ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ ΚΑΙ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ


Του Αλέξανδρου Μαυρικάκη



« Φαίνομαι χλωμός. Θα ήθελα να πεθάνω από φυματίωση γιατί τότε όλες οι γυναίκες θα ΄λεγαν: κοίτα αυτό το φτωχό Βύρωνα πόσο κινεί το ενδιαφέρον καθώς πεθαίνει»[1]
Λόρδος Μπάιρον

Η φυματίωση που σήμερα είναι μια κοινή μολυσματική ασθένεια   ήταν γνωστή από την αρχαιότητα. Είναι χαρακτηριστική η επιγραφή από την Μεσοποταμία (περί το 2.000 π.Χ.) στην οποία περιγράφεται με λεπτομέρεια η φυματίωση των πνευμόνων. Την δεκαετία του 1800 εκτινάσσεται η νόσος στην Ευρώπη  και παίρνει μορφή κοινωνικής μάστιγας με την Βιομηχανική Επανάσταση (1760-1860). «Διαδέχεται», κατά κάποιο τρόπο, την πανούκλα του μεσαίωνα με μια σημαντική διαφορά: η εικόνα που σχηματίζεται για τους αρρώστους διαφοροποιείται   σε σχέση με τις προηγούμενες επιδημίες. Δηλαδή, αν και η φυματίωση σκοτώνει μαζικά, δεν βιώνεται ως συλλογικό φαινόμενο και δεν αποτελεί κίνδυνο ολοκληρωτικής εξολόθρευσης ενός χωριού ή μιας επαρχίας όπως η πανούκλα (μαύρος θάνατος). Ταυτόχρονα  ο φυματικός είναι ένας άλλος κοινωνικός τύπος αρρώστου: είναι το φυματικό άτομο και όχι η συλλογικότητα που βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.

Στην Ελλάδα η εικοσαετία 1900-1919 περιλαμβάνει τα χρόνια της μεγίστης φυματικής θνησιμότητας. Την περίοδο του μεσοπολέμου, 1920-1939, αρχίζει η συστηματική καταγραφή που αναδεικνύει τη φυματίωση πρώτη αιτία θανάτου για σειρά ετών. Την ίδια εποχή ιδρύονται και λειτουργούν αρκετά δημόσια αντιφυματικά ιδρύματα και σανατόρια σε όλη τη χώρα και εφαρμόζονται μέτρα αγωγής και πρόληψης της νόσου. Η περίοδος του πολέμου και της κατοχής (1940-1944),  σημαδεύεται από την φρίκη των εγκλημάτων του  ναζισμού και την πείνα κυρίως στις μεγάλες πόλεις, χαρακτηρίζεται από πλήρη απουσία κρατικής μέριμνας για τη δημόσια υγεία και επικρατεί έξαρση της φυματίωσης. Μετά την απελευθέρωση (1945-1960), παρά τα δεινά της εμφύλιας διαμάχης, του διοικητικού χάους και των εξωτερικών πολιτικών και οικονομικών επεμβάσεων, αργά και σταδιακά σημειώνεται ανασύσταση των δομών κοινωνικής πρόνοιας και δημόσιας υγιεινής.  

Τα περισσότερα από τα παλιά αντιφυματικά ιδρύματα επαναλειτουργούν, ιδρύονται νέα σανατόρια και εφαρμόζονται μαζικά προληπτικά μέτρα κατά της φυματίωσης. Είναι η περίοδος της μεγάλης επιστημονικής ανακάλυψης των αντιβιοτικών φαρμάκων. Από το 1946 έως το 1960, κυκλοφορούν και βρίσκουν κλινική εφαρμογή τα περισσότερα αντιφυματικά φάρμακα, γεγονός που αλλάζει ριζικά την πορεία της φυματίωσης σε παγκόσμια κλίμακα και  θέτει οριστικά το τέλος  της νόσου  και στην Ελλάδα.

Είναι γνωστό πως κάθε εποχή έχει τις δικές της ασθένειες και ο κάθε  πολιτισμός τις βιώνει διαφορετικά και  τις απεικονίζει διαφορετικά στη τέχνη. Η υγεία (υγεία και αρρώστια αποτελούν αδιαίρετο δίπολο) όπως τη βλέπει μια κουλτούρα, σχετίζεται στενά με το πώς αντιμετωπίζει η αντίστοιχη κοινωνία τη ζωή, τη γιορτή, τα βάσανα και το θάνατο (Ιβαν Ιλιτς). Στην ελληνική λογοτεχνία  βρίσκουμε  αναφορές στη φυματίωση σε έργα όπως: «Η κερένια κούκλα» του Κ. Χρηστομάνου, «Η Πρώτη Αγάπη» του Ι. Κονδυλάκη, «Η Αστροφεγγιά» του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου και «Ο γέροντας με τους χαρταϊτούς» του Γ. Ρίτσου και βέβαια στο ρεμπέτικο τραγούδι.

Το ρεμπέτικο τραγούδι,  αποτελεί σημαντικό μέρος της ιστορίας του λαϊκού πολιτισμού και της μουσικής μας παράδοσης και «μια από τις μορφές του αστικού λαϊκού τραγουδιού» (Φ. Ανωγιανάκης). Τα ρεμπέτικα τραγούδια περιγράφουν την καθημερινότητα των ανθρώπων με αξιόπιστο τρόπο και για το λόγο αυτό αποτελούν ντοκουμέντα εποχής  και πηγή πληροφοριών. Οι δημιουργοί τους ζουν τις επιπτώσεις της καθημερινότητας, την  καταγράφουν σε στίχους  και τους μελοποιούν. Τα ρεμπέτικα τραγούδια δημιουργήθηκαν σε μια  εποχή δύσκολη για τη χώρα και  «έχουν το κλειστό συννεφιασμένο ουρανό των πόλεων, την αποπνιχτική ατμόσφαιρα των υπογείων και των εργοστασίων…» (Ντ. Χριστιανόπουλος).  Σύμφωνα με τον Πετρόπουλο τα ρεμπέτικα είναι  τραγούδια του ελληνικού υποκόσμου και η Γκ. Χόλστ  στο βιβλίο «Δρόμος για το ρεμπέτικο» γράφει : «Ο Πειραιάς εκείνα τα χρόνια ήταν ένα σκληρό, ανοικτό λιμάνι, γεμάτο αλητεία, φονιάδες, χαρτοπαίκτες, πόρνες και χασίσι…».

Και αν σήμερα το ρεμπέτικο τραγούδι έχει καταχωρηθεί στην συνείδηση και την καθημερινότητα του νεοέλληνα ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης και μόρφωσης- και πρόσφατα η UNESCO ενέκρινε την εγγραφή του Ρεμπέτικου στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας- αυτό δεν ήταν πάντα δεδομένο ως αυτονόητη και αποδεκτή κοινωνική παράδοση.

Εναντίον του  ρεμπέτικου είχε ξεσπάσει σφοδρός πόλεμος που κράτησε αρκετά χρόνια. Τον Ιανουάριο του 1949 ο Χατζιδάκης στη περίφημη ομιλία του για το ρεμπέτικο καταλήγει: «[…]Ποια από τις καλές τέχνες στον τόπο μας σήμερα μπορεί να περηφανευτεί ότι κράτησε τη βασική αυτή ελληνικότητα -τη μοναδική άξια κληρoνoμιά που έχουμε πραγματικά στα χέρια μας- για τη σύνθεσή της. Ποιά μουσική μας μπορεί να ισχυριστεί σήμερα ότι βρίσκεται πέρα απ΄ το βυζαντινό μέλος, πέρα απ΄ το δημοτικό τραγούδι και στη χειρότερη περίπτωση πέρ’ απ΄τις σπασμένες αρχαίες κολώνες του Παρθενώνος και του Ερεχθείου, ότι βρίσκεται εκεί που όλα αυτά βρεθήκανε στην εποχή τους; Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι γνήσια ελληνικό, μοναδικά ελληνικό».

Το ρεμπέτικο με τα χρόνια έγινε αποδεκτό όμως δεν έγινε αποδεκτός ο ρεμπέτης. «Κι όταν μιλάμε για την αποδοχή του ρεμπέτη δεν εννοούμε να γίνει πρότυπο ή να ταυτιστεί με τη λαϊκότητα ως μοντέλο συμπεριφοράς ή οτιδήποτε τέτοιο. Εννοούμε να παρουσιαστεί ακριβώς όπως είναι και να συνδεθεί άμεσα μ’ αυτό που λέμε ρεμπέτικο τραγούδι. Ο ρεμπέτης παραμένει, επί της ουσίας, στη σκιά όχι μόνο για την απόκρυψη της περιθωριακής και παράνομης ταυτότητάς του, αλλά και για την απόκρυψη της παράλληλης ιστορίας που τον ανέθρεψε» (Η. Πετρόπουλος)

Ως προς τη θεματολογία, το ρεμπέτικο τραγούδι θα μπορούσε να χωριστεί στις εξής κατηγορίες:
α) των τραγουδιών που έχουν ως κεντρικό θέμα τον έρωτα, την αγάπη,
β) των τραγουδιών που έχουν ως κεντρικό θέμα την φυγή, την ξενιτειά,
γ) τραγουδιών που έχουν ως θέμα την παρανομία, τα ναρκωτικά και τη φυλακή και
δ) των τραγουδιών που έχουν ως κυρίαρχο  θέμα την αρρώστια, το θάνατο και γενικότερα τους καημούς και τις πίκρες των ανθρώπων. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα τραγούδια που αναφέρονται στην φυματίωση(φύμα, φυμάτιο) ή χτικιό(εκτικός) ή φθίση(μείωση, φθορά), που «τραγουδήθηκε» όσο καμιά άλλη νόσος.

Στα ρεμπέτικα τραγούδια που αναφέρονται  στην φθίση περιλαμβάνονται ( Κουνάδης, Πετρόπουλος):

1920(;)
Θέλω να γίνεις φθισικιά
-
1928
Όλοι με λένε φθισικό
Κ. Καρίπης
1928
Πολλοί έχουν πόνο και πονούν
Κ.Καρίπης
1928
Μάνα μου είμαι φθισικός
Δ. Ατρατίδης
1928
Μάνα μου είμαι φθισικός
Κ.Θωμαίδης
1928
Το γκαζέλι του φθισικού
Δ. Φραγκούλης
1929
Μάνα μου είμαι φθισικός
Κ. Καρίπης
1929
Τα βάσανα του φθισικού
Α. Νταλκάς
1929
Ωσάν το νεκρό κορμί
Γ. Παπασιδέρης
1929(;)
Φθίση πως με κατάντησες
Γ. Παπασιδέρης
1930
Καδίφης
Ρ. Εσκενάζυ
1930
Φθίνω κι η φθίση προχωρεί
Γ. Παπασιδέρης
1930
Ο Φθισικός
Ε. Σωφρωνίου
1930
Το βάσανο του φθισικού
Α. Νταλκάς
1931
To  φθισικό κορίτσι
Α. Νταλκάς
1931
Ο πόνος του φθισικού
Α. Νταλκάς
1932
Το φθισικό κορίτσι
Ρ. Εσκενάζυ
1932(;)
Φθισικός
Ρ. Εσκενάζυ
1933
Ο Φθισικός
Μ.Φρατζεσκόπουλος
1933
Ο φθισικός
Ζ.Κασιμάτης
1933(;)
Μάνα μου το στήθος μου πονεί
Ρούκουνας- Τούντας
1933(;)
Μαράζωσα μανούλα μου
Ρούκουνας
1934(;)
Μάνα μου διώξε τους γιατρούς 
Χρυσίνης- Αμπατζή
1934(;)
Μάνα μου είμαι φθισικός
Γ.Κατσαρού
1936
Ο φθισικός
Κ. Ρούκουνας
1936
Ο φθισικός
Α. Μπάτζος
1937
Η μόνη μου παρηγοριά
Σ. Κερομύτης
1937
Εάν δεν ήσουν φθισικιά
Κερομύτης- Βρυώνης
1938 (;)
Οι τρεις ορφανές
Ρ. Αμπατζή
1940
Μες της Πεντέλης τα βουνά
Σ. Παγιουμτζής
1947
Στα πεύκα και στα έλατα
Παπαϊωάνου- Μοσχονάς
1952
Λειώνει το κορμί μου λειώνει
Περπινιάδης- Καραπατάκης
1952
Βρήκαν οι γιατροί το φάρμακο
Αποστόλου- Ευγενικού
1952
Ο χάρος πλησιάζει
Πετσάλη-Περπινιάδη

Άλλα τραγούδια που αναφέρονται γενικά σε αρρώστια είναι:
1947(;)
Αρρώστησα μανούλα μου
Περπινιάδης –Μάθεσης
1949
Το κρεβάτι του πόνου
Τσιτσάνης
1949
Του πόνου το ποτήρι
Χιώτης
1950(;)
Ο γιατρός κτυπάει τη πόρτα
Μητσάκης
1952(;)
Πέφτουν τα φύλλα απ τα κλαριά
Μητσάκης- Γαβαλάς
1966(;)
Χίλιοι γιατροί
-

Τα περισσότερα τραγούδια με θέμα την  φθίση  κυκλοφόρησαν σε δίσκους από το 1920 έως το 1950 αλλά πολλά από αυτά κυκλοφορούσαν πριν «κτυπηθούν» σε δίσκο. Μετά την ανακάλυψη της πενικιλίνης (1928)  από τον Φλέμιγκ και την βιομηχανική παρασκευή της (1943)  μειώνεται η παραγωγή τραγουδιών με θέμα τη φυματίωση και γενικά την αρρώστια. Συγχρόνως η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, η αλλαγή του τρόπου παραγωγής και η δημιουργία  διαφορετικών κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών δημιούργησαν ένα άλλο τρόπο ζωής, που απαιτούσε μια διαφορετική θεματολογία στα τραγούδια και έθεσε το ρεμπέτικο τραγούδι στο περιθώριο.   


Ο Αλέξανδρος Μαυρικάκης είναι οικονομολόγος MSc 



[1] Αποδίδεται στο Μπάϊρον που κοιτώντας το πρόσωπό του στον καθρέπτη απευθύνθηκε σε ένα φίλο του.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΣΑΛΑΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΕΔΩΔΙΜΑ ΚΑΙ ΑΠΟΙΚΙΑΚΑ


Του Νίκου Ε. Πρινιωτάκη






Ένα ανύπαρκτο θέμα εντός του οποίου εγκλωβίστηκε η εξωτερική πολιτική της χώρας τα τελευταία 25 χρόνια είναι το επονομαζόμενο «Μακεδονικό». Πεδίον δόξης για τα απανταχού "εθνίκια" που βλέπουν εχθρούς τριγύρω τους, ονειρεύονται ορθόδοξα τόξα και Μεγαλέξανδρους. Ίσως μάλιστα γιατί η πλειοψηφία της ελληνικής μακεδονίας αποτελείται από πρόσφυγες μικρασιατικής καταγωγής (τουρκόσπορους και γιαουρτοβαφτισμένους τους αποκαλούσαν) που θέλουν να ρεφάρουν σε πατριωτισμό και εθνοκαπηλεία παίρνοντας πίσω το αίμα τους. 

Εκείνοι που κατεβαίνουν σε λαοσυνάξεις είναι εν πολλοίς οι απόγονοι αυτών στους οποίους αρνήθηκαν την ισοπολιτεία και ισονομία, κατατάσσοντας τους σε πολίτες β’ κατηγορίας, εθνικά ύποπτους. Πρόσφυγ(κ)ες τους ονόμαζαν απαξιωτικά στραβομουτσουνιάζοντας.  Ίσως γιατί η περίφημη «μακεδονική σαλάτα» εθνοπλουραλιστική από τη φύση της (ως τμήμα πολυεθνικών αυτοκρατοριών) βρήκε πρώτιστα εφαρμογή στα βόρεια σύνορα μας. 

Η ομογενοποίηση του πληθυσμού πέρασε διά πυρός και σιδήρου πιστή στο πνεύμα ανταγωνιστικών από τη φύση τους εθνικισμών. Μακεδονομάχοι και VMROτζήδες, εξαρχικοί και ντονμέδες ρίχτηκαν σ’ ένα εξοντωτικό αλληλοσπαραγμό «για ένα πουκάμισο αδειανό για μια Ελένη», πιστοί σε μεγαλοιδεατισμούς: Μεγάλη Ελλάδα, Μεγάλη Σερβία, Μεγάλη Βουλγαρία κλπ.

Πόσο μικρόνοοι όμως είναι εκείνοι που δεν βλέπουν ότι μια πολιτική που βασίζεται στην ονοματολογία είναι κοντόθωρη, αντιπαραγωγική και οξύνει τα πνεύματα; Αντί να προσεταιριστούμε ένα κράτος που όρος ύπαρξης και σταθεροποίησης του αποτελεί το όνομα του και μόνο (όντας συμπύκνωση της βαλκανικής πανσπερμίας λαών και πολιτισμών) προσπαθήσαμε να τους διαλύσουμε φτιάχνοντας μια μαύρη τρύπα στα βόρεια σύνορα μας που απειλεί να μας καταπιεί. Αν υπήρχε Νόμπελ γκάφας και χαζομάρας έπρεπε εδώ και πολύ καιρό να τόχουμε πάρει.

Μα η Μακεδονία είναι Ελληνική θα πουν μερικοί. Είναι τόσο ελληνική όσο ελληνική είναι και η Κων/πολη, η Σμύρνη, ο Ακράγαντας, οι Συρακούσες και το Αργυρόκαστρο, η Αφροδισία, η Σινώπη και η Τραπεζούντα. Στη ζωή όμως κανόνας είναι η αλλαγή των μορφών. Η πανουργία της Ιστορίας αλλάζει καθεστώτα, διαλύει κρατικές οντότητες, μετακινεί πληθυσμούς κλπ. Ακόμα και ένα παιδί δημοτικού το καταλαβαίνει. Αν λοιπόν το όνομα μας είναι η ψυχή μας ας μην αρνιόμαστε με περισσή ευκολία την ψυχή των άλλων. Για ποια Μακεδονία άραγε κοπτόμεθα; Για τη Μακεδονία του Μεγαλέξανδρου που έφτανε στη Βακτριανή και στον Ινδό ποταμό; Το ερώτημα αν και φαιδρό δείχνει το παράλογο του πράγματος αναγάγοντας την εθνική ιδιοσυστασία σε ονοματολογικά παράγωγα.

Κιτσάτες συνδηλώσεις και συμβολισμοί όπως σημαίες, χάρτες, ονομασία δημόσιων χώρων, αγάλματα κλπ ακολουθούν την πεπατημένη που δεν είναι άλλη από: κατασκευή του εθνικού (σε βάρος βέβαια πάντα του κοινωνικού), ενσωμάτωση του πληθυσμού και των πιθανών αντιδράσεων (ως αντεθνικών) αλλά κύρια υιοθέτηση τέτοιων υπερβολών που σε μια μελλοντική διαπραγμάτευση θα μπορούσαν εύκολα να αποσυρθούν παρουσιαζόμενα ως «παραχώρηση» σε κάποιους τρελαμένους. Τόσο απλά.

Όσο για τη σύγχρονη καραμέλα περί αλυτρωτικών διατάξεων στο Σ. της γείτονος μεταφράζω και μεταφέρω, για να μην τρελαθούμε δηλαδή:

Άρθρο 3: Η επικράτεια της Δημοκρατίας της Μακεδονίας είναι αδιαίρετη και αναπαλλοτρίωτη. Τα υπάρχοντα επίσης σύνορα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας είναι απαραβίαστα. Η αλλαγή των συνόρων μπορεί να γίνει μόνο σε συμφωνία με το Σύνταγμα.

Άρθρο 49: Η Δημοκρατία ενδιαφέρεται για την κοινωνική κατάσταση και τα δικαιώματα των Μακεδόνων σε γειτονικές χώρες καθώς και για τους Μακεδόνες απόδημους, συντρέχει και βοηθά στην πολιτιστική τους ανάπτυξη και προωθεί δεσμούς με αυτούς. Η Δημοκρατία μεριμνεί για τα πολιτισμικά, οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών της Δημοκρατίας στο εξωτερικό.

Αυτά τα φοβερά!!! Οποιαδήποτε ομοιότητα με Συντάγματα άλλων χωρών είναι παντελώς τυχαία και ουδεμία ευθύνη φέρω.

Η στάση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν πρωτοτυπεί. Ξέρει πολύ καλά τα αδιέξοδα, στα οποία έχομε οδηγηθεί. Προσπαθεί να τα διαχειριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Είναι δέσμια όμως μιας εθνικιστικής διαπαιδαγώγησης των ελλήνων από τον εμφύλιο και μετά και το μόνο που στην ουσία μπορεί να κάνει είναι η επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος.

Όσο για το Διεθνές Δίκαιο μη σκοτώνεστε. Εκφράζει συσχετισμούς δύναμης σε συγκεκριμένες ιστορικά στιγμές. Δεν έχει να κάνει με δικαιοσύνη (τι είναι πάλι τούτο στις Διεθνείς Σχέσεις;) και υπάγεται εν τέλει στην τροπικότητα της συγκυρίας. Είτε το θέλουμε είτε όχι.

Όσο για τους αριστερούς εθναμύντορες που ευκαιρία δεν αφήνουν για να βγουν στο αντάρτικο, είναι εγκλωβισμένοι σε μια ουσιοκρατική και ανιστορική θεώρηση περί έθνους που λίγη σχέση έχει με την πραγματικότητα. Δυστυχώς βλέπετε, όποιος κοιμάται πατριώτης, το πρωί μπορεί να ξυπνήσει εθνικιστής!


Ο Νίκος Ε. Πρινιωτάκης είναι πολιτικός επιστήμονας - ιστορικός

"ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ": ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ Α-ΔΙΕΞΟΔΟΥ


Του Φίλιππου Βαμβουκάκη



·        Τι λένε τα διαμορφωμένα διεθνή δεδομένα για την Π.Γ.Δ.Μ;

- 98 χώρες μέλη του ΟΗΕ έχουν αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα με το συνταγματικό της όνομα, δηλαδή ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ενώ 115 χώρες μέλη του ΟΗΕ την έχουν αναγνωρίσει με το προσωρινό όνομα F.Y.R.O.M (Π.Γ.Δ.Μ.), που εμπεριέχει τον όρο Μακεδονία. Επίσης έχει αναγνωριστεί από όλους τους σημαντικούς διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς (οικονομίας, πολιτικής, αθλητισμού).

Αυτά ήταν τα πρακτικά αποτελέσματα της «σκληρής» «πατριωτικής» στάσης μέχρι σήμερα!

 Ήταν μια κοντόφθαλμη διαχείριση μηδενικού πολιτικού κόστους από το κατεστημένο της χώρας, που χάιδευε -και εξακολουθεί να χαϊδεύει- τα αυτιά ενός ακροατηρίου, το οποίο πορεύεται βάση του φαντασιακού του, σε καθαρά αντιευρωπαϊκή κατεύθυνση. Ο συναισθηματισμός όμως και η κοντόφθαλμη πολιτική οπτική, όταν κρίνονται τέτοια σοβαρά ζητήματα διεθνούς πολιτικής στον πολύπλοκο και αλληλοεξαρτώμενο κόσμο που ζούμε, είναι καταστροφικοί σύμβουλοι.

Το ίδιο καταστροφική όμως μπορεί να εξελιχθεί και μια αφελής, απολίτικη θεώρηση μιας γενικής και αόριστης αδερφοσύνης και ενός αφηρημένου, θολού αφηγήματος περί ειρηνικής συνύπαρξης των λαών, που δεν δομείται πάνω σε ισότιμες και δίκαιες βάσεις και δε στηρίζεται πάνω στο έδαφος της επιστημονικής ανάλυσης των πολιτικών, κοινωνικών, ιστορικών, νομικών και πολιτισμικών δεδομένων, καθώς και τη γνώση των γεωπολιτικών και οικονομικών διακυβευμάτων στην περιοχή.

·        Τι μπορεί όμως να συνιστά τον πατριωτισμό του σήμερα; 


-Μια καλά σχεδιασμένη πορεία, που οδηγεί στην ευημερία της κοινωνικής πλειοψηφίας. Είναι δηλαδή αυτή η κατεύθυνση, που διασφαλίζει μια δίκαιη κοινωνικά και ισότιμη πολιτικά ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία στην περιοχή. Προϋπόθεση γι’ αυτό αποτελεί η «αποβαλκανοποίηση» των Βαλκλανίων, πάνω σε ένα συλλογικά συνομολογημένο σχέδιο για τον 21ο αιώνα και η αποτροπή της αναβίωσης των εθνοκεντρικών σχεδίων των αρχών του 20ου αιώνα, πριν από την υπογραφή της συνθήκης του Βουκουρεστίου το 1913, που καθορίζει και το σημερινό status quo.

Αντίθετα από την ημιμάθεια, που τρέφει τον τυφλό συναισθηματισμό, το φανατισμό και την ανέξοδη «πατριδολαγνεία», είναι η βαθιά  γνώση της πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας, του διεθνούς δικαίου καθώς και ο ορθολογισμός, που παραπέμπουν στην ελληνική πνευματική παράδοση και την οικουμενικότητα του ελληνικού πολιτισμού.

Στην Ελλάδα της πολύπλευρης βαθιάς κρίσης όμως, οι όροι έχουν αντιστραφεί: Πατριώτες βαπτίζονται οι κάθε είδους φανατικοί, που κραυγάζουν και οικειοποιούνται τα εθνικά σύμβολα ντροπιάζοντάς τα, και προδότες οι ορθολογικά σκεπτόμενοι, κοινωνικά ευαίσθητοι, ταξικά προσανατολισμένοι, αυτοί που αγωνίζονται για το πραγματικό συμφέρον της κοινωνίας και της χώρας. Αυτό συμβαίνει δυστυχώς διαχρονικά σε πολλές κρίσιμες για τη χώρα και το λαό στιγμές, όπου η πατριδοκαπηλεία και οι εθνικιστικοί φανατισμοί αδυνατίζουν τη θέση της χώρας, της αφαιρούν συμμάχους και την καταστρέφουν κοινωνικά και οικονομικά. (Πόλεμος του 1897,  ήττα στη Μικρά Ασία, εμφύλιος, στρατιωτική χούντα του 1967, κατοχή της Κύπρου, "Μακεδονικό" κτλ)…
  
Όταν όμως χρειάστηκε η πραγματική αντίσταση και η διεκδίκηση της ελευθερίας της χώρας, της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, αυτή η διαχρονικά καταστροφική κάστα ετερόκλητων «σωτήρων», είτε αδιαφορούσε, είτε είχε «διάβασμα», είτε συνεργαζόταν κρυφά ή φανερά με τον εκάστοτε κατακτητή, δικτάτορα, πάτρωνα κτλ. Λίγες οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. 

·        Ποια όμως είναι τα διακυβεύματα σήμερα, με αφορμή το «Μακεδονικό»;
  1. Η συνολική εξέλιξη των βαλκανικών χωρών στο υπογάστριο της κεντρικής Ευρώπης, η διασφάλιση της ιστορικής συνέχειας και βιωσιμότητας της FYROM, σε συνάρτηση με τους μεγαλοϊδεατισμούς της Αλβανίας, της Βουλγαρίας, της Σερβίας, αλλά  και της ολοένα αυξανόμενης επιρροής της Τουρκίας του Ερντογάν στην περιοχή.
  2. Ο υφέρπον  πίσω από τις διπλωματικές αβροφροσύνες και τις θεωρητικές προθέσεις αλυτρωτισμός της  F.Y.R.O.M (βλέπε http://www.wipo.int/edocs/lexdocs/laws/en/mk/mk014en.pdf κυρίως τα άρθρα 3 και 49 του συντάγματός της ) καθώς και οι κραυγές ενός γελοίου, στα όρια της γραφικότητας κινούμενου εγχώριου εθνικισμού, ενός καταστροφικού και ανιστόρητου παραλογισμού, που μπορεί να οδηγήσει σε πραγματική τραγωδία, όπως πολλάκις συνέβη στο παρελθόν. 
·        Με ποια θέματα πρέπει λοιπόν να ασχοληθούν οι Έλληνες πατριώτες;

-Με την επιστημονική καταγραφή και τεκμηρίωση των ιστορικών, κοινωνικών, πολιτισμικών, πολιτικών και νομικών δεδομένων, καθώς και την οικονομική, κοινωνική και οικολογική ανασυγκρότηση της περιοχής συνολικά. Με την αντιμετώπιση σε θεσμικό και κοινωνικό επίπεδο του αλυτρωτισμού και του αναθεωρητισμού  και σε συνάρτηση με αυτό, το όποιο όνομα θα πρέπει να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του κράτους της ΠΓΔΜ έναντι των βαλκανικών γειτόνων του. (Αλβανίας, Σερβίας, Βουλγαρίας).

Η μόνη χώρα που έχει πραγματικό συμφέρον να υπάρχει μια βιώσιμη κρατική οντότητα της ΠΓΔΜ είναι η Ελλάδα. Πρέπει λοιπόν να επιδιώξει προνομιακά καλές σχέσεις με το κράτος αυτό. Όμως πρέπει να καταστήσει σαφές, ότι εθνικιστικές φαντασιώσεις κάθε είδους (στο σύνταγμα, στον προσδιορισμό του έθνους και της γλώσσας, στα σχολικά βιβλία κ.τ.λ.) δεν μπορούν να τύχουν αποδοχής.. Εδώ πρέπει σε μια ενδεχόμενη συμφωνία να προβλεφθούν συγκεκριμένα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και να περιγραφούν με σαφήνεια τα βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση, με εγγυητή τη διεθνή κοινότητα.

Ισότιμες, δίκαιες, με σεβασμό στις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες  ειρηνικές σχέσεις είναι το ζητούμενο συνολικά στην περιοχή των Βαλκανίων, τα οποία έζησαν σχετικά πρόσφατα την τραυματική εμπειρία του εμφυλίου της Γιουγκοσλαβίας και της επέμβασης του ΝΑΤΟ τη δεκαετία του 1990.

Σε αυτά τα πλαίσια θα ήταν πολύ χρήσιμη η σύσταση μιας μόνιμης διαβαλκανικής επιτροπής πανεπιστημιακών: ιστορικών, νομικών, πολιτικών επιστημόνων και κοινωνιολόγων, η οποία θα αναλάβει να διεξάγει μια συνολική επαναδιατύπωση της πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας της περιοχής. Επίσης να πάρει η χώρα πρωτοβουλίες στον τομέα των πολιτιστικών και εκπαιδευτικών ανταλλαγών, της αδελφοποίησης πόλεων κτλ, για μια πολύπλευρη επαφή, γνωριμία και κατανόηση.

Ακόμα και η εκκλησία της Ελλάδας μπορεί να παίξει εποικοδομητικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση, αντί να αφήνει τους ιεράρχες της να κηρύττουν το μίσος.

Συν-ανάπτυξη των Βαλκανίων, «αποβαλκανοποίηση», ειρηνική συνύπαρξη, κοινωνική, πολιτισμική, οικολογική ανασυγκρότηση, με στόχο την οικονομική ευημερία μέσω της συνεργασίας, είναι τα επίδικα σήμερα.

Όλα αυτά βέβαια με τα σύνορα ανοικτά! Τα Βαλκάνια καθηλωμένα από εθνικιστικές έριδες και αντιπαλότητες, εύκολα θα εξακολουθήσουν να χειραγωγούνται. Οι σχεδιασμοί των αντιδραστικών και υπερσυντηρητικών κύκλων της Ευρώπης επιθυμούν στο σύνολό τους τα Βαλκάνια, ως τη ζώνη «προστασίας» των εύπορων χωρών από τους πρόσφυγες και μετανάστες και ταυτόχρονα, ως την ειδική εκείνη οικονομική ζώνη, -δίχως κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα-, η οποία θα διασφαλίζει την απρόσκοπτη υπερκερδοφορία του δυτικοευρωπαϊκού κεφαλαίου, μέσα σε ένα πολύ χαμηλών προσδοκιών, για το μέλλον των λαών της περιοχής μας πλαίσιο. Αυτό πρέπει να αποτραπεί και συνιστά ταυτόχρονα το μέγιστο πατριωτικό και ταξικό καθήκον στις σημερινές συνθήκες.


Αλλά αυτά για τους "υπερπατριώτες" της μεγαλοστομίας και της επικίνδυνης  ρητορικής, αποτελούν άγνωστα τοπία, όπως επίσης ηθελημένα δεν ασχολείται με αυτά και η «προσφάτως» ανακύψασα «πεφωτισμένη» νεοφιλελεύθερη «ευρωπαϊκή» ακροδεξιά της χώρας…