλειδών στις Μυκήνες κ. ά). Η κατάρα και η τραγωδία των εμφύλιων διενέξεων και πολέμων, είναι διαχρονική στην ελληνική ιστορία, είναι πάνω από τρισχιλιόχρονη και είχε την αρχή της στα μυκηναϊκά ή ακόμη και στα μινωικά χρόνια.

Οι επεκτάσεις και βελτιώσεις στις οχυρώσεις μετά τα μέσα του 13ου αι., μαρτυρούν ότι ο εχθρός δε θα ερχόταν μόνον από μακριά, από τη θάλασσα (Πύλος), άλλα και από τη στεριά. (Μυκήνες). Σε δύσκολους καιρούς οι ηγεμόνες γίνονται επιθετικοί και επιδιώκουν να αυξήσουν τον πλούτο τους με την αρπαγή του πλούτου των άλλων, είτε στη γειτονιά τους (ευκολότερα) ή και μακριά, π.χ. στην Τροία (δεκάχρονη λεηλασία της περιοχής).

Λιμός τεκμηριώνεται στο Αιγαίο και στην Ανατολία από την έλλειψη σιτηρών, που οφειλόταν σε ξηρασία. Στην Αίγυπτο η αποθήκευση ήταν εύκολη, γιατί εκεί ήταν και η παραγωγή άφθονη. Αλλά το Αιγαίο και η Ανατολία δεν είναι Αίγυπτος. Η εντατική καλλιέργεια σε συνδυασμό με την ανομβρία είχε αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής.

«H Εποχή του Χαλκού κατέρρευσε 3200 χρόνια πριν από εμάς. Θα καταρρεύσει και η δική μας»; Αναρωτιέται η Nina Fedoroff (πανεπιστήμιο Πενσυλβάνια). «Η ιστορία της Εποχής του Χαλκού θα μπορούσε να γραφτεί με δραματικό τρόπο: εισβολές, πόλεμοι, λεηλασίες, καταστροφές και οικονομικές καταρρεύσεις που κράτησαν πολύ», έχει πει ο Μπροντέλ.

«Ο κόσμος κινδυνεύει … από «κλιματικό απαρτχάιντ», οι πλούσιοι πληρώνουν να αποφύγουν τη θερμότητα και την πείνα που προκαλεί η κλιματική κρίση,…ο υπόλοιπος κόσμος υποφέρει (έκθεση του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα). Η αντιμετώπιση και η πρόληψη της κρίσης δεν (πρέπει να) αποτελεί αποκλειστική ευθύνη της πολιτικής προστασίας, αλλά  προτεραιότητα σε κάθε τομέα της πολιτείας: υποδομές, αγροτική παραγωγή, διαχείριση οικοσυστημάτων, αστική ανάπτυξη και, τελικά, κοινωνική συνοχή. Έχουμε λίγο χρόνο να κερδίσουμε μια μάχη που δεν αφορά μόνο τις μελλοντικές γενιές, αλλά και τη δική μας». (Δημήτρης Τσέκερης, Ινστιτούτο ΝΙΚΟΣ ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ).

Δεν θά ΄θελα να τελειώσω αυτή την εξιστόρηση, χωρίς να δώσω μια αισιόδοξη προοπτική. Ο άνθρωπος, μετά την κυριαρχία του στον πλανήτη και με τη μετατροπή του από ζώο σε θεό, για πολύ λίγα πράγματα απ’ όσα έπραξε μπορεί να νιώθει περήφανος. Είναι καιρός να επιστρέψει στον πολιτισμό.

Εδώ πρέπει να δώσω μια απάντηση στο ερώτημα: πότε γεννήθηκε ο πολιτισμός:

Σε ένα σπήλαιο στο Σάνινταρ του Ιρακινού Κουρδιστάν βρέθηκαν λείψανα νεαντερτάλιων ανθρώπων δεκάδων χιλιάδων χρόνων. Ένα άτομο είχε τραύμα στο πόδι απο τα παιδικά χρόνια. Το τραύμα αποδείχτηκε ότι το φρόντιζαν μέχρι που πέθανε στα 40 του. Ένα άλλο άτομο είχε σκεπαστεί με λουλούδια, όπως έδειξε η ανάλυση της γύρης από τα υπολείμματα στο σκελετό του. 

Ο πολιτισμός θα ξαναγεννηθεί όταν θα δεχτεί να συνυπάρχει με τον αλτρουισμό, τη φροντίδα και την αλληλεγγύη. Ισως έτσι οι άνθρωποι θα πάψουν να δρουν ως ανεύθυνοι θεοί που δεν ξέρουν τι θέλουν, ή μάλλον όταν πάψουν να αυτοκαταστρέφονται. Και να ξαναγίνουν άνθρωποι πολιτισμένοι, δηλαδή κοινωνικά όντα και όχι ζώα ή θεοί.

Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας.


* Ο Δρ. Αντώνης Βασιλάκης είναι αρχαιολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια: